헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐνιαύσιος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐνιαύσιος ἐνιαύσιᾱ ἐνιαύσιον

형태분석: ἐνιαυσι (어간) + ος (어미)

어원: from e)niauto/s

  1. 연 1회의, 매년의, 1년간 계속되는, 1년의
  2. 연 1회의, 1년간 계속되는, 매년의
  1. of a year, one year old
  2. yearly, annual, year by year
  3. for a year, lasting a year, for a year

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἐνιαύσιος

(이)가

ἐνιαυσίᾱ

(이)가

ἐνιαύσιον

(것)가

속격 ἐνιαυσίου

(이)의

ἐνιαυσίᾱς

(이)의

ἐνιαυσίου

(것)의

여격 ἐνιαυσίῳ

(이)에게

ἐνιαυσίᾱͅ

(이)에게

ἐνιαυσίῳ

(것)에게

대격 ἐνιαύσιον

(이)를

ἐνιαυσίᾱν

(이)를

ἐνιαύσιον

(것)를

호격 ἐνιαύσιε

(이)야

ἐνιαυσίᾱ

(이)야

ἐνιαύσιον

(것)야

쌍수주/대/호 ἐνιαυσίω

(이)들이

ἐνιαυσίᾱ

(이)들이

ἐνιαυσίω

(것)들이

속/여 ἐνιαυσίοιν

(이)들의

ἐνιαυσίαιν

(이)들의

ἐνιαυσίοιν

(것)들의

복수주격 ἐνιαύσιοι

(이)들이

ἐνιαύσιαι

(이)들이

ἐνιαύσια

(것)들이

속격 ἐνιαυσίων

(이)들의

ἐνιαυσιῶν

(이)들의

ἐνιαυσίων

(것)들의

여격 ἐνιαυσίοις

(이)들에게

ἐνιαυσίαις

(이)들에게

ἐνιαυσίοις

(것)들에게

대격 ἐνιαυσίους

(이)들을

ἐνιαυσίᾱς

(이)들을

ἐνιαύσια

(것)들을

호격 ἐνιαύσιοι

(이)들아

ἐνιαύσιαι

(이)들아

ἐνιαύσια

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Κελτῶν δὲ ἔστιν οἷσ νόμοσ καὶ ἐνιαύσια θύειν τῇ Ἀρτέμιδι, οἳ δὲ καὶ θησαυρὸν ἀποδεικνύουσιν τῇ θεῷ. (Arrian, Cynegeticus, chapter 34 1:1)

    (아리아노스, Cynegeticus, chapter 34 1:1)

  • φράζεσθαι δ’, εὖτ’ ἂν γεράνου φωνὴν ἐπακούσῃσ ὑψόθεν ἐκ νεφέων ἐνιαύσια κεκληγυίησ· (Hesiod, Works and Days, Book WD 51:1)

    (헤시오도스, 일과 날, Book WD 51:1)

  • Ἕλκεα ὁκόσα ἐνιαύσια γίνεται, ἢ μακρότερον χρόνον ἴσχει, ἀνάγκη ὀστέον ἀφίστασθαι, καὶ τὰσ οὐλὰσ κοίλασ γίνεσθαι. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., AFORISMOI., 60.45)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., AFORISMOI., 60.45)

  • εἰσί μοι ἀδελφιδῶν θυγατέρεσ τῶν ἀποθανουσῶν τότε ὅτ’ ἐγὼ οὐκ ἐστεφανούμην, σὺ δ’ ἐκέλευεσ, τέτταρεσ, ἡ μὲν νῦν ἐπίγαμοσ, ἡ δὲ ὀκταέτισ, ἡ δὲ σμικρὸν πρὸσ τρισὶν ἔτεσιν, ἡ δὲ οὔπω ἐνιαυσία. (Plato, Epistles, Letter 13 14:4)

    (플라톤, Epistles, Letter 13 14:4)

유의어

  1. of a year

  2. 연 1회의

  3. 연 1회의

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION