- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δίκροτος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: dikrotos 고전 발음: [로또] 신약 발음: [로또]

기본형: δίκροτος δίκροτον

형태분석: δικροτ (어간) + ος (어미)

  1. double-beating
  2. double-oared or with two banks of oars
  3. for two cars

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 δίκροτος

(이)가

δίκροτον

(것)가

속격 δικρότου

(이)의

δικρότου

(것)의

여격 δικρότῳ

(이)에게

δικρότῳ

(것)에게

대격 δίκροτον

(이)를

δίκροτον

(것)를

호격 δίκροτε

(이)야

δίκροτον

(것)야

쌍수주/대/호 δικρότω

(이)들이

δικρότω

(것)들이

속/여 δικρότοιν

(이)들의

δικρότοιν

(것)들의

복수주격 δίκροτοι

(이)들이

δίκροτα

(것)들이

속격 δικρότων

(이)들의

δικρότων

(것)들의

여격 δικρότοις

(이)들에게

δικρότοις

(것)들에게

대격 δικρότους

(이)들을

δίκροτα

(것)들을

호격 δίκροτοι

(이)들아

δίκροτα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐπεὶ μελάθρων τῶνδ ἀπήραμεν πόδα, ἐσβάντες ᾖμεν δίκροτον εἰς ἁμαξιτὸν ἔνθ ἦν ὁ κλεινὸς τῶν Μυκηναίων ἄναξ. (Euripides, episode 1:1)

    (에우리피데스, episode 1:1)

  • ἐκ τούτου τῆς μὲν γῆς ἐπικρατῶν ὁ Σύλλας ἐν ταῖς Ἀθήναις, περικοπτόμενος δὲ τὴν ἀγορὰν ἐκ τῆς θαλάττης ὑπὸ τῶν πολεμίων ναυκρατούντων, ἐξέπεμψεν ἐπ Αἰγύπτου καὶ Λιβύης τὸν Λούκουλλον ἄξοντα ναῦς ἐκεῖθεν, ἦν μὲν οὖν ἀκμὴ χειμῶνος, ἐξέπλευσε δὲ τρισὶν Ἑλληνικοῖς μυοπάρωσι καὶ δικρότοις ἴσαις Ῥοδιακαῖς πρὸς μέγα πέλαγος καὶ ναῦς πολεμίας, πανταχόσε τῷ κρατεῖν πολλὰς διαφερομένας, παραβαλλόμενος. (Plutarch, Lucullus, chapter 2 2:1)

    (플루타르코스, Lucullus, chapter 2 2:1)

  • νῆα γὰρ ἀπνοϊῄ πεπεδημένου ἔφθασε ναύταις ληιστέων ταχινὴ δίκροτος ἐσσυμένη: (Unknown, Greek Anthology, Volume II, book 7, chapter 6402)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume II, book 7, chapter 6402)

  • αἱ δὲ μακραὶ νῆες οὐχ ὡσαύτως ἀπαθεῖς ἀπῆλθον ἐν τῇ ἐπιστροφῇ, οὔτε μετέωροι ἐπὶ τοῦ ἐπικαχλάζοντος κύματος ὡσαύτως οὖσαι, ὅσαι τε δίκροτοι αὐτῶν τὰς κάτω κώπας οὐκ ἐπὶ πολὺ ἔξω ἔχουσαι τοῦ ὕδατος: (Arrian, Anabasis, book 6, chapter 5 2:2)

    (아리아노스, Anabasis, book 6, chapter 5 2:2)

  • διεσκεδασμένων δὲ τῶν ἀνθρώπων, αἱ μὲν τῶν νεῶν δίκροτοι ἦσαν, αἱ δὲ μονόκροτοι, αἱ δὲ παντελῶς κεναί: (Xenophon, Hellenica, , chapter 1 33:4)

    (크세노폰, Hellenica, , chapter 1 33:4)

  • Ὁλκάδος δὲ βασιλικῆς ἱστίῳ παραπλεούσης, Ῥοδία δίκροτος ἐπ αὐτὴν ἀνήχθη: (Appian, The Foreign Wars, chapter 4 4:1)

    (아피아노스, The Foreign Wars, chapter 4 4:1)

유의어

  1. double-beating

  2. double-oared or with two banks of oars

  3. for two cars

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION