헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

στρατηλάτης

1군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: στρατηλάτης στρατηλάτου

형태분석: στρατηλατ (어간) + ης (어미)

어원: e)lau/nw

  1. 지휘관, 장군, 사령관, 전체적
  1. a leader of an army, a general, commander

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 στρατηλάτης

지휘관이

στρατηλάτᾱ

지휘관들이

στρατηλάται

지휘관들이

속격 στρατηλάτου

지휘관의

στρατηλάταιν

지휘관들의

στρατηλατῶν

지휘관들의

여격 στρατηλάτῃ

지휘관에게

στρατηλάταιν

지휘관들에게

στρατηλάταις

지휘관들에게

대격 στρατηλάτην

지휘관을

στρατηλάτᾱ

지휘관들을

στρατηλάτᾱς

지휘관들을

호격 στρατηλάτα

지휘관아

στρατηλάτᾱ

지휘관들아

στρατηλάται

지휘관들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἢ Σίπυλοσ ἔσται πόλισ, ὁρ́ισμα βαρβάρων, ὅθεν πεφύκασ’ οἱ στρατηλάται γένοσ, Φθίασ δὲ τοὔνομ’ οὐδαμοῦ κεκλήσεται. (Euripides, Iphigenia in Aulis, episode, dialogue 2:3)

    (에우리피데스, Iphigenia in Aulis, episode, dialogue 2:3)

  • ὦ γῆσ Ἑλλάδοσ στρατηλάται Δαναῶν ἀριστῆσ, οἵπερ ἤλθετ’ ἐνθάδε, Κάδμου τε λαόσ, μήτε Πολυνείκουσ χάριν ψυχὰσ ἀπεμπολᾶτε μήθ’ ἡμῶν ὕπερ. (Euripides, Phoenissae, episode 13:21)

    (에우리피데스, Phoenissae, episode 13:21)

  • ἐπὶ τοῖσδε δ’ ἐσπείσαντο, κἀν μεταιχμίοισ ὁρ́κουσ συνῆψαν ἐμμενεῖν στρατηλάται. (Euripides, Phoenissae, episode 13:28)

    (에우리피데스, Phoenissae, episode 13:28)

  • οἱο͂́ν τι ποιοῦσιν οἱ φρόνιμοι στρατηλάται κατὰ τὰσ συντάξεισ τῶν στρατευμάτων· (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 1216)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 1216)

  • ὦ διπλοῖ στρατηλάται, Ἀγάμεμνον, ὦ Μενέλαε, πῶσ ἂν ἀντ’ ἐμοῦ τὸν ἴσον χρόνον τρέφοιτε τήνδε τὴν νόσον; (Sophocles, Philoctetes, episode 1:12)

    (소포클레스, 필록테테스, episode 1:12)

유의어

  1. 지휘관

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION