πλευρά̄
1군 변화 명사; 여성
자동번역
수학
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
πλευρά̄
πλευράς
형태분석:
πλευρ
(어간)
+
ᾱ
(어미)
뜻
- 갈비뼈, 갈비
- 옆, 구석, 가
- a rib
- (in the plural) side of a man or animal
- side, of things and places
- (mathematics) side of a triangle or other figure
곡용 정보
1군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- καὶ ἀπέδρα Ἀβεσσαλώμ. καὶ ᾖρε τὸ παιδάριον ὁ σκοπὸσ τοὺσ ὀφθαλμοὺσ αὐτοῦ καὶ εἶδε καὶ ἰδοὺ λαὸσ πολὺσ πορευόμενοσ ἐν τῇ ὁδῷ ὄπισθεν αὐτοῦ ἐκ πλευρᾶσ τοῦ ὄρουσ ἐν τῇ καταβάσει. καὶ παρεγένετο ὁ σκοπὸσ καὶ ἀπήγγειλε τῷ βασιλεῖ καὶ εἶπεν. ἄνδρασ ἑώρακα ἐκ τῆσ ὁδοῦ τῆσ Ὡρωνῆν ἐκ μέρουσ τοῦ ὄρουσ. (Septuagint, Liber II Samuelis 13:34)
(70인역 성경, 사무엘기 하권 13:34)
- καὶ ἐπορεύθη Δαυὶδ καὶ πάντεσ οἱ ἄνδρεσ αὐτοῦ ἐν τῇ ὁδῷ, καὶ Σεμεί̈ ἐπορεύετο ἐκ πλευρᾶσ τοῦ ὄρουσ ἐχόμενα αὐτοῦ πορευόμενοσ καὶ καταρώμενοσ καὶ λιθάζων ἐν λίθοισ ἐκ πλαγίων αὐτοῦ καὶ τῷ χοί̈ πάσσων. (Septuagint, Liber II Samuelis 16:13)
(70인역 성경, 사무엘기 하권 16:13)
- καὶ ὁ πυλὼν τῆσ πλευρᾶσ τῆσ ὑποκάτωθεν ὑπὸ τὴν ὠμίαν τοῦ οἴκου τὴν δεξιάν, καὶ ἑλικτὴ ἀνάβασισ εἰσ τὸ μέσον καὶ ἐκ τῆσ μέσησ ἐπὶ τὰ τριώροφα, (Septuagint, Liber I Regum 6:12)
(70인역 성경, 열왕기 상권 6:12)
- καὶ διεμέτησε τὸν τοῖχον τοῦ οἴκου πηχῶν ἓξ καὶ τὸ εὖροσ τῆσ πλευρᾶσ πηχῶν τεσσάρων κυκλόθεν. (Septuagint, Prophetia Ezechielis 41:5)
(70인역 성경, 에제키엘서 41:5)
- καὶ εὖροσ τοῦ τοίχου τῆσ πλευρᾶσ ἔξωθεν πηχῶν πέντε. καὶ τὰ ἀπόλοιπα ἀναμέσον τῶν πλευρῶν τοῦ οἴκου (Septuagint, Prophetia Ezechielis 41:9)
(70인역 성경, 에제키엘서 41:9)
- καὶ ἔδωκεν ἐπὶ τὸν τοῖχον τοῦ οἴκου μέλαθρα κυκλόθεν τῷ ναῷ καὶ τῷ δαβὶρ καὶ ἐποίησε πλευρὰσ κυκλόθεν. (Septuagint, Liber I Regum 6:9)
(70인역 성경, 열왕기 상권 6:9)
- καὶ τότε διελεύσεται ὁ σίδηροσ τῆσ στρατιᾶσ μου καὶ ὁ λαὸσ τῶν θεραπόντων μου τὰσ πλευράσ σου, καὶ πεσῇ ἐν τοῖσ τραυματίαισ αὐτῶν, ὅταν ἐπιστρέψω. (Septuagint, Liber Iudith 6:6)
(70인역 성경, 유딧기 6:6)
유의어
-
갈비뼈
-
옆
- παράταξις (a placing side by side)
- παραβολή (a placing of two things side by side, juxtaposition)
-
side of a triangle or other figure
- βάσις ( one of the three sides of a triangle)