헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀποδέχομαι

비축약 동사; 이상동사 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀποδέχομαι

형태분석: ἀπο (접두사) + δέχ (어간) + ομαι (인칭어미)

  1. 받아들이다, 받다, 승인하다
  2. 받아들이다, 따르다, 따라가다
  3. 넣다, 들이다
  4. 허락하다, 허용하다, 거절하다, 받아들이다, 승인하다, 거부하다, 동의하다, 찬성하다, 인정하다, 받다, 늘어뜨리다, 수여하다, 사절하다, 수용하다
  5. 잡다, 빼앗다
  6. 회복하다, 돌이키다
  1. to accept from, to accept
  2. to accept, follow
  3. to admit
  4. to receive favourably, approve, allow, accept, admit, to accept, reject, from whom one accepts, to accept, from, to accept, to accept a statement, be satisfied
  5. to take
  6. to receive back, recover

활용 정보

현재 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀποδέχομαι

(나는) 받아들인다

ἀποδέχει, ἀποδέχῃ

(너는) 받아들인다

ἀποδέχεται

(그는) 받아들인다

쌍수 ἀποδέχεσθον

(너희 둘은) 받아들인다

ἀποδέχεσθον

(그 둘은) 받아들인다

복수 ἀποδεχόμεθα

(우리는) 받아들인다

ἀποδέχεσθε

(너희는) 받아들인다

ἀποδέχονται

(그들은) 받아들인다

접속법단수 ἀποδέχωμαι

(나는) 받아들이자

ἀποδέχῃ

(너는) 받아들이자

ἀποδέχηται

(그는) 받아들이자

쌍수 ἀποδέχησθον

(너희 둘은) 받아들이자

ἀποδέχησθον

(그 둘은) 받아들이자

복수 ἀποδεχώμεθα

(우리는) 받아들이자

ἀποδέχησθε

(너희는) 받아들이자

ἀποδέχωνται

(그들은) 받아들이자

기원법단수 ἀποδεχοίμην

(나는) 받아들이기를 (바라다)

ἀποδέχοιο

(너는) 받아들이기를 (바라다)

ἀποδέχοιτο

(그는) 받아들이기를 (바라다)

쌍수 ἀποδέχοισθον

(너희 둘은) 받아들이기를 (바라다)

ἀποδεχοίσθην

(그 둘은) 받아들이기를 (바라다)

복수 ἀποδεχοίμεθα

(우리는) 받아들이기를 (바라다)

ἀποδέχοισθε

(너희는) 받아들이기를 (바라다)

ἀποδέχοιντο

(그들은) 받아들이기를 (바라다)

명령법단수 ἀποδέχου

(너는) 받아들여라

ἀποδεχέσθω

(그는) 받아들여라

쌍수 ἀποδέχεσθον

(너희 둘은) 받아들여라

ἀποδεχέσθων

(그 둘은) 받아들여라

복수 ἀποδέχεσθε

(너희는) 받아들여라

ἀποδεχέσθων, ἀποδεχέσθωσαν

(그들은) 받아들여라

부정사 ἀποδέχεσθαι

받아들이는 것

분사 남성여성중성
ἀποδεχομενος

ἀποδεχομενου

ἀποδεχομενη

ἀποδεχομενης

ἀποδεχομενον

ἀποδεχομενου

미완료(Imperfect) 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀπεδεχόμην

(나는) 받아들이고 있었다

ἀπεδέχου

(너는) 받아들이고 있었다

ἀπεδέχετο

(그는) 받아들이고 있었다

쌍수 ἀπεδέχεσθον

(너희 둘은) 받아들이고 있었다

ἀπεδεχέσθην

(그 둘은) 받아들이고 있었다

복수 ἀπεδεχόμεθα

(우리는) 받아들이고 있었다

ἀπεδέχεσθε

(너희는) 받아들이고 있었다

ἀπεδέχοντο

(그들은) 받아들이고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἰ δ’ οὐκ ἦν ἀληθὴσ ὁ ὕπνοσ, ἀλλ’ αἰδούμενοσ μὲν ἀποπέμψαι τοὺσ Φαίακασ ἄνευ ξενίων καὶ φιλοφροσύνησ, μὴ δυνάμενοσ δὲ τοὺσ ἐχθροὺσ λαθεῖν ἐκείνων συμπαρόντων ἐχρήσατο τῆσ ἀπορίασ παρακαλύμματι, κοιμωμένῳ ποιήσασ ὅμοιον ἑαυτόν, ἀποδέχονται. (Plutarch, Quomodo adolescens poetas audire debeat, chapter, section 8 37:1)

    (플루타르코스, Quomodo adolescens poetas audire debeat, chapter, section 8 37:1)

  • καὶ τῶν τὸ γάλα πινόντων ἐξανθεῖ τὰ σώματα λέπραν καὶ ψωρικὰσ τραχύτητασ, τὸν δὲ λόγον, ὃν θύοντεσ ἅπαξ ὗν ἐν πανσελήνῳ καὶ ἐσθίοντεσ ἐπιλέγουσιν, ὡσ ὁ Τυφὼν ὗν διώκων πρὸσ τὴν πανσέληνον εὑρ͂ε τὴν ξυλίνην σορόν, ἐν ᾗ τὸ σῶμα τοῦ Ὀσίριδοσ ἔκειτο, καὶ διέρριψεν, οὐ πάντεσ ἀποδέχονται, παρακουσμάτιον ὥσπερ ἄλλα πολλὰ νομίζοντεσ· (Plutarch, De Iside et Osiride, section 8 4:3)

    (플루타르코스, De Iside et Osiride, section 8 4:3)

  • τῶν μὲν οὖν νέων καὶ τῶν πρεσβυτέρων τὰ ἤθη τοιαῦτα, ὥστ’ ἐπεὶ ἀποδέχονται πάντεσ τοὺσ τῷ σφετέρῳ ἤθει λεγομένουσ λόγουσ καὶ τοὺσ ὁμοίουσ, οὐκ ἄδηλον πῶσ χρώμενοι τοῖσ λόγοισ τοιοῦτοι φανοῦνται καὶ αὐτοὶ καὶ οἱ λόγοι. (Aristotle, Rhetoric, Book 2, chapter 13 16:1)

    (아리스토텔레스, 수사학, Book 2, chapter 13 16:1)

  • ὥστ’ οὐκ ἐξ ἁπάντων τῶν δοκούντων ἀλλ’ ἐκ τῶν ὡρισμένων λεκτέον, οἱο͂ν ἢ τοῖσ κρίνουσιν ἢ οὓσ ἀποδέχονται, καὶ τοῦτο διότι οὕτωσ φαίνεται δῆλον εἶναι ἅπασιν ἢ τοῖσ πλείστοισ· (Aristotle, Rhetoric, Book 2, chapter 22 3:5)

    (아리스토텔레스, 수사학, Book 2, chapter 22 3:5)

  • ἄλλοσ ἐκ κρίσεωσ περὶ τοῦ αὐτοῦ ἢ ὁμοίου ἢ ἐναντίου, μάλιστα μὲν εἰ πάντεσ καὶ ἀεί, εἰ δὲ μή, ἀλλ’ οἵ γε πλεῖστοι, ἢ σοφοὶ ἢ πάντεσ ἢ οἱ πλεῖστοι, ἢ ἀγαθοί, ἢ εἰ αὐτοὶ οἱ κρίνοντεσ, ἢ οὓσ ἀποδέχονται οἱ κρίνοντεσ, ἢ οἷσ μὴ οἱο͂́ν τε ἐναντίον κρίνειν, οἱο͂ν τοῖσ κυρίοισ, ἢ οἷσ μὴ καλὸν ἐναντίον κρίνειν, οἱο͂ν θεοῖσ ἢ πατρὶ ἢ διδασκάλοισ, ὥσπερ ὃ εἰσ Μιξιδημίδην εἶπεν Αὐτοκλῆσ, εἰ ταῖσ μὲν σεμναῖσ θεαῖσ καλῶσ εἶχεν ἐν Ἀρείῳ πάγῳ δοῦναι τὰ δίκαια, Μιξιδημίδῃ δ’ οὔ. (Aristotle, Rhetoric, Book 2, chapter 23 12:1)

    (아리스토텔레스, 수사학, Book 2, chapter 23 12:1)

유의어

  1. 받아들이다

  2. 받아들이다

  3. 넣다

  4. 잡다

  5. 회복하다

관련어

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION