- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἔρεισμα?

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: ereisma 고전 발음: [에레] 신약 발음: [애리]

기본형: ἔρεισμα ἔρεισματος

형태분석: ἐρεισματ (어간)

어원: ἐρείδω

  1. 지지, 받침, 의지, 지원, 지주
  1. a prop, stay, support, the props

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἔρεισμα

지지가

ἐρείσματε

지지들이

ἐρείσματα

지지들이

속격 ἐρείσματος

지지의

ἐρεισμάτοιν

지지들의

ἐρεισμάτων

지지들의

여격 ἐρείσματι

지지에게

ἐρεισμάτοιν

지지들에게

ἐρείσμασι(ν)

지지들에게

대격 ἔρεισμα

지지를

ἐρείσματε

지지들을

ἐρείσματα

지지들을

호격 ἔρεισμα

지지야

ἐρείσματε

지지들아

ἐρείσματα

지지들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐν φόβῳ Κυρίου ἐλπὶς ἰσχύος, τοῖς δὲ τέκνοις αὐτοῦ καταλείπει ἔρεισμα. (Septuagint, Liber Proverbiorum 14:26)

    (70인역 성경, 잠언 14:26)

  • ὑπώροφα μέλαθρα καὶ γεραιὰ δέμνι, ἀμφὶ βάκτροις ἔρεισμα θέμενος, ἐστάλην ἰηλέμων γόων ἀοι- δὸς ὥστε πολιὸς ὄρνις, ἔπεα μόνον καὶ δόκη- μα νυκτερωπὸν ἐννύχων ὀνείρων, τρομερὰ μέν, ἀλλ ὅμως πρόθυμ. (Euripides, Heracles, choral, strophe 11)

    (에우리피데스, Heracles, choral, strophe 11)

  • - ὦ γῆς λοχεύμαθ, οὓς Ἄρης σπείρει ποτὲ λάβρον δράκοντος ἐξερημώσας γένυν, οὐ σκῆπτρα, χειρὸς δεξιᾶς ἐρείσματα, ἀρεῖτε καὶ τοῦδ ἀνδρὸς ἀνόσιον κάρα καθαιματώσεθ, ὅστις οὐ Καδμεῖος ὢν ἄρχει κάκιστος τῶν νέων ἔπηλυς ὤν· (Euripides, Heracles, episode 3:1)

    (에우리피데스, Heracles, episode 3:1)

  • ἔρεισμα τῶν Ἀθηνῶν,^ τὸ πρόβλημα τῆς Ἑλλάδος: (Lucian, Timon, (no name) 49:1)

    (루키아노스, Timon, (no name) 49:1)

  • ἐπὶ τούτοις Πίνδαρος ἔρεισμα τῆς Ἑλλάδος προσεῖπε τὰς Ἀθήνας, οὐχ ὅτι ταῖς Φρυνίχου τραγῳδίαις καὶ Θέσπιδος ὤρθουν τοὺς Ἕλληνας, ἀλλ ὅτι πρῶτον, ὥς φησιν αὐτός, ἐπ Ἀρτεμισίῳ παῖδες Ἀθαναίων ἐβάλοντο φαεννὰν κρηπῖδ ἐλευθερίας: (Plutarch, De gloria Atheniensium, section 7 5:2)

    (플루타르코스, De gloria Atheniensium, section 7 5:2)

  • "τοῦτο μέντοι τὸ συνεκτικὸν ἁπάσης κοινωνίας καὶ νομοθεσίας ἔρεισμα καὶ βάθρον οὐ κύκλῳ περιιόντες οὐδὲ κρύφα καὶ δι αἰνιγμάτων, ἀλλὰ τὴν πρώτην τῶν κυριωτάτων δοξῶν προσβαλόντες εὐθὺς ἀνατρέπουσιν. (Plutarch, Adversus Colotem, section 31 1:12)

    (플루타르코스, Adversus Colotem, section 31 1:12)

유의어

  1. 지지

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION