헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπιδέχομαι

비축약 동사; 이상동사 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπιδέχομαι ἐπιδέξομαι

형태분석: ἐπι (접두사) + δέχ (어간) + ομαι (인칭어미)

  1. 허락하다, 허용하다, 수여하다, 인정하다
  1. to admit besides or in addition, to allow of, admit of

활용 정보

현재 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπιδέχομαι

(나는) 허락한다

ἐπιδέχει, ἐπιδέχῃ

(너는) 허락한다

ἐπιδέχεται

(그는) 허락한다

쌍수 ἐπιδέχεσθον

(너희 둘은) 허락한다

ἐπιδέχεσθον

(그 둘은) 허락한다

복수 ἐπιδεχόμεθα

(우리는) 허락한다

ἐπιδέχεσθε

(너희는) 허락한다

ἐπιδέχονται

(그들은) 허락한다

접속법단수 ἐπιδέχωμαι

(나는) 허락하자

ἐπιδέχῃ

(너는) 허락하자

ἐπιδέχηται

(그는) 허락하자

쌍수 ἐπιδέχησθον

(너희 둘은) 허락하자

ἐπιδέχησθον

(그 둘은) 허락하자

복수 ἐπιδεχώμεθα

(우리는) 허락하자

ἐπιδέχησθε

(너희는) 허락하자

ἐπιδέχωνται

(그들은) 허락하자

기원법단수 ἐπιδεχοίμην

(나는) 허락하기를 (바라다)

ἐπιδέχοιο

(너는) 허락하기를 (바라다)

ἐπιδέχοιτο

(그는) 허락하기를 (바라다)

쌍수 ἐπιδέχοισθον

(너희 둘은) 허락하기를 (바라다)

ἐπιδεχοίσθην

(그 둘은) 허락하기를 (바라다)

복수 ἐπιδεχοίμεθα

(우리는) 허락하기를 (바라다)

ἐπιδέχοισθε

(너희는) 허락하기를 (바라다)

ἐπιδέχοιντο

(그들은) 허락하기를 (바라다)

명령법단수 ἐπιδέχου

(너는) 허락해라

ἐπιδεχέσθω

(그는) 허락해라

쌍수 ἐπιδέχεσθον

(너희 둘은) 허락해라

ἐπιδεχέσθων

(그 둘은) 허락해라

복수 ἐπιδέχεσθε

(너희는) 허락해라

ἐπιδεχέσθων, ἐπιδεχέσθωσαν

(그들은) 허락해라

부정사 ἐπιδέχεσθαι

허락하는 것

분사 남성여성중성
ἐπιδεχομενος

ἐπιδεχομενου

ἐπιδεχομενη

ἐπιδεχομενης

ἐπιδεχομενον

ἐπιδεχομενου

미래 시제

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπιδέξομαι

(나는) 허락하겠다

ἐπιδέξει, ἐπιδέξῃ

(너는) 허락하겠다

ἐπιδέξεται

(그는) 허락하겠다

쌍수 ἐπιδέξεσθον

(너희 둘은) 허락하겠다

ἐπιδέξεσθον

(그 둘은) 허락하겠다

복수 ἐπιδεξόμεθα

(우리는) 허락하겠다

ἐπιδέξεσθε

(너희는) 허락하겠다

ἐπιδέξονται

(그들은) 허락하겠다

기원법단수 ἐπιδεξοίμην

(나는) 허락하겠기를 (바라다)

ἐπιδέξοιο

(너는) 허락하겠기를 (바라다)

ἐπιδέξοιτο

(그는) 허락하겠기를 (바라다)

쌍수 ἐπιδέξοισθον

(너희 둘은) 허락하겠기를 (바라다)

ἐπιδεξοίσθην

(그 둘은) 허락하겠기를 (바라다)

복수 ἐπιδεξοίμεθα

(우리는) 허락하겠기를 (바라다)

ἐπιδέξοισθε

(너희는) 허락하겠기를 (바라다)

ἐπιδέξοιντο

(그들은) 허락하겠기를 (바라다)

부정사 ἐπιδέξεσθαι

허락할 것

분사 남성여성중성
ἐπιδεξομενος

ἐπιδεξομενου

ἐπιδεξομενη

ἐπιδεξομενης

ἐπιδεξομενον

ἐπιδεξομενου

미완료(Imperfect) 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπεδεχόμην

(나는) 허락하고 있었다

ἐπεδέχου

(너는) 허락하고 있었다

ἐπεδέχετο

(그는) 허락하고 있었다

쌍수 ἐπεδέχεσθον

(너희 둘은) 허락하고 있었다

ἐπεδεχέσθην

(그 둘은) 허락하고 있었다

복수 ἐπεδεχόμεθα

(우리는) 허락하고 있었다

ἐπεδέχεσθε

(너희는) 허락하고 있었다

ἐπεδέχοντο

(그들은) 허락하고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὁ γὰρ χρόνοσ οὐκ ἐπιδέχεται μακρολογεῖν ‐ , ἀγαθὸν μὲν ἁπλῶσ εἰπεῖν οὐδὲν γέγονε τῇ πόλει, ἐν κινδύνοισ δὲ καὶ κακοῖσ καὶ ἀδοξίᾳ πᾶσ’ ἡ Ἑλλάσ, οὐ μόνον ἡ πόλισ, καθέστηκε; (Dinarchus, Speeches, 37:2)

    (디나르코스, 연설, 37:2)

  • καὶ μὴν δυεῖν τὸ μετὰ τοῦ ἑτέρου χρησιμώτερον πῦρ μὲν οὖν οὐκ ἐπιδέχεται τὸ ὑγρὸν οὐδὲ τῇ δι’ αὐτοῦ κοινωνίᾳ χρήσιμον, ὕδωρ δ’ ἐστὶ μετὰ πυρὸσ; (Plutarch, Aquane an ignis sit utilior, chapter, section 6 1:2)

    (플루타르코스, Aquane an ignis sit utilior, chapter, section 6 1:2)

  • ἐπιδέχεται δὲ πλείω κρᾶσιν ὁ παλαιὸσ οἶνοσ διὰ τὸ μᾶλλον θερμὸσ γίνεσθαι παλαιούμενοσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 47 2:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1, chapter 47 2:1)

  • ἐπεὶ δὲ ἤδη σφᾶσ κατὰ τὴν Ζάκυνθον εἶναι ἀπὸ ψιλῆσ τῆσ κεραίασ πλέοντασ, ἔτι καὶ σπείρασ τινὰσ ἐπισυρομένουσ, ὡσ τὸ ῥόθιον ἐπιδέχεσθαι τῆσ ὁρμῆσ, περὶ μέσασ νύκτασ οἱο͂ν ἐν τοσούτῳ σάλῳ ναυτιάσαντα τὸν Δάμωνα ἐμεῖν ἐκκεκυφότα ἐσ τὴν θάλασσαν εἶτα, οἶμαι, τῆσ νεὼσ βιαιότερον ἐσ ὃ ἐκεκύφει μέροσ ἐπικλιθείσησ καὶ τοῦ κύματοσ συναπώσαντοσ, ἐκπεσεῖν αὐτὸν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν ἐσ τὸ πέλαγοσ, οὐδὲ γυμνὸν τὸν ἄθλιον,^ ὡσ ἂν καὶ ῥᾷον δύνασθαι νεῖν. (Lucian, Toxaris vel amicitia, (no name) 19:8)

    (루키아노스, Toxaris vel amicitia, (no name) 19:8)

  • τὰ μὲν οὖν πρότερ’ ὡσ ἐξ ἀνάγκησ γιγνόμεν’ ἀναγκαῖα προσαγορεύεται, ἃ δέ πωσ τοὐναντίον ἐπιδέχεται ἐνδεχόμενα. (Plutarch, De fato, section 6 9:1)

    (플루타르코스, De fato, section 6 9:1)

유의어

  1. 허락하다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION