- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἡδύς?

1/3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: hēdys 고전 발음: [헤:뒤] 신약 발음: [에뒤]

기본형: ἡδύς ἡδεῖα ἡδύ

형태분석: ἡδυ (어간) + ς (어미)

어원: ἁνδάνω

  1. 달콤한, 단, 신선한
  2. 즐거운, 반가운, 유쾌한
  3. 반가운, 기쁜, 명랑한
  1. pleasant to the taste or smell, sweet
  2. (of persons) pleasant, welcome
  3. pleased, glad

곡용 정보

1/3군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἡδύς

달콤한 (이)가

ἡδεῖα

달콤한 (이)가

ἡδύ

달콤한 (것)가

속격 ἡδέως

달콤한 (이)의

ἡδείας

달콤한 (이)의

ἡδέως

달콤한 (것)의

여격 ἡδεί

달콤한 (이)에게

ἡδείᾳ

달콤한 (이)에게

ἡδεί

달콤한 (것)에게

대격 ἡδύν

달콤한 (이)를

ἡδεῖαν

달콤한 (이)를

ἡδύ

달콤한 (것)를

호격 ἡδύ

달콤한 (이)야

ἡδεῖα

달콤한 (이)야

ἡδύ

달콤한 (것)야

쌍수주/대/호 ἡδέε

달콤한 (이)들이

ἡδεία

달콤한 (이)들이

ἡδέε

달콤한 (것)들이

속/여 ἡδέοιν

달콤한 (이)들의

ἡδείαιν

달콤한 (이)들의

ἡδέοιν

달콤한 (것)들의

복수주격 ἡδείς

달콤한 (이)들이

ἡδείαι

달콤한 (이)들이

ἡδέα

달콤한 (것)들이

속격 ἡδέων

달콤한 (이)들의

ἡδειῶν

달콤한 (이)들의

ἡδέων

달콤한 (것)들의

여격 ἡδέσι(ν)

달콤한 (이)들에게

ἡδείαις

달콤한 (이)들에게

ἡδέσι(ν)

달콤한 (것)들에게

대격 ἡδείς

달콤한 (이)들을

ἡδείας

달콤한 (이)들을

ἡδέα

달콤한 (것)들을

호격 ἡδείς

달콤한 (이)들아

ἡδείαι

달콤한 (이)들아

ἡδέα

달콤한 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 ἡδύς

ἡδέως

달콤한 (이)의

ἡδίων

ἡδίονος

더 달콤한 (이)의

ἡδίστος

ἡδίστου

가장 달콤한 (이)의

부사 ἡδέως

ἡδίον

ἡδίστα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἄξιόν γε παρατηρβιν τὰ ὑπὸ τῶν πολλῶν ἐν τοῖς πένθεσι γιγνόμενα καὶ λεγόμενα καὶ τὰ ὑπὸ τῶν παραμυθουμένων δῆθεν αὐτοὺς αὖθις λεγόμενα, καὶ ὡς ἀφόρητα ἡγοῦνται τὰ συμβαίνοντα σφίσι τε αὐτοῖς οἱ ὀδυρόμενοι καὶ ἐκείνοις οὓς ὀδύρονται, οὐ μὰ τὸν Πλούτωνα καὶ Φερσεφόνην κατ οὐδὲν ἐπιστάμενοι σαφῶς οὔτε εἰ πονηρὰ ταῦτα καὶ λύπης ἄξια οὔτε εἰ τοὐναντίον ἡδέα καὶ βελτίω τοῖς παθοῦσι, νόμῳ δὲ καὶ συνηθείᾳ τὴν λύπην ἐπιτρέποντες. (Lucian, (no name) 1:1)

    (루키아노스, (no name) 1:1)

  • τούτου δὲ τοῦ οἴκου τὸ κάλλος οὐ κατὰ βαρβαρικούς τινας ὀφθαλμοὺς οὐδὲ κατὰ Περσικὴν ἀλαζονείαν ἢ βασιλικὴν μεγαλαυχίαν οὐδὲ πένητος μόνον, ἀλλὰ εὐφυοῦς θεατοῦ δεόμενον καὶ ὅτῳ μὴ ἐν τῇ ὄψει ἡ κρίσις, ἀλλά τις καὶ λογισμὸς ἐπακολουθεῖ τοῖς βλεπομένοις Τὸ γὰρ τῆς τε ἡμέρας πρὸς τὸ κάλλιστον ἀποβλέπειν - κάλλιστον δὴ αὐτῆς καὶ ποθεινότατον ἡ ἀρχὴ - καὶ τὸν ἥλιον ὑπερκύψαντα εὐθὺς ὑποδέχεσθαι καὶ τοῦ φωτὸς ἐμπίπλασθαι ἐς κόρον ἀναπεπταμένων τῶν θυρῶν [καθ ὃ καὶ τὰ ἱερὰ βλέποντα ἐποίουν οἱ παλαιοί],2 καὶ τὸ τοῦ μήκους πρὸς τὸ πλάτος καὶ ἀμφοῖν πρὸς τὸ ὕψος εὔρυθμον καὶ τῶν φωταγωγῶν τὸ ἐλεύθερον καὶ πρὸς ὡρ´αν ἑκάστην εὖ ἔχον, πῶς οὐχ ἡδέα ταῦτα πάντα καὶ ἐπαίνων ἄξια· (Lucian, De Domo, (no name) 6:1)

    (루키아노스, De Domo, (no name) 6:1)

  • ἐγὼ δέ, ὦ βέλτιστε, πρὸς μὲν σὲ ἴσως ταῦτα περὶ σοῦ εἰπὼν ἥμαρτον ἐχρῆν γὰρ ἐχρῆν ἢ κατὰ Παφλαγόνων ἢ Καππαδοκῶν ἢ Βακτρίων πάτρια διαλέγεσθαί σοι, ὡς ^ ἐκμάθῃς τὰ λεγόμενα καί σοὶ ἀκούειν ἡδέα. (Lucian, Pseudologista, (no name) 11:2)

    (루키아노스, Pseudologista, (no name) 11:2)

  • εἰ δέ τι ἐν Ἰνδοῖς ἢ Ὑπερβορέοις θέαμα παράδοξον ἢ κτῆμα τίμιον ἢ ὅσα ἐμφαγεῖν ἢ πιεῖν ἡδέα, οὐ μεταστειλάμενος, ἀλλ᾿ αὐτὸς ἐπιπετόμενος ἀπέλαυον ἁπάντων ἐς κόρον: (Lucian, 74:4)

    (루키아노스, 74:4)

  • ὁ γεωργὸς δὲ ἤδη ἀνίστατο ὀρχησόμενος, ἡ Κροκάλη δὲ ἐκρότει, καὶ πάντα ἦν ἡδέα: (Lucian, Dialogi meretricii, 2:5)

    (루키아노스, Dialogi meretricii, 2:5)

유의어

  1. 달콤한

  2. 즐거운

  3. 반가운

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION