κατάστημα
Third declension Noun; Neuter
Transliteration:
Principal Part:
κατάστημα
κατάστηματος
Structure:
καταστηματ
(Stem)
Sense
- a condition or state
Declension
Third declension
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
- ἑώρων γὰρ αὐτοὺσ κοσμίωσ βαδίζοντασ, ἀναβεβλημένουσ εὐσταλῶσ, φροντίζοντασ ἀεί, ἀρρενωπούσ, ἐν χρῷ κουρίασ τοὺσ πλείστουσ, οὐδὲν ἁβρὸν οὐδ̓ αὖ πάνυ ἐσ τὸ ἀδιάφορον ὑπερεκπῖπτον, ὡσ ἔκπληκτον εἶναι καὶ κυνικὸν ἀτεχνῶσ, ἀλλ̓ ἐπὶ τοῦ μέσου καταστήματοσ, ὃ δὴ ἄριστον ἅπαντεσ εἶναι φασιν. (Lucian, 36:2)
- Πλάτων δ’ ἐν δευτέρῳ Νόμων τὴν τοῦ οἴνου χρῆσίν φησιν ὑγιείασ ἕνεκα ὑπάρχειν ἀπὸ τοῦ κατὰ μέθην δὲ καταστήματοσ καὶ ταύρῳ παρεικάζουσι τὸν Διόνυσον καὶ παρδάλει διὰ τὸ πρὸσ βίαν τρέπεσθαι τοὺσ ἐξοινωθέντασ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 7 1:3)
- λεχθέντων δὲ τῶν λόγων καὶ μεθισταμένοισ, ὥσπερ εἰώθεν, ἐκ τῆσ βουλῆσ τοῖσ Συρακουσίοισ συνεξῆλθε Μάρκελλοσ, ἐπὶ τῷ συνάρχοντι ποιησάμενοσ τὴν σύγκλητον, καὶ πρὸ τῶν θυρῶν τοῦ βουλευτηρίου διέτριβεν, οὔτε φόβῳ διὰ τὴν δίκην οὔτε θυμῷ πρὸσ τοὺσ Συρακουσίουσ τοῦ συνήθουσ μεταβαλὼν καταστήματοσ, ἀλλὰ πρᾴωσ πάνυ καὶ κοσμίωσ τὸ τῆσ δίκησ τέλοσ ἐκδεχόμενοσ. (Plutarch, Marcellus, chapter 23 5:2)
- ἐν τῷ σώματι στοιχείων καὶ τοῦ καταστήματοσ Ἐρασίστρατοσ τὰσ νόσουσ διὰ πλῆθοσ τροφῆσ καὶ δι’ ἀπεψίασ καὶ φθοράν, τὴν δ’ εὐταξίαν καὶ αὐτάρκειαν εἶναι ὑγείαν. (Pseudo-Plutarch, Placita Philosophorum, book 5, 3:1)
- καὶ τοῖσ γε τοῦτο τὸ τέλοσ ἀποδεχομένοισ τῆσ πολιτείασ συγχωρητέον ὡσ οὔτ’ ἔστιν οὔτε γέγονεν οὐδὲν αἱρετώτερον τοῦ Λακωνικοῦ καταστήματοσ καὶ συντάγματοσ. (Polybius, Histories, book 6, chapter 50 2:1)
Synonyms
-
a condition or state
- κατάστασις (a state, condition)
- πάθος (condition, state)
- πρᾶξις (state, condition)
- ῥυθμός (state, condition)
- σχέσις (a state, condition)
- πονηρία (a bad state or condition, badness)
- κατασκευή (the state, condition, constitution)
- ἀντιστοιχίᾱ (the state or condition of standing opposite in pairs)
- ὑγίεια (health, soundness, healthy states or conditions)