- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

βούλησις?

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: boulēsis 고전 발음: [불:레:시] 신약 발음: [불레시]

기본형: βούλησις

형태분석: βουλησι (어간) + ς (어미)

  1. 뜻, 목적, 유서, 의지, 의도
  1. a willing, will, intention, purpose
  2. the purpose or meaning

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 βούλησις

뜻이

βουλήσει

뜻들이

βουλήσεις

뜻들이

속격 βουλήσεως

뜻의

βουλήσοιν

뜻들의

βουλήσεων

뜻들의

여격 βουλήσει

뜻에게

βουλήσοιν

뜻들에게

βουλήσεσι(ν)

뜻들에게

대격 βούλησιν

뜻을

βουλήσει

뜻들을

βουλήσεις

뜻들을

호격 βούλησι

뜻아

βουλήσει

뜻들아

βουλήσεις

뜻들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὐ μικρὰ <γάρ> ἐστι τῷ κινδυνεύοντι ῥοπὴ πρὸς σωτηρίαν ἡ τῶν ἀκουόντων βούλησις ταττομένη μετὰ τοῦ δικαίου. (Demades, On the Twelve Years, 6:2)

    (데마데스, On the Twelve Years, 6:2)

  • ἄπρακτος γὰρ ἡ σπουδὴ τοῦ λόγου τῶν ἐλάττονα τῆς βουλήσεως ἐχόντων τὴν δύναμιν. (Demades, On the Twelve Years, 29:2)

    (데마데스, On the Twelve Years, 29:2)

  • ὁκόσοι γὰρ δὴ ἀνθρώποισι ἐν τῇ γενεῇ ταύτῃ ^ οἰκοδεσποτέουσι, οὗτοι ὅκως τοκέες ἑωυτοῖσι πάντα ἰκέλους ^ ἐκτελέουσιν καὶ χρόην καὶ μορφὴν καὶ ἔργα καὶ διανοίην, καὶ βασιλεὺς μὲν ὁ Μίνως Διὸς ἡγεομένου, καλὸς ^ δὲ Αἰνείης Ἀφροδίτης βουλήσει ἐγένετο, κλέπτης δὲ Αὐτόλυκος, ἡ δέ οἱ κλεπτικὴ ἐξ Ἑρμέω ἀπίκετο. (Lucian, De astrologia, (no name) 20:4)

    (루키아노스, De astrologia, (no name) 20:4)

  • ἀρρενικῶν δὲ καὶ θηλυκῶν καὶ οὐδετέρων ἀντιμετατάξεις ἐκβεβηκυῖαι τῶν συνήθων σχημάτων αἱ τοιαίδε εἰσίν, ὅταν τὴν μὲν ταραχὴν τάραχον καλῇ τὸ θηλυκὸν ἐκφέρων ἀρρενικῶς καὶ τὴν ὄχλησιν ὄχλον, τὴν δὲ βούλησιν καὶ τὴν δύναμιν τὸ βουλόμενον λέγῃ καὶ τὸ δυνάμενον: (Dionysius of Halicarnassus, De Thucydidis idiomatibus (epistula ad Ammaeum), chapter 101)

    (디오니시오스, De Thucydidis idiomatibus (epistula ad Ammaeum), chapter 101)

  • ὅλως γὰρ ἐπινόησόν μοι καὶ τῷ λογισμῷ διατύπωσον ποικιλωτάτην τινὰ ψυχῆς κρᾶσιν ἐκ ψεύδους καὶ δόλων καὶ ἐπιορκιῶν καὶ κακοτεχνιῶν συγκειμένην, ῥᾳδίαν, τολμηράν, παράβολον, φιλόπονον ἐξεργάσασθαι τὰ νοηθέντα, καὶ πιθανὴν καὶ ἀξιόπιστον καὶ ὑκοκριτικὴν τοῦ βελτίονος καὶ τῷ ἐναντιωτάτῳ τῆς βουλήσεως ἐοικυῖαν. (Lucian, Alexander, (no name) 4:9)

    (루키아노스, Alexander, (no name) 4:9)

  • ἡ δὲ βούλησις πάρα. (Euripides, Iphigenia in Tauris, episode, iambic 5:3)

    (에우리피데스, Iphigenia in Tauris, episode, iambic 5:3)

  • ἔστιν οὖν πρόνοια ἡ μὲν ἀνωτάτω καὶ πρώτη τοῦ πρώτου θεοῦ νόησις, εἴτε καὶ βούλησις οὖσα εὐεργέτις ἁπάντων, καθ ἣν πρώτως ἕκαστα τῶν θείων διὰ παντὸς ἄριστά τε καὶ κάλλιστα κεκόσμηται. (Plutarch, De fato, section 91)

    (플루타르코스, De fato, section 91)

  • ἡ δ ἀνωτάτω πρόνοια πρεσβύτατον ἁπάντων, πλὴν οὗπέρ ἐστιν εἴτε βούλησις εἴτε νόησις εἴτε καὶ ἑκάτερον. (Plutarch, De fato, section 9 6:3)

    (플루타르코스, De fato, section 9 6:3)

  • τῷ δ ἀποκρινομένῳ μέτρον ἔστω ἡ τοῦ ἐρωτῶντος βούλησις. (Plutarch, De garrulitate, section 21 2:3)

    (플루타르코스, De garrulitate, section 21 2:3)

유의어

  1. the purpose or meaning

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION