- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

λευκός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: leukos 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: λευκός λευκή λευκόν

형태분석: λευκ (어간) + ος (어미)

어원: from Root ΛΥΚ

  1. 밝은, 빛나는, 반짝이는, 맑은
  2. 흰, 하얀
  3. 해쓱한, 엷은, 열없은, 창백한
  4. 행복한, 기쁜, 밝은, 반가운
  1. bright, shining, gleaming
  2. white
  3. pale, weakly, cowardly
  4. fair, happy, joyful

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 λευκός

밝은 (이)가

λευκή

밝은 (이)가

λευκόν

밝은 (것)가

속격 λευκοῦ

밝은 (이)의

λευκῆς

밝은 (이)의

λευκοῦ

밝은 (것)의

여격 λευκῷ

밝은 (이)에게

λευκῇ

밝은 (이)에게

λευκῷ

밝은 (것)에게

대격 λευκόν

밝은 (이)를

λευκήν

밝은 (이)를

λευκόν

밝은 (것)를

호격 λευκέ

밝은 (이)야

λευκή

밝은 (이)야

λευκόν

밝은 (것)야

쌍수주/대/호 λευκώ

밝은 (이)들이

λευκά

밝은 (이)들이

λευκώ

밝은 (것)들이

속/여 λευκοῖν

밝은 (이)들의

λευκαῖν

밝은 (이)들의

λευκοῖν

밝은 (것)들의

복수주격 λευκοί

밝은 (이)들이

λευκαί

밝은 (이)들이

λευκά

밝은 (것)들이

속격 λευκῶν

밝은 (이)들의

λευκῶν

밝은 (이)들의

λευκῶν

밝은 (것)들의

여격 λευκοῖς

밝은 (이)들에게

λευκαῖς

밝은 (이)들에게

λευκοῖς

밝은 (것)들에게

대격 λευκούς

밝은 (이)들을

λευκάς

밝은 (이)들을

λευκά

밝은 (것)들을

호격 λευκοί

밝은 (이)들아

λευκαί

밝은 (이)들아

λευκά

밝은 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 λευκός

λευκοῦ

밝은 (이)의

λευκότερος

λευκοτεροῦ

더 밝은 (이)의

λευκότατος

λευκοτατοῦ

가장 밝은 (이)의

부사 λευκώς

λευκότερον

λευκότατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Νείλου μὲν αἵδε καλλιπάρθενοι ῥοαί, ὃς ἀντὶ δίας ψακάδος Αἰγύπτου πέδον λευκῆς νοτίζει μελανοσυρμαῖον λεών. (Aristophanes, Thesmophoriazusae, Episode12)

    (아리스토파네스, Thesmophoriazusae, Episode12)

  • Πενθεῦ κρατύνων τῆσδε Θηβαίας χθονός, ἥκω Κιθαιρῶν ἐκλιπών, ἵν οὔποτε λευκῆς χιόνος ἀνεῖσαν εὐαγεῖς βολαί. (Euripides, episode, trochees 2:21)

    (에우리피데스, episode, trochees 2:21)

  • Νείλου μὲν αἵδε καλλιπάρθενοι ῥοαί, ὃς ἀντὶ δίας ψακάδος Αἰγύπτου πέδον λευκῆς τακείσης χιόνος ὑγραίνει γύας. (Euripides, Helen, episode 1:1)

    (에우리피데스, Helen, episode 1:1)

  • χλανίδες δ οὖλαι καταβέβληνται, θώρακα δ ἅπας ἐμπερονᾶται, κνημὶς δὲ περὶ σφυρὸν ἀρθροῦται,2 βλαύτης δ οὐδεὶς ἔτ ἔρως λευκῆς, ῥάβδον δ ὄψει τὴν κοτταβικὴν ἐν τοῖς ἀχύροισι κυλινδομένην, μάνης δ οὐδὲν λατάγων ἀίει: (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 15, book 15, chapter 6 2:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 15, book 15, chapter 6 2:2)

  • ἐπὶ πᾶσι δὲ τῶν Πλαταιέων ὁ ἄρχων, ᾧ τὸν ἄλλον χρόνον οὔτε σιδήρου θιγεῖν ἔξεστιν οὔθ ἑτέραν ἐσθῆτα πλὴν λευκῆς ἀναλαβεῖν, τότε χιτῶνα φοινικοῦν ἐνδεδυκὼς ἀράμενός τε ὑδρίαν ἀπὸ τοῦ γραμματοφυλακίου ξιφήρης ἐπὶ τοὺς τάφους προάγει διὰ μέσης τῆς πόλεως. (Plutarch, , chapter 21 4:1)

    (플루타르코스, , chapter 21 4:1)

  • ἐπὶ τὰς κορυφὰς τῶν ὀρέων ἐθυσίαζον καὶ ἐπὶ τοὺς βουνοὺς ἔθυον, ὑποκάτω δρυὸς καὶ λεύκης καὶ δένδρου συσκιάζοντος, ὅτι καλὸν σκέπη. διὰ τοῦτο ἐκπορνεύσουσιν αἱ θυγατέρες ὑμῶν, καὶ αἱ νύμφαι ὑμῶν μοιχεύσουσι. (Septuagint, Prophetia Osee 4:13)

    (70인역 성경, 호세아서 4:13)

  • ἀλλ εἰς Ἀκαδήμειαν κατιὼν ὑπὸ ταῖς μορίαις ἀποθρέξει στεφανωσάμενος καλάμῳ λευκῷ μετὰ σώφρονος ἡλικιώτου, μίλακος ὄζων καὶ ἀπραγμοσύνης καὶ λεύκης φυλλοβολούσης, ἦρος ἐν ὡρ´ᾳ χαίρων, ὁπόταν πλάτανος πτελέᾳ ψιθυρίζῃ. (Aristophanes, Clouds, Agon, epirrheme 2:3)

    (아리스토파네스, Clouds, Agon, epirrheme 2:3)

유의어

  1. 밝은

관련어

명사

형용사

동사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION