헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

εὐμορφία

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: εὐμορφία

형태분석: εὐμορφι (어간) + ᾱ (어미)

어원: from eu)/morfos

  1. 대칭, 조화, 일치, 비율
  1. beauty of form, symmetry, symmetry

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 εὐμορφία

대칭이

εὐμορφίᾱ

대칭들이

εὐμορφίαι

대칭들이

속격 εὐμορφίᾱς

대칭의

εὐμορφίαιν

대칭들의

εὐμορφιῶν

대칭들의

여격 εὐμορφίᾱͅ

대칭에게

εὐμορφίαιν

대칭들에게

εὐμορφίαις

대칭들에게

대격 εὐμορφίᾱν

대칭을

εὐμορφίᾱ

대칭들을

εὐμορφίᾱς

대칭들을

호격 εὐμορφίᾱ

대칭아

εὐμορφίᾱ

대칭들아

εὐμορφίαι

대칭들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὸ δ’ ἐντελὲσ κάλλοσ, οἶμαι, τοῦτό ἐστιν, ὁπόταν εἰσ τὸ αὐτὸ συνδράμῃ ψυχῆσ ἀρετὴ καὶ εὐμορφία σώματοσ. (Lucian, Imagines, (no name) 11:6)

    (루키아노스, Imagines, (no name) 11:6)

  • οὐ γὰρ δὴ καὶ τότε ἀγνοεῖν εἰκὸσ αὐτοὺσ ὡσ ἐπίχριστοσ ἡ εὐμορφία ἐστίν, ἔνδοθεν τὰ πάντα ὁρῶντασ. (Lucian, Timon, (no name) 28:2)

    (루키아노스, Timon, (no name) 28:2)

  • ἓν μὲν γὰρ αὐτοῦ ἐστιν ἐπαινετόν, οἱο͂ν ἡ διὰ τῆσ ὄψεωσ εὐμορφία· (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, G, PLATWN 88:6)

    (디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, G, PLATWN 88:6)

  • φοβερὸν μὲν γὰρ ἦν γονεῦσι παιδὸσ εὐμορφία, φοβερὸν δὲ γυναικὸσ ἀνδρί· (Aristides, Aelius, Orationes, 7:8)

    (아리스티데스, 아일리오스, 연설, 7:8)

  • Ὁ δὲ τῶν Βαβυλωνίων βασιλεὺσ Ναβουχοδονόσοροσ τοὺσ εὐγενεστάτουσ λαβὼν τῶν Ιοὐδαίων παῖδασ καὶ τοὺσ Σαχχίου τοῦ βασιλέωσ αὐτῶν συγγενεῖσ, οἳ καὶ ταῖσ ἀκμαῖσ τῶν σωμάτων καὶ ταῖσ εὐμορφίαισ τῶν ὄψεων ἦσαν περίβλεπτοι, παιδαγωγοῖσ καὶ τῇ δι’ αὐτῶν θεραπείᾳ παραδίδωσι ποιήσασ τινὰσ αὐτῶν ἐκτομίασ· (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 10 236:1)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 10 236:1)

  • ἔτι δὲ θαυμάσειεν ἄν τισ καὶ τῆσ ὀροφῆσ ἐν τῷ εὐμόρφῳ τὸ ἀπέριττον κἀν τῷ εὐκόσμῳ τὸ ἀνεπίληπτον καὶ τὸ τοῦ χρυσοῦ ἐσ τὸ εὐπρεπὲσ σύμμετρον, ἀλλὰ μὴ παρὰ τὰσ χρείασ ἐπίφθονον, ἀλλ’ ὁπόσον ἂν καὶ γυναικὶ σώφρονι καὶ καλῇ ἀρκέσῃ ἐπισημότερον ἐργάσασθαι τὸ κάλλοσ, ἢ περὶ τῇ δειρῇ λεπτόσ τισ ὁρ́μοσ ἢ περὶ τῷ δακτύλῳ σφενδόνη εὔφοροσ ἢ ἐν τοῖν ὤτοιν ἐλλόβια ἢ πόρπη τισ ἢ ταινία τὸ ἄφετον τῆσ κόμησ συνδέουσα, τοσοῦτον τῇ εὐμορφίᾳ προστιθεῖσα ὅσον τῇ ἐσθῆτι ἡ πορφύρα· (Lucian, De Domo, (no name) 7:1)

    (루키아노스, De Domo, (no name) 7:1)

  • ἃ δ’ εὐτύχησεν Ἑλλάσ, ὠλόμην ἐγὼ εὐμορφίᾳ πραθεῖσα, κὠνειδίζομαι ἐξ ὧν ἐχρῆν με στέφανον ἐπὶ κάρᾳ λαβεῖν. (Euripides, The Trojan Women, episode 1:26)

    (에우리피데스, The Trojan Women, episode 1:26)

  • ἅπασ γάρ ἐστιν ὁ κατάλογοσ αὐτῷ τοιοῦτοσ καὶ πολλὰ ἄλλα, ἐν οἷσ ἀναγκασθεὶσ ὀνόματα λαμβάνειν οὐ καλὰ τὴν φύσιν ἑτέροισ αὐτὰ κοσμεῖ καλοῖσ καὶ λύει τὴν ἐκείνων δυσχέρειαν τῇ τούτων εὐμορφίᾳ. (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 1636)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 1636)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION