πορθμός
2군 변화 명사; 남성
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
πορθμός
πορθμοῦ
형태분석:
πορθμ
(어간)
+
ος
(어미)
뜻
- 해협, 통로, 수로, 어귀
- 문자, 입구, 통과, 강어귀
- a ferry or a place crossed by a ferry, a strait, firth
- a crossing by a ferry, passage, a passage to
곡용 정보
2군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- καὶ περὶ τῆσ ἐγχέλυοσ δ’ Ἀρχέστρατοσ οὕτωσ ἱστορεῖ ἔγχελυν αἰνῶ μὲν πᾶσαν, πολὺ δ’ ἐστὶ κρατίστη Ῥηγίου ἀντιπέρασ πορθμοῦ· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 53 1:5)
(아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 53 1:5)
- ἐκ πορθμοῦ δὲ λαβεῖν πειρῶ καὶ τοῦτον, ἑταῖρε. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 119 1:2)
(아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 119 1:2)
- ὁ δὲ Νικίασ εὐθὺσ αὐτὸσ καὶ παρὰ φύσιν ὑπὸ τῆσ ἐν τῷ παρόντι ῥώμησ καὶ τύχησ ἀνατεθαρρηκώσ, μάλιστα δὲ τοῖσ ἐκ Συρακουσῶν διαλεγομένοισ κρύφα καὶ πέμπουσι πρὸσ αὐτὸν ὅσον οὔπω τὴν πόλιν ἐνδίδοσθαι κατὰ συμβάσεισ νομίζων, οὐδένα τοῦ Γυλίππου λόγον ἔσχε προσπλέοντοσ, οὐδὲ φυλακὴν ἐποιήσατο καθαράν, ἀλλὰ τῷ παντελῶσ ὑπερορᾶσθαι καὶ καταφρονεῖσθαι λαθὼν αὐτὸν ὁ ἀνὴρ εἰσέπλευσε διὰ πορθμοῦ, καὶ προσκομισθεὶσ ἀπωτάτω τῶν Συρακουσῶν στρατιὰν συνηγάγετο πολλήν, οὐδ’ εἰ πάρεστι τῶν Συρακουσίων ἐπισταμένων οὐδὲ προσδοκώντῶν. (Plutarch, , chapter 18 6:1)
(플루타르코스, , chapter 18 6:1)
- καὶ γάρ τοι πέμψασ Ἱππόνικον ὁ σύμμαχοσ αὐτοῖσ Φίλιπποσ καὶ ξένουσ χιλίουσ, τὰ τείχη περιεῖλε τοῦ Πορθμοῦ καὶ τρεῖσ κατέστησε τυράννουσ, Ἵππαρχον, Αὐτομέδοντα, Κλείταρχον· (Demosthenes, Speeches, 70:1)
(데모스테네스, Speeches, 70:1)
- πέμπουσι δ’ ἀνδαίοντεσ ἀφθόνῳ μένει φλογὸσ μέγαν πώγωνα, καὶ Σαρωνικοῦ πορθμοῦ κάτοπτον πρῶν’ ὑπερβάλλειν πρόσω φλέγουσαν· (Aeschylus, Agamemnon, episode 1:12)
(아이스킬로스, 아가멤논, episode 1:12)
유의어
-
해협
-
문자
- πορθμεῖον (나루, 수송선, 나룻배)
- πόρθμευμα (나루, 수송선, 문자)
- πέρασις (교차로, 횡단)
- διάβασις (문자, 입구, 통과)
- ὑπερβολή (문자, 입구, 통과)
- πορθμεῖον (a passage-boat, ferry-boat)
- πορεία (문자, 입구, 통과)