헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παρατίθημι

-μι 무어간모음 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: παρατίθημι παρέθηκα παρατέθεικα

형태분석: παρα (접두사) + τίθε̄ (어간) + μι (인칭어미)

  1. 내놓다
  2. 제공하다, 바치다, 공급하다
  3. 설명하다, 말하다, 밝히다
  4. 비교하다, 비기다
  5. 맡기다, 위탁하다, 저지르다, 위임하다
  6. 지르다, 모험하다, 위험을 감수하다, 감히 ~하다
  7. 고용하다, 쓰다, 이용하다
  1. to place beside, to set before, serve up, the serving-men, meats set before one
  2. to offer, provide
  3. to place upon
  4. to lay before, explain
  5. to compare
  6. to set before oneself, have set before one
  7. to deposit what belongs to one, give in charge, commit
  8. to venture, stake, hazard
  9. to employ, of one's own

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παρατῖθημι

(나는) 내놓는다

παρατῖθης

(너는) 내놓는다

παρατῖθησιν*

(그는) 내놓는다

쌍수 παρατίθετον

(너희 둘은) 내놓는다

παρατίθετον

(그 둘은) 내놓는다

복수 παρατίθεμεν

(우리는) 내놓는다

παρατίθετε

(너희는) 내놓는다

παρατιθέᾱσιν*

(그들은) 내놓는다

접속법단수 παρατίθω

(나는) 내놓자

παρατίθῃς

(너는) 내놓자

παρατίθῃ

(그는) 내놓자

쌍수 παρατίθητον

(너희 둘은) 내놓자

παρατίθητον

(그 둘은) 내놓자

복수 παρατίθωμεν

(우리는) 내놓자

παρατίθητε

(너희는) 내놓자

παρατίθωσιν*

(그들은) 내놓자

기원법단수 παρατιθεῖην

(나는) 내놓기를 (바라다)

παρατιθεῖης

(너는) 내놓기를 (바라다)

παρατιθεῖη

(그는) 내놓기를 (바라다)

쌍수 παρατιθεῖητον

(너희 둘은) 내놓기를 (바라다)

παρατιθείητην

(그 둘은) 내놓기를 (바라다)

복수 παρατιθεῖημεν

(우리는) 내놓기를 (바라다)

παρατιθεῖητε

(너희는) 내놓기를 (바라다)

παρατιθεῖησαν

(그들은) 내놓기를 (바라다)

명령법단수 παρατῖθει

(너는) 내놓아라

παρατιθέτω

(그는) 내놓아라

쌍수 παρατίθετον

(너희 둘은) 내놓아라

παρατιθέτων

(그 둘은) 내놓아라

복수 παρατίθετε

(너희는) 내놓아라

παρατιθέντων

(그들은) 내놓아라

부정사 παρατιθέναι

내놓는 것

분사 남성여성중성
παρατιθεις

παρατιθεντος

παρατιθεισα

παρατιθεισης

παρατιθεν

παρατιθεντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παρατίθεμαι

(나는) 내놓여진다

παρατίθεσαι

(너는) 내놓여진다

παρατίθεται

(그는) 내놓여진다

쌍수 παρατίθεσθον

(너희 둘은) 내놓여진다

παρατίθεσθον

(그 둘은) 내놓여진다

복수 παρατιθέμεθα

(우리는) 내놓여진다

παρατίθεσθε

(너희는) 내놓여진다

παρατίθενται

(그들은) 내놓여진다

접속법단수 παρατίθωμαι

(나는) 내놓여지자

παρατίθῃ

(너는) 내놓여지자

παρατίθηται

(그는) 내놓여지자

쌍수 παρατίθησθον

(너희 둘은) 내놓여지자

παρατίθησθον

(그 둘은) 내놓여지자

복수 παρατιθώμεθα

(우리는) 내놓여지자

παρατίθησθε

(너희는) 내놓여지자

παρατίθωνται

(그들은) 내놓여지자

기원법단수 παρατιθεῖμην

(나는) 내놓여지기를 (바라다)

παρατίθειο

(너는) 내놓여지기를 (바라다)

παρατίθειτο

(그는) 내놓여지기를 (바라다)

쌍수 παρατίθεισθον

(너희 둘은) 내놓여지기를 (바라다)

παρατιθεῖσθην

(그 둘은) 내놓여지기를 (바라다)

복수 παρατιθεῖμεθα

(우리는) 내놓여지기를 (바라다)

παρατίθεισθε

(너희는) 내놓여지기를 (바라다)

παρατίθειντο

(그들은) 내놓여지기를 (바라다)

명령법단수 παρατίθεσο

(너는) 내놓여져라

παρατιθέσθω

(그는) 내놓여져라

쌍수 παρατίθεσθον

(너희 둘은) 내놓여져라

παρατιθέσθων

(그 둘은) 내놓여져라

복수 παρατίθεσθε

(너희는) 내놓여져라

παρατιθέσθων

(그들은) 내놓여져라

부정사 παρατίθεσθαι

내놓여지는 것

분사 남성여성중성
παρατιθεμενος

παρατιθεμενου

παρατιθεμενη

παρατιθεμενης

παρατιθεμενον

παρατιθεμενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παρετῖθην

(나는) 내놓고 있었다

παρετῖθης

(너는) 내놓고 있었다

παρετῖθην*

(그는) 내놓고 있었다

쌍수 παρετίθετον

(너희 둘은) 내놓고 있었다

παρετιθέτην

(그 둘은) 내놓고 있었다

복수 παρετίθεμεν

(우리는) 내놓고 있었다

παρετίθετε

(너희는) 내놓고 있었다

παρετίθεσαν

(그들은) 내놓고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παρετιθέμην

(나는) 내놓여지고 있었다

παρετίθου, παρετίθεσο

(너는) 내놓여지고 있었다

παρετίθετο

(그는) 내놓여지고 있었다

쌍수 παρετίθεσθον

(너희 둘은) 내놓여지고 있었다

παρετιθέσθην

(그 둘은) 내놓여지고 있었다

복수 παρετιθέμεθα

(우리는) 내놓여지고 있었다

παρετίθεσθε

(너희는) 내놓여지고 있었다

παρετίθεντο

(그들은) 내놓여지고 있었다

단순 과거(Aorist) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παρέθηκα

(나는) 내놓았다

παρέθηκας

(너는) 내놓았다

παρέθηκεν*

(그는) 내놓았다

쌍수 παρεθήκατον

(너희 둘은) 내놓았다

παρεθηκάτην

(그 둘은) 내놓았다

복수 παρεθήκαμεν

(우리는) 내놓았다

παρεθήκατε

(너희는) 내놓았다

παρέθηκαν

(그들은) 내놓았다

접속법단수 παραθήκω

(나는) 내놓았자

παραθήκῃς

(너는) 내놓았자

παραθήκῃ

(그는) 내놓았자

쌍수 παραθήκητον

(너희 둘은) 내놓았자

παραθήκητον

(그 둘은) 내놓았자

복수 παραθήκωμεν

(우리는) 내놓았자

παραθήκητε

(너희는) 내놓았자

παραθήκωσιν*

(그들은) 내놓았자

기원법단수 παραθηκίην

(나는) 내놓았기를 (바라다)

παραθηκίης

(너는) 내놓았기를 (바라다)

παραθηκίη

(그는) 내놓았기를 (바라다)

쌍수 παραθηκίητον

(너희 둘은) 내놓았기를 (바라다)

παραθηκιήτην

(그 둘은) 내놓았기를 (바라다)

복수 παραθηκίημεν

(우리는) 내놓았기를 (바라다)

παραθηκίητε

(너희는) 내놓았기를 (바라다)

παραθηκίησαν

(그들은) 내놓았기를 (바라다)

명령법단수 παραθήκον

(너는) 내놓았어라

παραθηκάτω

(그는) 내놓았어라

쌍수 παραθήκατον

(너희 둘은) 내놓았어라

παραθηκάτων

(그 둘은) 내놓았어라

복수 παραθήκατε

(너희는) 내놓았어라

παραθηκάντων

(그들은) 내놓았어라

부정사 παραθήκαι

내놓았는 것

분사 남성여성중성
παραθηκᾱς

παραθηκαντος

παραθηκᾱσα

παραθηκᾱσης

παραθηκαν

παραθηκαντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παρεθηκάμην

(나는) 내놓여졌다

παρεθήκω

(너는) 내놓여졌다

παρεθήκατο

(그는) 내놓여졌다

쌍수 παρεθήκασθον

(너희 둘은) 내놓여졌다

παρεθηκάσθην

(그 둘은) 내놓여졌다

복수 παρεθηκάμεθα

(우리는) 내놓여졌다

παρεθήκασθε

(너희는) 내놓여졌다

παρεθήκαντο

(그들은) 내놓여졌다

접속법단수 παραθήκωμαι

(나는) 내놓여졌자

παραθήκῃ

(너는) 내놓여졌자

παραθήκηται

(그는) 내놓여졌자

쌍수 παραθήκησθον

(너희 둘은) 내놓여졌자

παραθήκησθον

(그 둘은) 내놓여졌자

복수 παραθηκώμεθα

(우리는) 내놓여졌자

παραθήκησθε

(너희는) 내놓여졌자

παραθήκωνται

(그들은) 내놓여졌자

기원법단수 παραθηκίμην

(나는) 내놓여졌기를 (바라다)

παραθήκιο

(너는) 내놓여졌기를 (바라다)

παραθήκιτο

(그는) 내놓여졌기를 (바라다)

쌍수 παραθήκισθον

(너희 둘은) 내놓여졌기를 (바라다)

παραθηκίσθην

(그 둘은) 내놓여졌기를 (바라다)

복수 παραθηκίμεθα

(우리는) 내놓여졌기를 (바라다)

παραθήκισθε

(너희는) 내놓여졌기를 (바라다)

παραθήκιντο

(그들은) 내놓여졌기를 (바라다)

명령법단수 παραθήκαι

(너는) 내놓여졌어라

παραθηκάσθω

(그는) 내놓여졌어라

쌍수 παραθήκασθον

(너희 둘은) 내놓여졌어라

παραθηκάσθων

(그 둘은) 내놓여졌어라

복수 παραθήκασθε

(너희는) 내놓여졌어라

παραθηκάσθων

(그들은) 내놓여졌어라

부정사 παραθήκεσθαι

내놓여졌는 것

분사 남성여성중성
παραθηκαμενος

παραθηκαμενου

παραθηκαμενη

παραθηκαμενης

παραθηκαμενον

παραθηκαμενου

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • διόπερ ἐξ ἐκείνου καθ’ ἕκαστον ἔτοσ ἀποκομίζεσθαι τὸ βρέτασ εἰσ τὴν ᾐόνα καὶ ἀφαγνίζεσθαι ψαιστά τε αὐτῷ παρατίθεσθαι· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 15, book 15, chapter 12 5:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 15, book 15, chapter 12 5:2)

  • καὶ μετὰ ταῦτα πλείστων τῶν μὲν Ἀγαθοῦ Δαίμονοσ αἰτούντων ποτήριον, τῶν δὲ Διὸσ Σωτῆροσ, ἄλλων δὲ Ὑγιείασ καὶ ἑτέρων ἑτέρουσ ἐπιλεγόντων, τοὺσ τούτων τῶν κράσεων μεμνημένουσ τῶν ποιητῶν ἔδοξεν παρατίθεσθαι, ὧν καὶ αὐτῶν μνησθήσομαι, ’ι Ἀντιφάνησ μὲν γὰρ ἐν Ἀγροικίσιν ἔφη· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 15, book 15, chapter 472)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 15, book 15, chapter 472)

  • τούτων δὲ οὐδὲν ἔγγραφον ὁ Κρατερὸσ τεκμήριον παρέσχηκεν, οὔτε δίκην οὔτε ψήφισμα, καίπερ εἰωθὼσ ἐπιεικῶσ γράφειν τὰ τοιαῦτα καὶ παρατίθεσθαι τοὺσ ἱστοροῦντασ. (Plutarch, , chapter 26 2:3)

    (플루타르코스, , chapter 26 2:3)

  • ποττὰν κοπίδ’, οἰῶ, σώμαι ἐν Ἀμυκλαῖον παρ’ Ἀπέλλω, εἷ βάρακεσ πολλαὶ κἄρτοι καὶ δωμὸσ τοι μάλα ἁδύσ, διαρρήδην λέγων μάζασ ἐν ταῖσ κοπίσι παρατίθεσθαι ‐ τοῦτο γὰρ αἱ βάρακεσ δηλοῦσιν, οὐχὶ τολύπασ, ὥσ φησι Λυκόφρων, ἢ τὰ προφυράματα τῶν μαζῶν, ὡσ Ἐρατοσθένησ ‐ καὶ ἄρτουσ δὲ καὶ ζωμόν τινα καθηδυσμένον περιττῶσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 17 4:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 17 4:2)

  • Θεόπομποσ δ’ ἐν τῇ τριακοστῇ καὶ πέμπτῃ τῶν ἱστοριῶν τὸν Παφλαγόνων φησὶ βασιλέα Θῦν ἑκατὸν πάντα παρατίθεσθαι δειπνοῦντα ἐπὶ τὴν τράπεζαν ἀπὸ βοῶν ἀρξάμενον καὶ ἀναχθέντα αἰχμάλωτον ὡσ βασιλέα καὶ ἐν φυλακῇ ὄντα πάλιν τὰ αὐτὰ παρατίθεσθαι ζῶντα λαμπρῶσ, διὸ καὶ ἀκούσαντα Ἀρταξέρξην εἰπεῖν ὅτι οὕτωσ αὑτῷ δοκοίη ζῆν ὡσ ταχέωσ ἀπολούμενοσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 25 1:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 25 1:1)

유의어

  1. 내놓다

  2. 제공하다

  3. to place upon

  4. 설명하다

  5. 비교하다

  6. to set before oneself

  7. 지르다

  8. 고용하다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION