- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σύννους?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: synnous 고전 발음: [쉰누:] 신약 발음: [쉰누]

기본형: σύννους σύννουν

형태분석: συννο (어간) + ος (어미)

  1. 경계하고 있는, 조심하는
  1. in deep thought, thoughtful
  2. thoughtful, circumspect

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 σύννους

(이)가

σύννουν

(것)가

속격 σύννου

(이)의

σύννου

(것)의

여격 σύννῳ

(이)에게

σύννῳ

(것)에게

대격 σύννουν

(이)를

σύννουν

(것)를

호격 σύννου

(이)야

σύννουν

(것)야

쌍수주/대/호 σύννω

(이)들이

σύννω

(것)들이

속/여 σύννοιν

(이)들의

σύννοιν

(것)들의

복수주격 σύννοι

(이)들이

σύννοα

(것)들이

속격 σύννων

(이)들의

σύννων

(것)들의

여격 σύννοις

(이)들에게

σύννοις

(것)들에게

대격 σύννους

(이)들을

σύννοα

(것)들을

호격 σύννοι

(이)들아

σύννοα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἅμα τῷ ἀκοῦσαί με ταῦτα διέρρηξα τὰ ἱμάτια καὶ τὴν ἱερὰν ἐσθῆτα καὶ κατέτιλα τοῦ τριχώματος τῆς κεφαλῆς καὶ τοῦ πώγωνος καὶ ἐκάθισα σύννους καὶ περίλυπος. (Septuagint, Liber Esdrae I 8:68)

    (70인역 성경, 에즈라기 8:68)

  • Ὠ Ζεῦ, τι σύννους κατὰ μόνας σαυτῷ λαλεῖς, ὠχρὸς περιπατῶν, φιλοσόφου τὸ χρῶμ ἔχων· (Lucian, Juppiter trageodeus, (no name) 1:1)

    (루키아노스, Juppiter trageodeus, (no name) 1:1)

  • σύννους οὖν πολλὴν γενόμενος ὡρ´αν, "ὅτι μὲν ἠδικήκασιν, εἶπον, Τιβεριεῖς, οἶδα κἀγώ, τὴν πόλιν δ αὐτῶν ὑμᾶς οὐ κωλύσω διαρπάσαι. (Flavius Josephus, 455:1)

    (플라비우스 요세푸스, 455:1)

  • "οὕτως ἡ καθ ἕκαστον ὧν πταίει καὶ προσπίπτει ῥαπιζομένη καὶ ἀνακρουομένη τῷ κολάζεσθαι κακία μάλιστ ἂν γένοιτο σύννους καὶ ταπεινὴ καὶ κατάφοβος πρὸς τὸν θεόν, ὡς ἐφεστῶτα τοῖς ἀνθρωπίνοις πράγμασι καὶ πάθεσιν οὐχ ὑπερήμερον δικαιωτήν: (Plutarch, De sera numinis vindicta, section 33)

    (플루타르코스, De sera numinis vindicta, section 33)

  • ὑψηλὸς γὰρ εἶναι καὶ γαῦρος εἰωθὼς ἐν τοῖς ἀγῶσι καὶ χρώμενος φωνῇ τε μεγάλῃ καὶ λόγοις σοβαροῖς, πολλάκις δὲ καὶ τῷ παρασκῶψαί τι καὶ γελοῖον εἰπεῖν τῶν πολεμίων ἐν χερσὶν ὄντων ἐπιδειξάμενος εὐστάθειαν καὶ καταφρόνησιν, τότε σύννους ἑωρᾶτο καὶ σιωπηλὸς τὰ πολλά, καὶ τὸν υἱὸν ἀπέδειξε τῷ πλήθει καὶ συνέστησε διάδοχον. (Plutarch, Demetrius, chapter 28 4:1)

    (플루타르코스, Demetrius, chapter 28 4:1)

유의어

  1. in deep thought

  2. 경계하고 있는

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION