헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

στάσιμος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: στάσιμος στάσιμον

형태분석: στασιμ (어간) + ος (어미)

어원: sta/sis

  1. 굳은, 안정된, 견고한, 딱딱한
  2. 단단한, 튼튼한, 굳은, 확고한, 견고한, 굳건한, 딱딱한, 끈기 있는
  1. standing, stationary;, stagnant
  2. stable, steadfast, steady, firm, steadfast, steady, solid
  3. a regular song of the chorus, had taken its stand

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 στάσιμος

굳은 (이)가

στάσιμον

굳은 (것)가

속격 στασίμου

굳은 (이)의

στασίμου

굳은 (것)의

여격 στασίμῳ

굳은 (이)에게

στασίμῳ

굳은 (것)에게

대격 στάσιμον

굳은 (이)를

στάσιμον

굳은 (것)를

호격 στάσιμε

굳은 (이)야

στάσιμον

굳은 (것)야

쌍수주/대/호 στασίμω

굳은 (이)들이

στασίμω

굳은 (것)들이

속/여 στασίμοιν

굳은 (이)들의

στασίμοιν

굳은 (것)들의

복수주격 στάσιμοι

굳은 (이)들이

στάσιμα

굳은 (것)들이

속격 στασίμων

굳은 (이)들의

στασίμων

굳은 (것)들의

여격 στασίμοις

굳은 (이)들에게

στασίμοις

굳은 (것)들에게

대격 στασίμους

굳은 (이)들을

στάσιμα

굳은 (것)들을

호격 στάσιμοι

굳은 (이)들아

στάσιμα

굳은 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • πραότητοσ δ’ ἐστὶ τὸ δύνασθαι φέρειν μετρίωσ ἐγκλήματα καὶ ὀλιγωρίασ, καὶ τὸ μὴ ταχέωσ ὁρμᾶν ἐπὶ τὰσ τιμωρίασ, καὶ τὸ μὴ εὐκίνητον εἶναι πρὸσ τὰσ ὀργάσ, ἄπικρον δὲ τῷ ἤθει καὶ ἀφιλόνεικον, ἔχοντα τὸ ἠρεμαῖον ἐν τῇ ψυχῇ καὶ στάσιμον. (Aristotle, Virtues and Vices 15:3)

    (아리스토텔레스, Virtues and Vices 15:3)

  • ἀμέλει τὰ λιμναῖα καὶ ὅσα στάσιμα τῶν ὑδάτων καί τινα ἐν ἀδιεξόδοισ ἐγκαθήμενα κοιλότησι μοχθηρά, καὶ τελευτῶντα σήπεται τῷ κινήσεωσ ἥκιστα μετέχειν, ἣ τὸ θερμὸν ἐν ἑκάστοισ ῥιπίζουσα τηρεῖ περὶ τὰ μάλιστα φερόμενα καὶ ῥέοντα τῶν ὑδάτων, διὰ τὴν κίνησιν συνεχομένησ τῆσ θερμότητοσ, οὕτω καὶ προσαγορεύομεν, ζῆν λέγοντεσ. (Plutarch, Aquane an ignis sit utilior, chapter, section 9 2:1)

    (플루타르코스, Aquane an ignis sit utilior, chapter, section 9 2:1)

  • τὰ δὲ ταχὺ θερμαινόμενα κοῦφα καὶ ὑγιεινά, ἐν Κραννῶνι δ’ ἐστὶν ὕδωρ ἡσυχῇ θερμόν, ὃ θερμόν διατηρεῖ κραθέντα τὸν οἶνον ἐπὶ δύο καὶ τρεῖσ ἡμέρασ, τὰ δ’ ἐπίρρυτα καὶ ἐξ ὀχετοῦ ὡσ ἐπίπαν βελτίω τῶν στασίμων, κοπτόμενά τε μαλακώτερα γίνεται, διὰ τοῦτο καὶ τὰ ἀπὸ τῆσ χιόνοσ δοκεῖ χρηστὰ εἶναι· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 16 2:3)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 16 2:3)

  • τὰ δὲ τῶν ὑδάτων στάσιμα χαλεπά, ὡσ τὰ λιμναῖα καὶ τὰ ἑλώδη. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 257)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 257)

  • ἐπεὶ δὲ καὶ ταύτην ἐρασθεὶσ ἔγημεν, ὡσ εἴρηται, παντάπασι δυσμενῶσ πρὸσ αὐτὸν ὁ Τηρίβαζοσ ἔσχεν, οὐδὲ ἄλλωσ στάσιμοσ ὢν τὸ ἦθοσ, ἀλλ’ ἀνώμαλοσ καὶ παράφοροσ. (Plutarch, Artaxerxes, chapter 27 5:1)

    (플루타르코스, Artaxerxes, chapter 27 5:1)

  • ἀνωφερὲσ ἀντίκειται μόνον, οὐδ’ ὡσ πυκνὴ πρὸσ ἀραιὸν οὐδ’ ὡσ βραδεῖα καὶ στάσιμοσ πρὸσ ὀξύρροπον καὶ κινητικόν, ἀλλ’ ὡσ βαρυτάτη . (Plutarch, De primo frigido, chapter, section 17 5:1)

    (플루타르코스, De primo frigido, chapter, section 17 5:1)

  • καὶ κίνησισ δὲ βραδεῖα τοῦ μεγαλοψύχου δοκεῖ εἶναι, καὶ φωνὴ βαρεῖα, καὶ λέξισ στάσιμοσ· (Aristotle, Nicomachean Ethics, Book 4 92:4)

    (아리스토텔레스, 니코마코스 윤리학, Book 4 92:4)

  • ὁ δὲ Κέφαλοσ, τἄλλα τε φρόνιμοσ καὶ στάσιμοσ ἄνθρωποσ, καὶ κατὰ τοὺσ καιροὺσ τούτουσ ἐπὶ τῆσ ἀρίστησ ὑπῆρχε γνώμησ. (Polybius, Histories, book 27, chapter 15 10:1)

    (폴리비오스, Histories, book 27, chapter 15 10:1)

유의어

  1. 단단한

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION