- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παραπίπτω?

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: parapiptō 고전 발음: [빠라삡또:] 신약 발음: [빠라삐]

기본형: παραπίπτω παραπεσοῦμαι

형태분석: παρα (접두사) + πίπτ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 일어나다, 나타나다
  1. to fall beside
  2. to fall in one's way, offers, the first that comes
  3. to befall
  4. to fall aside or away from, to fall away

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παραπίπτω

παραπίπτεις

παραπίπτει

쌍수 παραπίπτετον

παραπίπτετον

복수 παραπίπτομεν

παραπίπτετε

παραπίπτουσι(ν)

접속법단수 παραπίπτω

παραπίπτῃς

παραπίπτῃ

쌍수 παραπίπτητον

παραπίπτητον

복수 παραπίπτωμεν

παραπίπτητε

παραπίπτωσι(ν)

기원법단수 παραπίπτοιμι

παραπίπτοις

παραπίπτοι

쌍수 παραπίπτοιτον

παραπιπτοίτην

복수 παραπίπτοιμεν

παραπίπτοιτε

παραπίπτοιεν

명령법단수 παραπίπτε

παραπιπτέτω

쌍수 παραπίπτετον

παραπιπτέτων

복수 παραπίπτετε

παραπιπτόντων, παραπιπτέτωσαν

부정사 παραπίπτειν

분사 남성여성중성
παραπιπτων

παραπιπτοντος

παραπιπτουσα

παραπιπτουσης

παραπιπτον

παραπιπτοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παραπίπτομαι

παραπίπτει, παραπίπτῃ

παραπίπτεται

쌍수 παραπίπτεσθον

παραπίπτεσθον

복수 παραπιπτόμεθα

παραπίπτεσθε

παραπίπτονται

접속법단수 παραπίπτωμαι

παραπίπτῃ

παραπίπτηται

쌍수 παραπίπτησθον

παραπίπτησθον

복수 παραπιπτώμεθα

παραπίπτησθε

παραπίπτωνται

기원법단수 παραπιπτοίμην

παραπίπτοιο

παραπίπτοιτο

쌍수 παραπίπτοισθον

παραπιπτοίσθην

복수 παραπιπτοίμεθα

παραπίπτοισθε

παραπίπτοιντο

명령법단수 παραπίπτου

παραπιπτέσθω

쌍수 παραπίπτεσθον

παραπιπτέσθων

복수 παραπίπτεσθε

παραπιπτέσθων, παραπιπτέσθωσαν

부정사 παραπίπτεσθαι

분사 남성여성중성
παραπιπτομενος

παραπιπτομενου

παραπιπτομενη

παραπιπτομενης

παραπιπτομενον

παραπιπτομενου

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τότε γὰρ οὐδὲ φωνὴν ἀκούειν ἔτι θέλουσι τῶν διαβαλλομένων ἢ τῶν ἀπολογουμένων, τὸ ἀξιόπιστον τῆς κατηγορίας ἐκ τῆς πάλαι δοκούσης φιλίας προειληφότες, οὐδὲ τοῦτο λογιζόμενοι, ὅτι πολλαὶ πολλάκις ἐν τοῖς φιλτάτοις μίσους παραπίπτουσιν αἰτίαι τοὺς ἄλλους λανθάνουσαι: (Lucian, Calumniae non temere credundum, (no name) 24:5)

    (루키아노스, Calumniae non temere credundum, (no name) 24:5)

  • "ἀμελουμένων τινῶν, καθάπερ ἐν οἰκίαις μείζοσι παραπίπτει τινὰ πίτυρα καὶ ποσοὶ πυροί τινες, τῶν ὅλων εὖ οἰκονομουμένων: (Plutarch, De Stoicorum repugnantiis, section 37 3:1)

    (플루타르코스, De Stoicorum repugnantiis, section 37 3:1)

  • τὸ μὲν οὖν τὰ τοιαῦτα συμπτώματα τῶν καλῶν κἀγαθῶν ἀνδρῶν, οἱο῀ν ἡ Σωκράτους καταδίκη καὶ ὁ Πυθαγόρου ζῶντος ἐμπρησμὸς ὑπὸ τῶν Κυλωνείων καὶ Ζήνωνος ὑπὸ Δημύλου τοῦ τυράννου καὶ Ἀντιφῶντος ὑπὸ Διονυσίου στρεβλουμένων ἀναιρέσεις, πιτύροις παραπίπτουσιν ἀπεικάζειν, ὅσης ἐστὶν εὐχερείας, ἐῶ: (Plutarch, De Stoicorum repugnantiis, section 37 4:2)

    (플루타르코스, De Stoicorum repugnantiis, section 37 4:2)

  • ὁ δέ, ὡς εἶδεν ἀνόπλους καὶ μόνους προσιόντας, ἐκείνους μὲν εὐθὺς συνέλαβε, τὴν δὲ Φάρσαλον κατέσχε, φρίκην δὲ καὶ φόβον ἐνειργάσατο τοῖς ὑπηκόοις πᾶσιν ὥς γε μετά τὴν τηλικαύτην ἀδικίαν καὶ τόλμαν ἀφειδήσων ἁπάντων, καὶ χρησόμενος οὕτω τοῖς παραπίπτουσιν ἀνθρώποις καὶ πράγμασιν ὡς τότε γε κομιδῇ τὸν ἑαυτοῦ βίον ἀπεγνωκώς. (Plutarch, Pelopidas, chapter 27 6:1)

    (플루타르코스, Pelopidas, chapter 27 6:1)

  • ἡμεῖς μὲν τοίνυν οὐκ ἠθελήσαμεν προδοῦναι, ἀξιοῦμεν δὲ μηδ ὑμᾶς, ἐνθυμουμένους ὅτι σφόδρ ἂν ἡμῖν ὠργίζεσθε καὶ ἐτιμωρεῖσθε, ὅπου παρεπίπτομεν, ὡς εἰκὸς τοὺς ἀδικοῦντας, εἰ ἡμεῖς παρὰ τούτων ἢ χρήματα λαβόντες ἢ ἄλλῳ τινὶ τρόπῳ διηλλάγημεν. (Lysias, Speeches, 16:1)

    (리시아스, Speeches, 16:1)

유의어

  1. to fall beside

  2. 일어나다

  3. to fall aside or away from

관련어

명사

형용사

동사

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION