διαλαμβάνω
비축약 동사;
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
διαλαμβάνω
διαλήψομαι
διέλαβον
διείληφα
διείλημμαι
형태분석:
δια
(접두사)
+
λαμβάν
(어간)
+
ω
(인칭어미)
뜻
- 잡다, 체포하다, 장악하다, 붙잡다
- 나누다, 분할하다, 나누이다, 연회를 베풀다
- 끊다, 잘라버리다, 중단시키다
- 구별하다, 분간하다, 식별하다, 분명히 알아 차리다
- 구별하다, 분간하다, 식별하다
- to take or receive severally, each for himself, each his share
- to grasp or lay hold of separately, to seize, arrest
- to seize by the middle
- to divide, divided, having their weight distributed
- to mark at intervals
- to cut off, intercept
- to mark off, distinguish, marked with various
- to distinguish, to state distinctly
활용 정보
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- τῶν δὲ ἀγόντων τὴν μικρῷ πρότερον εὐμένειαν πρὸσ αὐτὸν εἰσ δυσμένειαν μεταβαλόντων διὰ τὸ τοὺσ προειρημένουσ λόγουσ, ὡσ αὐτοὶ διελάμβανον, ἀπόνοιαν εἶναι, (Septuagint, Liber Maccabees II 6:29)
(70인역 성경, Liber Maccabees II 6:29)
- καὶ οὐδὲ ταύτην τὴν διήγησιν ἁπλῶσ πωσ συστρέψασ καὶ ἀκατασκευάστωσ τίθησιν, ἀλλὰ καὶ ταύτην μακροτέραν οὖσαν ἀποτομαῖσ τισι διαλαμβάνει καὶ καθ’ ἕκαστον εἶδοσ μάρτυρασ ἀναβιβάζεται καὶ προκλήσεισ ἀναγινώσκει καὶ συνθήκασ παρέχεται τεκμηρίοισ τε καὶ σημείοισ καὶ τοῖσ ἐκ τῶν εἰκότων ἐλέγχοισ ἅπασι χρῆται. (Dionysius of Halicarnassus, chapter 15 1:1)
(디오니시오스, chapter 15 1:1)
- τοῖσ μὲν οὖν τὰ ἔπη καὶ τοὺσ ἰάμβουσ καὶ τὰ ἄλλα τὰ ὁμοειδῆ μέτρα κατασκευάζουσιν οὐκ ἔξεστι πολλοῖσ διαλαμβάνειν μέτροισ ἢ ῥυθμοῖσ τὰσ ποιήσεισ, ἀλλ’ ἀνάγκη μένειν ἀεὶ ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ σχήματοσ· (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 264)
(디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 264)
- ὁ δὲ δεξάμενοσ αὐτοῦ τὴν ἁμαρτίαν πανούργωσ ὡμολόγει τε πάντα καὶ πρὸσ τὴν πόλιν ἀναστρέψασ ὑπῆγεν ἀνυπόπτωσ διαλεγόμενοσ, ἤδη δὲ πλησίον ὄντοσ αὐτοῦ καὶ μέλλοντοσ ὅσον οὔπω τὸν Τέχνωνα διαλαμβάνειν, ἀπὸ τύχησ αὖ πάλιν ὁ Ἐργῖνοσ αὐτοῖσ ἀπήντησεν. (Plutarch, Aratus, chapter 20 3:2)
(플루타르코스, Aratus, chapter 20 3:2)
- εἰ μὲν γὰρ ἴσον ἀριθμῷ εἰσήνεγκον ἀργύριον, ἴσον καὶ τῷ ἴσῳ ἀριθμῷ διαλαμβάνουσιν, εἰ δὲ μὴ ἴσον, ἀνάλογον. (Aristotle, Eudemian Ethics, Book 7 184:4)
(아리스토텔레스, 에우데모스 윤리학, Book 7 184:4)
유의어
-
잡다
-
to seize by the middle
- μεσόω (to be in the middle of, in the middle of)
-
나누다
-
to mark at intervals
-
끊다
-
구별하다
파생어
- ἀναλαμβάνω (취하다, 잡다, 가득 채우다)
- ἀπολαμβάνω (받아들이다, 받다, 승인하다)
- ἐκλαμβάνω (이해하다, 파악하다, 인식하다)
- ἐπαναλαμβάνω (반복하다, 되풀이하다, 중복되다)
- ἐπιλαμβάνω (받다, 얻다, 잡다)
- καταλαμβάνω (잡다, 쥐다, 가지다)
- λαμβάνω (잡다, 쥐다, 약탈하다)
- μεταλαμβάνω (~에 대한 권리를 주장하다, 장악하다, 가까이하다)
- παραλαμβάνω (떠맡다, 착수하다, 시작하다)
- περιλαμβάνω (안다, 품다, 포옹하다)
- προκαταλαμβάνω (사전에 취하다, 미리 장악하다, 선점하다)
- προλαμβάνω (제공하다, 공급하다, 갖추다)
- προσαναλαμβάνω (회복하다, 돌이키다)
- προσλαμβάνω (쥐다, 잡다, 물다)
- προυπολαμβάνω (to assume beforehand)
- συγκαταλαμβάνω (잡다, 장악하다, 포획하다)
- συλλαμβάνω (모으다, 거두다, 수집하다)
- συμπαραλαμβάνω (to take along with, take in as an adjunct)
- συμπεριλαμβάνω (이해하다, ~와 비교하다, 파악하다)
- συναπολαμβάνω (to receive in common or at once)
- ὑπολαμβάνω (취하다, 잡다, 지지하다)