- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὄχημα?

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: ochēma 고전 발음: [오케:마] 신약 발음: [오케마]

기본형: ὄχημα ὄχηματος

형태분석: ὀχηματ (어간)

  1. 받침, 지지, 지주
  2. 이륜 전차, 마차, 전차
  1. anything that bears or supports, stay
  2. a carriage, a chariot
  3. ships
  4. a riding, a riding-

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ὄχημα

받침이

ὀχήματε

받침들이

ὀχήματα

받침들이

속격 ὀχήματος

받침의

ὀχημάτοιν

받침들의

ὀχημάτων

받침들의

여격 ὀχήματι

받침에게

ὀχημάτοιν

받침들에게

ὀχήμασι(ν)

받침들에게

대격 ὄχημα

받침을

ὀχήματε

받침들을

ὀχήματα

받침들을

호격 ὄχημα

받침아

ὀχήματε

받침들아

ὀχήματα

받침들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐπεὶ δὲ Ἡρῴδης ὁ πάνυ ἐπένθει τὸν Πολυδεύκη πρὸ ὡρ´ας ἀποθανόντα καὶ ἠξίου ὄχημα ζεύγνυσθαι αὐτῷ καὶ ἵππους παρίστασθαι ὡς ἀναβησομένῳ καὶ δεῖπνον παρασκευάζεσθαι, προσελθών, Παρὰ Πολυδεύκους, ἔφη, κομίζω σοὶ τινα ἐπιστολήν. (Lucian, (no name) 24:1)

    (루키아노스, (no name) 24:1)

  • ἐγὼ δὲ - οὐ γὰρ ἦν εὐπορῆσαι ὀχήματος ἅμα ^ πολλῶν ἐξιόντων - ἄκων ὑπελειπόμην. (Lucian, De morte Peregrini, (no name) 15:2)

    (루키아노스, De morte Peregrini, (no name) 15:2)

  • νεανίας γὰρ καὶ δυνατὸς ἀντέχειν πρὸς τὴν φοράν, ἡ δὲ ὑπ᾿ ἀηθείας ἐπιβᾶσα ὀχήματος παραδόξου καὶ ἀπιδοῦσα ἐς βάθος ἀχανές, ἐκπλαγεῖσα καὶ τῷ θάλπει ἅμα συσχεθεῖσα καὶ ἰλιγγιάσασα πρὸς τὸ σφοδρὸν τῆς πτήσεως ἀκρατὴς ἐγένετο τῶν κεράτων τοῦ κριοῦ, ὧν τέως ἐπείληπτο, καὶ κατέπεσεν ἐς τὸ πέλαγος. (Lucian, Dialogi Marini, poseidon and nereides, chapter 2 1:4)

    (루키아노스, Dialogi Marini, poseidon and nereides, chapter 2 1:4)

  • ^ ἐπειδὰν γὰρ αὐτοὺς ἡ τύχη μηδὲν τοιοῦτον ἐλπίσαντας ἄφνω ἀναβιβάσῃ εἰς πτηνὸν ι καὶ μετάρσιον ὄχημα, οὐ μένουσιν ἐπὶ τῶν ὑπαρχόντων οὐδ ἀφορῶσιν κάτω, ἀλλὰ ἀεὶ πρὸς τὸ ἄναντες βιάζονται. (Lucian, Imagines, (no name) 21:6)

    (루키아노스, Imagines, (no name) 21:6)

  • οὐ γὰρ ἔσθ ὅπου τοιόνδ ὄχημα χθὼν κέκευθε πωλικόν. (Euripides, Rhesus, episode 1:15)

    (에우리피데스, Rhesus, episode 1:15)

  • οἳ δ ὄχημα πωλικὸν λαβόντες ἵππων ἱέσαν φυγῇ πόδα. (Euripides, Rhesus, episode, iambic 2:12)

    (에우리피데스, Rhesus, episode, iambic 2:12)

  • "χρηστὸν ὁρῶσά σε καὶ ἐπιμελῆ καὶ φιλόστοργον, τὴν κύνα ἣν οἶσθα τὴν Μυρρίνην ἀναλαβὼν εἰς τὸ ὄχημα φύλαττέ μοι καὶ ἐπιμελοῦ ὅπως μηδενὸς ἐνδεὴς ἔσται: (Lucian, De mercede, (no name) 34:3)

    (루키아노스, De mercede, (no name) 34:3)

유의어

  1. 받침

  2. 이륜 전차

  3. ships

  4. a riding

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION