- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

χρῶμα?

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: chrōma 고전 발음: [로:마] 신약 발음: [로마]

기본형: χρῶμα χρώματος

형태분석: χρωματ (어간)

  1. 색, 색깔, 빛깔
  2. 색소, 그림 물감
  3. 얼굴빛, 피부색
  1. colour; color
  2. pigment
  3. complexion

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 χρῶμα

색이

χρώματε

색들이

χρώματα

색들이

속격 χρώματος

색의

χρωμάτοιν

색들의

χρωμάτων

색들의

여격 χρώματι

색에게

χρωμάτοιν

색들에게

χρώμασι(ν)

색들에게

대격 χρῶμα

색을

χρώματε

색들을

χρώματα

색들을

호격 χρῶμα

색아

χρώματε

색들아

χρώματα

색들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὡς δὲ κατέβαινε Μωυσῆς ἐκ τοῦ ὄρους, καὶ αἱ δύο πλάκες ἐπὶ τῶν χειρῶν Μωυσῆ. καταβαίνοντος δὲ αὐτοῦ ἐκ τοῦ ὄρους, Μωυσῆς οὐκ ᾔδει ὅτι δεδόξασται ἡ ὄψις τοῦ χρώματος τοῦ προσώπου αὐτοῦ ἐν τῷ λαλεῖν αὐτὸν αὐτῷ. (Septuagint, Liber Exodus 34:29)

    (70인역 성경, 탈출기 34:29)

  • καὶ εἶδεν Ἀαρὼν καὶ πάντες οἱ πρεσβύτεροι Ἰσραὴλ τὸν Μωυσῆν καὶ ἦν δεδοξασμένη ἡ ὄψις τοῦ χρώματος τοῦ προσώπου αὐτοῦ, καὶ ἐφοβήθησαν ἐγγίσαι αὐτῷ. (Septuagint, Liber Exodus 34:30)

    (70인역 성경, 탈출기 34:30)

  • δ καὶ ἄρας τὸ πρόσωπον αὐτοῦ πεπυρωμένον δόξῃ ἐν ἀκμῇ θυμοῦ ἔβλεψε, καὶ ἔπεσεν ἡ βασίλισσα καὶ μετέβαλε τὸ χρῶμα αὐτῆς ἐν ἐκλύσει καὶ κατεπέκυψεν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τῆς ἅβρας τῆς προπορευομένης. (Septuagint, Liber Esther 5:5)

    (70인역 성경, 에스테르기 5:5)

  • ^ μὴ πρότερον ἀποδύσῃς αὐτήν, ὦ Πάρι, πρὶν ἂν τὸν κεστὸν ἀπόθηται - φαρμακὶς γάρ ἐστιν - μή σε καταγοητεύσῃ δι αὐτοῦ καίτοι γε ἐχρῆν μηδὲ οὕτω κεκαλλωπισμένην παρεῖναι μηδὲ τοσαῦτα ἐντετριμμένην χρώματα καθάπερ ὡς ἀληθῶς ἑταίραν τινά, ἀλλὰ γυμνὸν τὸ κάλλος ἐπιδεικνύειν. (Lucian, Dearum judicium, (no name) 10:3)

    (루키아노스, Dearum judicium, (no name) 10:3)

  • χρώματα δὲ αὐτῆς τό τε στριφνὸν καὶ τὸ πικρὸν καὶ τὸ πυκνὸν καὶ τὸ αὐστηρὸν καὶ τὸ ἐμβριθὲς καὶ τὸ δεινὸν καὶ φοβερόν, ὑπὲρ ἅπαντα δὲ αὐτοῦ ταῦτα τὸ παθητικόν. (Dionysius of Halicarnassus, De Thucydidis idiomatibus (epistula ad Ammaeum), chapter 2 4:1)

    (디오니시오스, De Thucydidis idiomatibus (epistula ad Ammaeum), chapter 2 4:1)

  • οἱο῀ν γάρ τι τοῖς Μενελάου μηροῖς τὸ χρῶμα ἐκεῖνος ἐπέβαλεν ἐλέφαντι εἰκάσας ἠρέμα πεφοινιγμένῳ, τοιόνδε ἔστω τὸ πᾶν ὁ δ αὐτὸς οὗτος καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς γραψάτω βοῶπίν τινα ποιήσας αὐτήν. (Lucian, Imagines, (no name) 8:2)

    (루키아노스, Imagines, (no name) 8:2)

  • ἆρ οὐχ ὁ μὲν τὸ σῶμα πρῶτον πολὺς καὶ τὸ χρῶμα ἡδύς, οὐ μέλας δὲ οὐδὲ λευκὸς - τὸ μὲν γὰρ γυναικί, τὸ δὲ δούλῳ προσέοικεν - ἔπειτα θυμοειδής, δεινὸν βλέπων ὁποῖον ἡμεῖς, μέγα καὶ ὕφαιμον· (Lucian, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 41:2)

    (루키아노스, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 41:2)

  • οἴμωζε καὶ ἀγρύπνει καὶ ὅμοιος γίγνου τὸ χρῶμα τῷ χρυσῷ προστετηκὼς αὐτῷ. (Lucian, Gallus, (no name) 30:7)

    (루키아노스, Gallus, (no name) 30:7)

  • κάμνει κόρη τις, εὐθὺς ἁδελφὸς λέγει, τὸ χρῶμα τοῦτό μ οὐκ ἀρέσκει τῆς κόρης. (Aristophanes, Thesmophoriazusae, Lyric-Scene22)

    (아리스토파네스, Thesmophoriazusae, Lyric-Scene22)

유의어

  1. 색소

  2. 얼굴빛

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION