- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὁμαλός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: homalos 고전 발음: [호말로] 신약 발음: [오말로]

기본형: ὁμαλός ὁμαλή ὁμαλόν

형태분석: ὁμαλ (어간) + ος (어미)

어원: ὁμός

  1. 고른, 판판한, 평평한, 균형을 이룬
  2. 동일한, 같은, 인, 동등한, 균형이 잡힌, 공정한
  3. 닮은, 비슷한
  1. even, level, level
  2. on a level, equal, with an equal, on a level with, equal
  3. of the average sort, an ordinary sort of
  4. evenly, in an even line
  5. alike

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ὁμαλός

고른 (이)가

ὁμαλή

고른 (이)가

ὁμαλόν

고른 (것)가

속격 ὁμαλοῦ

고른 (이)의

ὁμαλῆς

고른 (이)의

ὁμαλοῦ

고른 (것)의

여격 ὁμαλῷ

고른 (이)에게

ὁμαλῇ

고른 (이)에게

ὁμαλῷ

고른 (것)에게

대격 ὁμαλόν

고른 (이)를

ὁμαλήν

고른 (이)를

ὁμαλόν

고른 (것)를

호격 ὁμαλέ

고른 (이)야

ὁμαλή

고른 (이)야

ὁμαλόν

고른 (것)야

쌍수주/대/호 ὁμαλώ

고른 (이)들이

ὁμαλά

고른 (이)들이

ὁμαλώ

고른 (것)들이

속/여 ὁμαλοῖν

고른 (이)들의

ὁμαλαῖν

고른 (이)들의

ὁμαλοῖν

고른 (것)들의

복수주격 ὁμαλοί

고른 (이)들이

ὁμαλαί

고른 (이)들이

ὁμαλά

고른 (것)들이

속격 ὁμαλῶν

고른 (이)들의

ὁμαλῶν

고른 (이)들의

ὁμαλῶν

고른 (것)들의

여격 ὁμαλοῖς

고른 (이)들에게

ὁμαλαῖς

고른 (이)들에게

ὁμαλοῖς

고른 (것)들에게

대격 ὁμαλούς

고른 (이)들을

ὁμαλάς

고른 (이)들을

ὁμαλά

고른 (것)들을

호격 ὁμαλοί

고른 (이)들아

ὁμαλαί

고른 (이)들아

ὁμαλά

고른 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • προάγειν δὲ τὰς κύνας τοὐλάχιστον τετράκις ἐπὶ τῇ ἡμέρᾳ ἐς ὁμαλὸν χωρίον καὶ καθαρόν. (Arrian, Cynegeticus, chapter 12 1:1)

    (아리아노스, Cynegeticus, chapter 12 1:1)

  • τὸ μὲν χωρίον, ἵναπερ τὰ γυμνάσια αὐτοῖς τελεῖται, οὐχ ὁμαλὸν ἐπιλέγονται μόνον, ἀλλ᾿ ἐς τοσόνδε προσεξεργάζονται, ὥστε σκάπτειν τε τὸ μέσον αὐτοῦ ἐς βάθος αύμμετρον καὶ τὰς βώλους συγκόπτειν ἐς λεπτότητά τε καὶ μαλθακότητα, ἀποτεμνόμενοι τοῦ παντὸς πεδίου τὸ πρὸ τοῦ βήματος ἐς πλαισίου ἰσοπλεύρου σχῆμα. (Arrian, chapter 34 1:1)

    (아리아노스, chapter 34 1:1)

  • καὶ ἔγωγε κατ ἐκείνην ἄθλιος ἀνῆλθον τοσαῦτα καμὼν οὐδὲν δέον ἡ ἑτέρα δ ἅτε ὁμαλὴ οὖσα καὶ ἀγκύλον οὐδὲν ἔχουσα πόρρωθέν μοι ἐφάνη οἱά ἐστὶν οὐχ ὁδεύσαντι αὐτῷ. (Lucian, Rhetorum praeceptor, (no name) 8:2)

    (루키아노스, Rhetorum praeceptor, (no name) 8:2)

  • φαίνεται δ ὁ μὲν Ἀριστείδης οὔπω τότε μεγάλων οὐσῶν τῶν Ἀθηνῶν καὶ ταῖς οὐσίαις ἔτι συμμέτροις καὶ ὁμαλοῖς ἐπιβαλὼν δημαγωγοῖς καὶ στρατηγοῖς ἐπιφανὴς γενέσθαι: (Plutarch, Comparison of Aristides with Marcus Cato, chapter 1 2:1)

    (플루타르코스, Comparison of Aristides with Marcus Cato, chapter 1 2:1)

  • ἀλλὰ καὶ πλούτῳ προϊέναι μέχρι παντὸς ἐφῆκε, καὶ πενίας πολλῆς ἀθροιζομένης καὶ ὑπορρεούσης εἰς τὴν πόλιν ἠμέλησε, δέον εὐθὺς ἐν ἀρχῇ, μηδέπω πολλῆς μηδὲ μεγάλης ἀνισότητος οὔσης, ἀλλ ἔτι τοῖς βίοις ὁμαλῶν καὶ παραπλησίων ὄντων, ἐνστῆναι πρὸς τὴν πλεονεξίαν, ὥσπερ Λυκοῦργος, καὶ φυλάξασθαι τὰς ἀπ αὐτῆς βλάβας, οὐ μικρὰς γενομένας, ἀλλὰ τῶν πλείστων καὶ μεγίστων κακῶν, ὅσα συνηνέχθη, σπέρμα καὶ ἀρχὴν παρασχούσας. (Plutarch, Comparison of Lycurgus and Numa, chapter 2 5:1)

    (플루타르코스, Comparison of Lycurgus and Numa, chapter 2 5:1)

  • "καὶ φιλάνθρωπος οὐχ ὁμαλός ἐστιν οὐδ ὅμοιος ἀμφοτέροις τοῖς γένεσιν, ἀλλ ὥσπερ ἱματίων οἰόμενος εἶναι διαφορὰς ἐρώτων γυναικῶν καὶ ἀνδρῶν. (Plutarch, Amatorius, section 2111)

    (플루타르코스, Amatorius, section 2111)

  • ἀλλ ἴσος καὶ ὁμαλὸς ἐσθῆτι καὶ διαίτῃ καὶ τροφαῖς παίδων καὶ θεραπείᾳ γυναικός, οἱο῀ν ὁμοδημεῖν καὶ συνανθρωπεῖν τοῖς πολλοῖς βουλόμενος. (Plutarch, Praecepta gerendae reipublicae, chapter, section 31 12:1)

    (플루타르코스, Praecepta gerendae reipublicae, chapter, section 31 12:1)

  • ἐμοὶ δ ὅτε μὲν ὁμαλὸς ὁ γάμος, ἄφοβος: (Aeschylus, Prometheus Bound, choral, epode1)

    (아이스킬로스, 결박된 프로메테우스, choral, epode1)

  • πλευσοῦμαι κἠγὼ διαπόντιος, οὔτε κάκιστος οὔτε πρᾶτος ἴσως, ὁμαλὸς δέ τις ὁ στρατιώτας. (Theocritus, Idylls, 56)

    (테오크리토스, Idylls, 56)

  • τὸν μὲν οὖν λόφον, ἐφ οὗ τὸ ἱερὸν ἔμελλεν ἱδρύεσθαι, πολλῆς δεόμενον πραγματείας οὕ᾿τε γὰρ εὐπρόσοδος ἦν οὔτε ὁμαλός, ἀλλ ἀπότομος καὶ εἰς κορυφὴν συναγόμενος ὀξεῖαν ἀναλήμμασιν ὑψηλοῖς πολλαχόθεν περιλαβὼν καὶ πολὺν χοῦν εἰς τὸ μεταξὺ τῶν τε ἀναλημμάτων καὶ τῆς κορυφῆς ἐμφορήσας, ὁμαλὸν γενέσθαι παρεσκεύασε καὶ πρὸς ἱερῶν ὑποδοχὴν ἐπιτηδειότατον. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, book 3, chapter 69 1:2)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, book 3, chapter 69 1:2)

유의어

  1. 고른

  2. 동일한

  3. 닮은

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION