πορθμός
2군 변화 명사; 남성
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
πορθμός
πορθμοῦ
형태분석:
πορθμ
(어간)
+
ος
(어미)
뜻
- 해협, 통로, 수로, 어귀
- 문자, 입구, 통과, 강어귀
- a ferry or a place crossed by a ferry, a strait, firth
- a crossing by a ferry, passage, a passage to
곡용 정보
2군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- ἐκτεθειῶσθαι νομίζουσι ταῖσ τιμαῖσ ὑπὸ τῶν βαρβάρων καὶ καταλιπεῖν ὄνομα πολλαῖσ μὲν θαλάτταισ, πορθμῶν δὲ τοῖσ μεγίστοισ ἀφ’ αὑτῆσ διὰ τὴν δόξαν, ἀρχὴν δὲ καὶ πηγὴν τῶν ἐπιφανεστάτων καὶ βασιλικωτάτων γενῶν παρασχεῖν · (Plutarch, De Herodoti malignitate, section 11 1:1)
(플루타르코스, De Herodoti malignitate, section 11 1:1)
- δέδοικα δ’ ἡσυχάζοντα Φαρνάκην αὖθισ ἐρεθίζειν καὶ κινεῖν, ὠκεανοῦ τε πλημμύρασ ὡσ λέγουσιν αὐτοὶ καὶ πορθμῶν ἐπιδόσεισ, διαχεομένων καὶ αὐξανομένων ὑπὸ τῆσ σελήνησ τῷ ἀνυγραίνεσθαι, παρατιθέμενοσ. (Plutarch, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 2531)
(플루타르코스, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 2531)
- παῖ γέροντοσ Οἰνέωσ, τοσόνδ’ ὀνήσει τῶν ἐμῶν, ἐὰν πίθῃ, πορθμῶν, ὁθούνεχ’ ὑστάτην σ’ ἔπεμψ’ ἐγώ· (Sophocles, Trachiniae, episode17)
(소포클레스, 트라키니아이, episode17)
- ὥστε τὰσ ἐμπορίασ οὐ νήσων οὐδὲ λιμένων οὐδὲ πορθμῶν τινων καὶ ἰσθμῶν, ἀλλὰ σχεδὸν ἁπάσησ τῆσ οἰκουμένησ γίγνεσθαι παρ’ ὑμῖν. (Dio, Chrysostom, Orationes, 48:2)
(디오, 크리소토모스, 연설, 48:2)
- νῦν δὴ τὸ κάλλιστον εἶδοσ παρέσται δοκεῖν, τοῦτο μὲν ἐξαίφνησ ἐκφανὴσ ἐγγιγνομένη, τοῦτο δὲ ἀπαντικρὺ γιγνομένῳ, τοῦτο δ’ ἐκ προαστείων, ἐκ πορθμῶν, ἐκ πελάγουσ, ἐκ γῆσ, ἐκ θαλάττησ. (Aristides, Aelius, Orationes, 2:6)
(아리스티데스, 아일리오스, 연설, 2:6)
유의어
-
해협
-
문자
- πορθμεῖον (나루, 수송선, 나룻배)
- πόρθμευμα (나루, 수송선, 문자)
- πέρασις (교차로, 횡단)
- διάβασις (문자, 입구, 통과)
- ὑπερβολή (문자, 입구, 통과)
- πορθμεῖον (a passage-boat, ferry-boat)
- πορεία (문자, 입구, 통과)