헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀπέρχομαι

비축약 동사; 이상동사 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀπέρχομαι ἀπελεύσομαι ἀπῆλθον

형태분석: ἀπ (접두사) + έ̓ρχ (어간) + ομαι (인칭어미)

  1. 떠나다, 은퇴하다, 퇴직하다
  2. 사망하다, 죽다
  1. (with genitive) to go away from, depart from
  2. (when used with εἰς ‎(eis), departure at one place and arrival at another is implied)
  3. (absolute)
  4. bad argument #1 to 'lc' (string expected, got nil)
  5. (with participle)
  6. to depart from life

활용 정보

현재 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀπέρχομαι

(나는) 떠난다

ἀπέρχει, ἀπέρχῃ

(너는) 떠난다

ἀπέρχεται

(그는) 떠난다

쌍수 ἀπέρχεσθον

(너희 둘은) 떠난다

ἀπέρχεσθον

(그 둘은) 떠난다

복수 ἀπερχόμεθα

(우리는) 떠난다

ἀπέρχεσθε

(너희는) 떠난다

ἀπέρχονται

(그들은) 떠난다

접속법단수 ἀπέρχωμαι

(나는) 떠나자

ἀπέρχῃ

(너는) 떠나자

ἀπέρχηται

(그는) 떠나자

쌍수 ἀπέρχησθον

(너희 둘은) 떠나자

ἀπέρχησθον

(그 둘은) 떠나자

복수 ἀπερχώμεθα

(우리는) 떠나자

ἀπέρχησθε

(너희는) 떠나자

ἀπέρχωνται

(그들은) 떠나자

기원법단수 ἀπερχοίμην

(나는) 떠나기를 (바라다)

ἀπέρχοιο

(너는) 떠나기를 (바라다)

ἀπέρχοιτο

(그는) 떠나기를 (바라다)

쌍수 ἀπέρχοισθον

(너희 둘은) 떠나기를 (바라다)

ἀπερχοίσθην

(그 둘은) 떠나기를 (바라다)

복수 ἀπερχοίμεθα

(우리는) 떠나기를 (바라다)

ἀπέρχοισθε

(너희는) 떠나기를 (바라다)

ἀπέρχοιντο

(그들은) 떠나기를 (바라다)

명령법단수 ἀπέρχου

(너는) 떠나라

ἀπερχέσθω

(그는) 떠나라

쌍수 ἀπέρχεσθον

(너희 둘은) 떠나라

ἀπερχέσθων

(그 둘은) 떠나라

복수 ἀπέρχεσθε

(너희는) 떠나라

ἀπερχέσθων, ἀπερχέσθωσαν

(그들은) 떠나라

부정사 ἀπέρχεσθαι

떠나는 것

분사 남성여성중성
ἀπερχομενος

ἀπερχομενου

ἀπερχομενη

ἀπερχομενης

ἀπερχομενον

ἀπερχομενου

미래 시제

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀπελεύσομαι

(나는) 떠나겠다

ἀπελεύσει, ἀπελεύσῃ

(너는) 떠나겠다

ἀπελεύσεται

(그는) 떠나겠다

쌍수 ἀπελεύσεσθον

(너희 둘은) 떠나겠다

ἀπελεύσεσθον

(그 둘은) 떠나겠다

복수 ἀπελευσόμεθα

(우리는) 떠나겠다

ἀπελεύσεσθε

(너희는) 떠나겠다

ἀπελεύσονται

(그들은) 떠나겠다

기원법단수 ἀπελευσοίμην

(나는) 떠나겠기를 (바라다)

ἀπελεύσοιο

(너는) 떠나겠기를 (바라다)

ἀπελεύσοιτο

(그는) 떠나겠기를 (바라다)

쌍수 ἀπελεύσοισθον

(너희 둘은) 떠나겠기를 (바라다)

ἀπελευσοίσθην

(그 둘은) 떠나겠기를 (바라다)

복수 ἀπελευσοίμεθα

(우리는) 떠나겠기를 (바라다)

ἀπελεύσοισθε

(너희는) 떠나겠기를 (바라다)

ἀπελεύσοιντο

(그들은) 떠나겠기를 (바라다)

부정사 ἀπελεύσεσθαι

떠날 것

분사 남성여성중성
ἀπελευσομενος

ἀπελευσομενου

ἀπελευσομενη

ἀπελευσομενης

ἀπελευσομενον

ἀπελευσομενου

미완료(Imperfect) 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀπήρχομην

(나는) 떠나고 있었다

ἀπῆρχου

(너는) 떠나고 있었다

ἀπῆρχετο

(그는) 떠나고 있었다

쌍수 ἀπῆρχεσθον

(너희 둘은) 떠나고 있었다

ἀπήρχεσθην

(그 둘은) 떠나고 있었다

복수 ἀπήρχομεθα

(우리는) 떠나고 있었다

ἀπῆρχεσθε

(너희는) 떠나고 있었다

ἀπῆρχοντο

(그들은) 떠나고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἶπαν δὲ οἱ ἀδελφοὶ αὐτῆσ καὶ ἡ μήτηρ. μεινάτω ἡ παρθένοσ μεθ̓ ἡμῶν ἡμέρασ ὡσεὶ δέκα, καὶ μετὰ ταῦτα ἀπελεύσεται. (Septuagint, Liber Genesis 24:55)

    (70인역 성경, 창세기 24:55)

  • εἶπε δὲ Μωυσῆσ. Ὅδεἐγὼ ἐξελεύσομαι ἀπὸ σοῦ καὶ εὔξομαι πρὸσ τὸν Θεόν, καὶ ἀπελεύσεται ἡ κυνόμυια καὶ ἀπὸ τῶν θεραπόντων σου καὶ ἀπὸ τοῦ λαοῦ σου αὔριον. μὴ προσθῇσ ἔτι, Φαραώ, ἐξαπατῆσαι τοῦ μὴ ἐξαποστεῖλαι τὸν λαὸν θῦσαι Κυρίῳ. (Septuagint, Liber Exodus 8:25)

    (70인역 성경, 탈출기 8:25)

  • ἐὰν κτήσῃ παῖδα Ἑβραῖον, ἓξ ἔτη δουλεύσει σοι. τῷ δὲ ἑβδόμῳ ἔτει ἀπελεύσεται ἐλεύθεροσ δωρεάν. (Septuagint, Liber Exodus 21:2)

    (70인역 성경, 탈출기 21:2)

  • ἐὰν δέ τισ ἀποδῶται τὴν ἑαυτοῦ θυγατέρα οἰκέτιν, οὐκ ἀπελεύσεται, ὥσπερ ἀποτρέχουσιν αἱ δοῦλαι. (Septuagint, Liber Exodus 21:7)

    (70인역 성경, 탈출기 21:7)

  • καὶ ἁγιάσετε τὸ ἔτοσ τὸν πεντηκοστὸν ἐνιαυτὸν καὶ διαβοήσετε ἄφεσιν ἐπὶ τῆσ γῆσ πᾶσι τοῖσ κατοικοῦσιν αὐτήν. ἐνιαυτὸσ ἀφέσεωσ σημασία αὕτη ἔσται ὑμῖν, καὶ ἀπελεύσεται εἷσ ἕκαστοσ εἰσ τὴν κτῆσιν αὐτοῦ, καὶ ἕκαστοσ εἰσ τὴν πατριὰν αὐτοῦ ἀπελεύσεσθε. (Septuagint, Liber Leviticus 25:10)

    (70인역 성경, 레위기 25:10)

유의어

  1. 떠나다

  2. bad argument

  3. 사망하다

관련어

파생어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION