τίμησις
Third declension Noun; Feminine
자동번역
Transliteration:
Principal Part:
τίμησις
τιμήσεως
Structure:
τιμησι
(Stem)
+
ς
(Ending)
Sense
- esteeming, honoring, a holding valuable
- (of merchandise or property) estimation, valuation, rating or assessment
- payment
Declension
Third declension
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
- καὶ ἐν τῇ τιμήσει βουλομένων τῶν δικαστῶν θανάτου τιμῆσαι αὐτῷ, ἐδεήθην ἐγὼ τῶν δικαστῶν μηδὲν δι’ ἐμοῦ τοιοῦτον πρᾶξαι, ἀλλὰ συνεχώρησα ὅσουπερ αὐτοὶ ἐτιμῶντο, ταλάντου, οὐχ ἵνα μὴ ἀποθάνῃ ὁ Ἀρεθούσιοσ ἄξια γὰρ αὐτῷ θανάτου εἴργαστο εἰσ ἐμέ, ἀλλ’ ἵνα ἐγὼ Πασίωνοσ ὢν καὶ κατὰ ψήφισμα πολίτησ μηδένα Ἀθηναίων ἀπεκτονὼσ εἰήν. (Demosthenes, Speeches 51-61, 20:1)
- Ιὤνα δ’ ἄρα τὸν Ἐφέσιον οὐχ αἱρήσεται στρατηγὸν καὶ τιμήσει, ἐὰν δοκῇ ἄξιοσ λόγου εἶναι; (Plato, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 69:2)
- ἐπειδὰν δὲ τῇ πρώτῃ ψήφῳ λυθῇ τὸ παράνομον, ἤδη τὸ τρίτον ὕδωρ ἐγχεῖται τῇ τιμήσει καὶ τῷ μεγέθει τῆσ ὀργῆσ τῆσ ὑμετέρασ. (Aeschines, Speeches, , section 197 1:4)
- ὅστισ μὲν οὖν ἐν τῇ τιμήσει τὴν ψῆφον αἰτεῖ, τὴν ὀργὴν τὴν ὑμετέραν παραιτεῖται· (Aeschines, Speeches, , section 1981)
- ὑμεῖσ δὲ λέγετε Ὃσ ἂν εἴπῃ τῷ πατρὶ ἢ τῇ μητρί Δῶρον ὃ ἐὰν ἐξ ἐμοῦ ὠφεληθῇσ, οὐ μὴ τιμήσει τὸν πατέρα αὐτοῦ· (, chapter 11 198:1)
Synonyms
-
esteeming
- τιμή (honor, worship, esteem)
-
estimation
-
payment