- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

θερινός?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: therinos 고전 발음: [테리노] 신약 발음: [태리노]

기본형: θερινός θερινή θερινόν

형태분석: θεριν (어간) + ος (어미)

어원: = θέρειος, Pind., Xen., etc.

  1. of or in summer

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 θερινός

(이)가

θερινή

(이)가

θερινόν

(것)가

속격 θερινοῦ

(이)의

θερινῆς

(이)의

θερινοῦ

(것)의

여격 θερινῷ

(이)에게

θερινῇ

(이)에게

θερινῷ

(것)에게

대격 θερινόν

(이)를

θερινήν

(이)를

θερινόν

(것)를

호격 θερινέ

(이)야

θερινή

(이)야

θερινόν

(것)야

쌍수주/대/호 θερινώ

(이)들이

θερινά

(이)들이

θερινώ

(것)들이

속/여 θερινοῖν

(이)들의

θεριναῖν

(이)들의

θερινοῖν

(것)들의

복수주격 θερινοί

(이)들이

θεριναί

(이)들이

θερινά

(것)들이

속격 θερινῶν

(이)들의

θερινῶν

(이)들의

θερινῶν

(것)들의

여격 θερινοῖς

(이)들에게

θεριναῖς

(이)들에게

θερινοῖς

(것)들에게

대격 θερινούς

(이)들을

θερινάς

(이)들을

θερινά

(것)들을

호격 θερινοί

(이)들아

θεριναί

(이)들아

θερινά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τῆς δὲ μεταξὺ τῶν τροπικῶν πλέον ἢ τὸ ἥμισυ τοῦ πλάτους οὐκ οἰκήσιμόν ἐστιν ἐκ τῶν ὑπὲρ Αἰγύπτου στοχαζομένοις Αἰθιόπων, εἴπερ τὸ μὲν ἥμισυ τοῦ παντὸς πλάτους ἐστὶν ὃ διαιρεῖ ἐφ ἑκάτερα ὁ ἰσημερινός, τούτου δὲ τὸ μὲν ἀπὸ τῆς Συήνης, ἥπερ ἐστὶν ὁρ´ιον τοῦ θερινοῦ τροπικοῦ, εἰς Μερόην εἰσὶ πεντακισχίλιοι, τὸ δ ἐνθένδε ἑώς [τοῦ] τῆς Κινναμωμοφόρου παραλλήλου, ὅσπερ ἐστὶν ἀρχὴ τῆς διακεκαυμένης, τρισχίλιοι. (Strabo, Geography, book 2, chapter 2 4:6)

    (스트라본, 지리학, book 2, chapter 2 4:6)

  • φησὶ δὴ τοῖς οἰκοῦσιν ἐπὶ τῷ διὰ τῆς Κινναμωμοφόρου παραλλήλῳ, ὃς ἀπέχει τῆς Μερόης τρισχιλίους σταδίους πρὸς νότον, τούτου δ ὁ ἰσημερινὸς ὀκτακισχιλίους καὶ ὀκτακοσίους, εἶναι τὴν οἴκησιν ἐγγυτάτω μέσην τοῦ τε ἰσημερινοῦ καὶ τοῦ θερινοῦ τροπικοῦ τοῦ κατὰ Συήνην: (Strabo, Geography, book 2, chapter 5 70:1)

    (스트라본, 지리학, book 2, chapter 5 70:1)

  • ἅπασι δὲ τοῖς μεταξὺ κειμένοις τοῦ τε τροπικοῦ καὶ τοῦ ἰσημερινοῦ κύκλου μεταπίπτουσιν αἱ σκιαὶ ἐφ ἑκάτερα, πρός τε ἄρκτους καὶ μεσημβρίαν, τοῖς δ ἀπὸ Συήνης ἐκ τοῦ θερινοῦ τροπικοῦ πρὸς ἄρκτους πίπτουσιν αἱ σκιαὶ κατὰ μεσημβρίαν: (Strabo, Geography, book 2, chapter 5 74:1)

    (스트라본, 지리학, book 2, chapter 5 74:1)

유의어

  1. of or in summer

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION