Ancient Greek-English Dictionary Language

ὁποῖος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ὁποῖος ὁποῖη ὁποῖον

Structure: ὁποι (Stem) + ος (Ending)

Sense

  1. of what sort or quality, as
  2. of what sort, of what kind soever
  3. like as

Examples

  • ἀλλ’, ὦ κατάπυγον, οἰεί τοσοῦτον μανδραγόραν κατακεχύσθαι αὐτοῦ ὡσ ταῦτα μὲν ἀκούειν, ἐκεῖνα δὲ μὴ εἰδέναι, οἱο͂σ μέν σου ὁ μεθ’ ἡμέραν βίοσ, οἱοῖ δέ σοι πότοι, ὁποῖαι δὲ νύκτεσ καὶ οἱοίσ καὶ ἡλίκοισ συγκαθεύδεισ; (Lucian, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 23:1)
  • "περὶ τῶν καλῶν κἀγαθῶν γυναικῶν οὐδένα δεῖ λόγον εἰκῆ λέγεσθαι, ἀγνοεῖσθαι δ’ αὐτὰσ τὸ παράπαν, ὁποῖαι τυγχάνουσι, πλὴν μόνοισ τοῖσ συμβιοῦσι. (Plutarch, Apophthegmata Laconica, , section 11)
  • "περὶ τῶν καλῶν κἀγαθῶν γυναικῶν οὐδένα δεῖ λόγον εἰκῆ λέγεσθαι, ἀγνοεῖσθαι δ’ αὐτὰσ τὸ παράπαν, ὁποῖαι τυγχάνουσι, πλὴν μόνοισ τοῖσ συμβιοῦσι. (Plutarch, Apophthegmata Laconica, , section 11)
  • ἡνίασ γε μὴν ἐπαινοῦμεν ὁποῖαι ἴσαι τέ εἰσι καὶ μὴ ἀσθενεῖσ μηδὲ ὀλισθηραὶ μηδὲ παχεῖαι, ἵνα καὶ τὸ δόρυ ὅταν δέῃ δέχεσθαι ἡ χεὶρ δύνηται. (Xenophon, Minor Works, , chapter 7 10:1)
  • ἦ γὰρ ἐγὼ ἄγω ἐνταῦθα, ὦ γενναῖε, ἢ ἐκεῖνοσ ὃσ ἂν φῇ ἀνέδην οὕτω τοὺσ χαίροντασ, ὅπωσ ἂν χαίρωσιν, εὐδαίμονασ εἶναι, καὶ μὴ διορίζηται τῶν ἡδονῶν ὁποῖαι ἀγαθαὶ καὶ κακαί; (Plato, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 290:6)
  • εἴπερ οὖν μεθόδῳ μέλλοιμεν ἐξευρήσειν, ὁπόσαι τε καὶ ὁποῖαί τινεσ αἱ δυνάμεισ εἰσίν, ἀπὸ τῶν ἔργων αὐτῶν ἀρκτέον· (Galen, On the Natural Faculties., , section 45)

Synonyms

  1. like as

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION