- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μειράκιον?

2군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: meirakion 고전 발음: [라끼온] 신약 발음: [미라끼온]

기본형: μειράκιον μειράκιου

형태분석: μειρακι (어간) + ον (어미)

어원: μεῖραξ

  1. 소년, 젊은이, 남자, 남자아이
  1. a boy, lad, stripling

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 μειράκιον

소년이

μειρακίω

소년들이

μειράκια

소년들이

속격 μειρακίου

소년의

μειρακίοιν

소년들의

μειρακίων

소년들의

여격 μειρακίῳ

소년에게

μειρακίοιν

소년들에게

μειρακίοις

소년들에게

대격 μειράκιον

소년을

μειρακίω

소년들을

μειράκια

소년들을

호격 μειράκιον

소년아

μειρακίω

소년들아

μειράκια

소년들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • μειράκια φοβήθητε, καὶ ἣν σέβεσθε δίκην, ἵλεως ὑμῖν ἔσται δι ἀνάγκην παρανομήσασιν. (Septuagint, Liber Maccabees IV 8:14)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 8:14)

  • ἓξ μειράκια καταλελύκαμέν σου τὴν τυραννίδα. (Septuagint, Liber Maccabees IV 11:24)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 11:24)

  • καὶ εἰσέρχονται εἰς αὐτὸ οἱ Ἰνδοὶ ἅπαξ τοῦ ἔτους ἑορτάζοντες τῷ θεῷ, καὶ πίνουσι τῶν πηγῶν, οὐχ ἁπασῶν ἅπαντες, ἀλλὰ καθ ἡλικίαν, τὰ μὲν μειράκια τῆς τῶν Σατύρων, οἱ ἄνδρες δὲ τῆς Πανικῆς, τῆς δὲ τοῦ Σιληνοῦ οἱ κατ ἐμέ. (Lucian, (no name) 6:6)

    (루키아노스, (no name) 6:6)

  • καί τι καὶ ἐτόλμα προστιθέναι ὁ Βαγώας τοιοῦτον, ὡς πολὺ ἐπιτηδειότερος τοῖς νέοις εὐνοῦχος διδάσκαλος οὐδὲ διαβολήν τινα πρὸς αὐτοὺς ἐνδέξασθαι δυνάμενος οὐδὲ τὸ τοῦ Σωκράτους ἐκεῖνο ἔγκλημα παθεῖν ἂν ὡς διαφθείρων τὰ μειράκια. (Lucian, Eunuchus, (no name) 9:2)

    (루키아노스, Eunuchus, (no name) 9:2)

  • οὐκοῦν μηδὲ ἐκεῖνο ὑμᾶς ἔρωμαι, σέ τε καὶ τὴν Πρόνοιαν καὶ τὴν Εἱμαρμένην, τί δήποτε Φωκίων μὲν ὁ χρηστὸς ἐν τοσαύτῃ πενίᾳ καὶ σπάνει τῶν ἀναγκαίων ἀπέθανε καὶ Ἀριστείδης πρὸ αὐτοῦ, Καλλίας δὲ καὶ Ἀλκιβιάδης, ἀκόλαστα μειράκια, ὑπερεπλούτουν καὶ Μειδίας ὁ ὑβριστὴς καὶ Χάροψ ὁ Αἰγινήτης, κίναιδος ἄνθρωπος, τὴν μητέρα λιμῷ ἀπεκτονώς, καὶ πάλιν Σωκράτης μὲν παρεδόθη τοῖς ἕνδεκα, Μέλητος δὲ οὐ παρεδόθη, καὶ Σαρδανάπαλλος μὲν ἐβασίλευε θῆλυς ὤν, Γώχης δὲ ἀνὴρ ἐνάρετος ἀνεσκολοπίσθη πρὸς αὐτοῦ, διότι μὴ ἠρέσκετο τοῖς γιγνομένοις: (Lucian, Juppiter confuatus, (no name) 16:6)

    (루키아노스, Juppiter confuatus, (no name) 16:6)

유의어

  1. 소년

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION