헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μικρός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μικρός μικρά̄ μικρόν

형태분석: μικρ (어간) + ος (어미)

  1. 작은
  2. 짧은
  3. 사소한, 미미한
  1. little, small
  2. (time) short
  3. petty, trivial, insignificant

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 μικρός

작은 (이)가

μικρᾱ́

작은 (이)가

μικρόν

작은 (것)가

속격 μικροῦ

작은 (이)의

μικρᾶς

작은 (이)의

μικροῦ

작은 (것)의

여격 μικρῷ

작은 (이)에게

μικρᾷ

작은 (이)에게

μικρῷ

작은 (것)에게

대격 μικρόν

작은 (이)를

μικρᾱ́ν

작은 (이)를

μικρόν

작은 (것)를

호격 μικρέ

작은 (이)야

μικρᾱ́

작은 (이)야

μικρόν

작은 (것)야

쌍수주/대/호 μικρώ

작은 (이)들이

μικρᾱ́

작은 (이)들이

μικρώ

작은 (것)들이

속/여 μικροῖν

작은 (이)들의

μικραῖν

작은 (이)들의

μικροῖν

작은 (것)들의

복수주격 μικροί

작은 (이)들이

μικραί

작은 (이)들이

μικρά

작은 (것)들이

속격 μικρῶν

작은 (이)들의

μικρῶν

작은 (이)들의

μικρῶν

작은 (것)들의

여격 μικροῖς

작은 (이)들에게

μικραῖς

작은 (이)들에게

μικροῖς

작은 (것)들에게

대격 μικρούς

작은 (이)들을

μικρᾱ́ς

작은 (이)들을

μικρά

작은 (것)들을

호격 μικροί

작은 (이)들아

μικραί

작은 (이)들아

μικρά

작은 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • πρῶτον μὲν ὑπὲρ τῶν ἀνηκόντων τῷ βασιλεῖ γνησίωσ φρονῶν, δεύτερον δὲ καὶ τῶν ἰδίων πολιτῶν στοχαζόμενοσ. τῇ μὲν γὰρ τῶν προειρημένων ἀλογιστίᾳ τὸ σύμπαν ἡμῶν γένοσ οὐ μικρῶσ ἀκληρεῖ. (Septuagint, Liber Maccabees II 14:8)

    (70인역 성경, Liber Maccabees II 14:8)

  • καὶ τὰ μεγάλα μικρῶσ λέγων, τὰ δὲ μικρὰ μεγάλωσ γλυκύτητα ἐργάσῃ. (Aristides, Aelius, Ars Rhetorica, , 4:1)

    (아리스티데스, 아일리오스, Ars Rhetorica, , 4:1)

  • σκορπίον ἢ πέρκαισι καθηγητὴν μελάνουρον Ἱκέσιοσ δ’ αὐτὸν σαργῷ φησιν παραπλήσιον εἶναι, καταδεέστερον δὲ τῇ εὐχυλίᾳ καὶ τῇ εὐστομίᾳ, μικρῶσ δὲ παραστύφειν καὶ εἶναι τρόφιμον. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 93 1:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 93 1:1)

  • ποιησάντων δὲ τῶν ἱππέων τὸ προσταχθὲν ἤδη νυκτὸσ οὔσησ, οἱ μὲν Ἀθηναῖοι νομίσαντεσ τῶν Λεοντίνων τινὰσ εἶναι τοὺσ δι’ εὔνοιαν ἀπηγγελκότασ, διεταράχθησαν οὐ μικρῶσ καὶ τὴν ἀπαλλαγὴν ὑπερέθεντο· (Diodorus Siculus, Library, book xiii, chapter 18 6:1)

    (디오도로스 시켈로스, Library, book xiii, chapter 18 6:1)

  • συνέσταλται δ’ ἀναγκαίωσ μικρὰ μικρῶσ τοῖσ πολλοῖσ. (Aristides, Aelius, Orationes, 8:15)

    (아리스티데스, 아일리오스, 연설, 8:15)

유의어

  1. 작은

  2. 짧은

  3. 사소한

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION