헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

βούλησις

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: βούλησις

형태분석: βουλησι (어간) + ς (어미)

어원: bou/lomai

  1. 뜻, 목적, 유서, 의지, 의도
  1. a willing, will, intention, purpose
  2. the purpose or meaning

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 βούλησις

뜻이

βουλήσει

뜻들이

βουλήσεις

뜻들이

속격 βουλήσεως

뜻의

βουλήσοιν

뜻들의

βουλήσεων

뜻들의

여격 βουλήσει

뜻에게

βουλήσοιν

뜻들에게

βουλήσεσιν*

뜻들에게

대격 βούλησιν

뜻을

βουλήσει

뜻들을

βουλήσεις

뜻들을

호격 βούλησι

뜻아

βουλήσει

뜻들아

βουλήσεις

뜻들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἄπρακτοσ γὰρ ἡ σπουδὴ τοῦ λόγου τῶν ἐλάττονα τῆσ βουλήσεωσ ἐχόντων τὴν δύναμιν. (Demades, On the Twelve Years, 29:2)

    (데마데스, On the Twelve Years, 29:2)

  • ὅλωσ γὰρ ἐπινόησόν μοι καὶ τῷ λογισμῷ διατύπωσον ποικιλωτάτην τινὰ ψυχῆσ κρᾶσιν ἐκ ψεύδουσ καὶ δόλων καὶ ἐπιορκιῶν καὶ κακοτεχνιῶν συγκειμένην, ῥᾳδίαν, τολμηράν, παράβολον, φιλόπονον ἐξεργάσασθαι τὰ νοηθέντα, καὶ πιθανὴν καὶ ἀξιόπιστον καὶ ὑκοκριτικὴν τοῦ βελτίονοσ καὶ τῷ ἐναντιωτάτῳ τῆσ βουλήσεωσ ἐοικυῖαν. (Lucian, Alexander, (no name) 4:9)

    (루키아노스, Alexander, (no name) 4:9)

  • "ἢ δυοῖν χάριν ταῦτα περιφέρουσιν ἀρχή τε γὰρ ἐντυχίασ καὶ παράδειγμα τῆσ βουλήσεωσ αὐτοῖσ γίνεται διὰ τούτων, αἰτηθεῖσι μὲν τὸ προσαγορευθῆναι, δοῦσι δὲ τὸ προυπογράφειν ὅτι δεῖ καὶ αὐτοὺσ μεταδιδόναι τῆσ ὡρ́ασ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 794)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 794)

  • θαυμαστὴ δὲ καὶ τὸ πλῆθοσ ἔσχε μεταβολὴ τῆσ ὁρμῆσ, ἀλλήλουσ παρακαλούντων καὶ προτρεπομένων πρὸσ τὸ ἔργον, οὐκ ἐκ διανομῆσ τινοσ ἢ τάξεωσ, ἀλλ’ ὡσ ἕκαστοσ ἑτοιμότητοσ ἢ βουλήσεωσ εἶχε τῶν χωρίων καταλαμβανομένων. (Plutarch, Camillus, chapter 32 3:1)

    (플루타르코스, Camillus, chapter 32 3:1)

  • οὗτοι μὲν οὖν τῆσ ἀλαζονείασ δίκην ἔδωκαν ὕστερον ὑπὸ Ἀντωνίου καὶ τοῦ νέου Καίσαροσ ἀναιρεθέντεσ καὶ μηδὲ τῆσ δόξησ, δι’ ἣν ἀπέθνῃσκον, ἀπολαύσαντεσ ἀπιστίᾳ τῶν ἄλλων, οὐδὲ γὰρ οἱ κολάζοντεσ αὐτοὺσ τῆσ πράξεωσ, ἀλλὰ τῆσ βουλήσεωσ τὴν δίκην ἔλαβον. (Plutarch, Caesar, chapter 67 3:2)

    (플루타르코스, Caesar, chapter 67 3:2)

유의어

  1. the purpose or meaning

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION