헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δυσάλωτος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: δυσάλωτος δυσάλωτον

형태분석: δυσαλωτ (어간) + ος (어미)

어원: a(lw=nai

  1. hard to catch or take
  2. hard to conquer, tut, beyond reach

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 δυσάλωτος

(이)가

δυσάλωτον

(것)가

속격 δυσαλώτου

(이)의

δυσαλώτου

(것)의

여격 δυσαλώτῳ

(이)에게

δυσαλώτῳ

(것)에게

대격 δυσάλωτον

(이)를

δυσάλωτον

(것)를

호격 δυσάλωτε

(이)야

δυσάλωτον

(것)야

쌍수주/대/호 δυσαλώτω

(이)들이

δυσαλώτω

(것)들이

속/여 δυσαλώτοιν

(이)들의

δυσαλώτοιν

(것)들의

복수주격 δυσάλωτοι

(이)들이

δυσάλωτα

(것)들이

속격 δυσαλώτων

(이)들의

δυσαλώτων

(것)들의

여격 δυσαλώτοις

(이)들에게

δυσαλώτοις

(것)들에게

대격 δυσαλώτους

(이)들을

δυσάλωτα

(것)들을

호격 δυσάλωτοι

(이)들아

δυσάλωτα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὸν οὖν ταῦτα πάντα ὑπομεμενηκότα καὶ οὕτω χαλεπῷ νοσήματι προσπαλαίσαντα καὶ πάθοσ ἁπάντων παθῶν τὸ δυσαλωτότατον νενικηκότα ἔτι τούτῳ ἀποκηρύττειν ἐπιτρέψετε, καὶ τοὺσ νόμουσ ὡσ βούλεται ἑρμηνεύειν κατ’ εὐεργέτου συγχωρήσετε, καὶ τῇ φύσει πολεμεῖν αὐτὸν ἐάσετε; (Lucian, Abdicatus, (no name) 18:1)

    (루키아노스, Abdicatus, (no name) 18:1)

  • οὐ γὰρ δὴ αὐτόσ γε ὁ τύραννοσ μέγα καὶ δυσάλωτον καὶ δυσκατέργαστόν ἐστιν, ἀλλὰ τὰ φρουροῦντα καὶ συνέχοντα τὴν τυραννίδα, ἅ τισ ἂν νικήσῃ, πάντα οὗτοσ κατώρθωσεν, καὶ τὸ λοιπὸν ὀλίγον. (Lucian, Tyrannicida, (no name) 15:3)

    (루키아노스, Tyrannicida, (no name) 15:3)

  • συνεκλείσθη εἰσ τὴν Βορσιππηνῶν πόλιν, Κῦροσ δὲ Βαβυλῶνα καταλαβόμενοσ καὶ συντάξασ τὰ ἔξω τῆσ πόλεωσ τείχη κατασκάψαι διὰ τὸ λίαν αὐτῷ πραγματικὴν καὶ δυσάλωτον φανῆναι τὴν πόλιν ἀνέζευξεν ἐπὶ Βορσίππων ἐκπολιορκήσων τὸν Ναβόννηδον. (Flavius Josephus, Contra Apionem, 172:1)

    (플라비우스 요세푸스, Contra Apionem, 172:1)

  • γίνεται δὲ ἐδώδιμοσ ὅταν τοῦ οἴστρου παύσηται, μίσγεται δὲ μετὰ τὴν φωλείαν, ὥσ φησι Θεόφραστοσ, καὶ ἑώσ μὲν ἂν ἔχῃ μικρὰ τὰ κυήματα, δυσάλωτοσ, ὅταν δὲ μείζω γένηται, διὰ τὸν οἴστρου ἁλίσκεται. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 63 1:7)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 63 1:7)

  • τὸ μὲν οὖν φιλοκίνδυνον οὐκ ἐθαύμαζον αὐτοῦ διά τὴν φιλοτιμίαν ἡ δὲ τῶν πόνων ὑπομονὴ παρὰ τὴν τοῦ σώματοσ δύναμιν ἐγκαρτερεῖν δοκοῦντοσ ἐξέπληττεν, ὅτι καὶ τὴν ἕξιν ὢν ἰσχνόσ καὶ τὴν σάρκα λευκὸσ καὶ ἁπαλόσ καὶ τὴν κεφαλὴν νοσώδησ καὶ τοῖσ ἐπὶ τοῖσ ἐπιληπτικοῖσ ἔνοχοσ, ἐν Κορδύβῃ πρῶτον αὐτῷ τοῦ πάθουσ, ὡσ λέγεται, τούτου προσπεσόντοσ, οὐ μαλακίασ ἐποιήσατο τὴν ἀρρωστίαν πρόφασιν, ἀλλὰ θεραπείαν τῆσ ἀρρωστίασ τὴν στρατείαν, ταῖσ ἀτρύτοισ ὁδοιπορίαισ καὶ ταῖσ εὐτελέσι διαίταισ καὶ τῷ θυραυλεῖν ἐνδελεχῶσ καὶ ταλαιπωρεῖν ἀπομαχόμενοσ τῷ πάθει καὶ τὸ σῶμα τηρῶν δυσάλωτον. (Plutarch, Caesar, chapter 17 2:1)

    (플루타르코스, Caesar, chapter 17 2:1)

  • κακῶν γὰρ δυσάλωτοσ οὐδείσ. (Sophocles, Oedipus at Colonus, choral, antistrophe 114)

    (소포클레스, Oedipus at Colonus, choral, antistrophe 114)

  • ἡ δὲ Φιδήνη πολιορκηθεῖσα οὐ πολλαῖσ ἡμέραισ, καθ’ ὃ μάλιστα δυσάλωτοσ εἶναι μέροσ ἐδόκει καὶ ὑπ’ ὀλίγων ἐφυλάσσετο, κατὰ τοῦτ’ ἐλήφθη. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books IV-VI, book 5, chapter 43 1:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books IV-VI, book 5, chapter 43 1:1)

  • τείχη γὰρ αὕτη λίαν ἰσχυρὰ περιεβέβλητο καὶ τὰ ἄλλα δυσάλωτοσ ἐδόκει· (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 8 453:2)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 8 453:2)

유의어

  1. hard to catch or take

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION