헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κεδνός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κεδνός κεδνή κεδνόν

형태분석: κεδν (어간) + ος (어미)

  1. 조심스러운, 주의깊은, 신중한, 근면한
  2. 친애하는, 그리운, 사랑스러운
  3. 좋은, 괜찮은, 가한
  1. careful, diligent, trusty
  2. cherished, dear
  3. good , valued

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 κεδνός

조심스러운 (이)가

κεδνή

조심스러운 (이)가

κεδνόν

조심스러운 (것)가

속격 κεδνοῦ

조심스러운 (이)의

κεδνῆς

조심스러운 (이)의

κεδνοῦ

조심스러운 (것)의

여격 κεδνῷ

조심스러운 (이)에게

κεδνῇ

조심스러운 (이)에게

κεδνῷ

조심스러운 (것)에게

대격 κεδνόν

조심스러운 (이)를

κεδνήν

조심스러운 (이)를

κεδνόν

조심스러운 (것)를

호격 κεδνέ

조심스러운 (이)야

κεδνή

조심스러운 (이)야

κεδνόν

조심스러운 (것)야

쌍수주/대/호 κεδνώ

조심스러운 (이)들이

κεδνᾱ́

조심스러운 (이)들이

κεδνώ

조심스러운 (것)들이

속/여 κεδνοῖν

조심스러운 (이)들의

κεδναῖν

조심스러운 (이)들의

κεδνοῖν

조심스러운 (것)들의

복수주격 κεδνοί

조심스러운 (이)들이

κεδναί

조심스러운 (이)들이

κεδνά

조심스러운 (것)들이

속격 κεδνῶν

조심스러운 (이)들의

κεδνῶν

조심스러운 (이)들의

κεδνῶν

조심스러운 (것)들의

여격 κεδνοῖς

조심스러운 (이)들에게

κεδναῖς

조심스러운 (이)들에게

κεδνοῖς

조심스러운 (것)들에게

대격 κεδνούς

조심스러운 (이)들을

κεδνᾱ́ς

조심스러운 (이)들을

κεδνά

조심스러운 (것)들을

호격 κεδνοί

조심스러운 (이)들아

κεδναί

조심스러운 (이)들아

κεδνά

조심스러운 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 κεδνός

κεδνοῦ

조심스러운 (이)의

κεδνότερος

κεδνοτεροῦ

더 조심스러운 (이)의

κεδνότατος

κεδνοτατοῦ

가장 조심스러운 (이)의

부사 κεδνώς

κεδνότερον

κεδνότατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐπεὶ δὲ δαίμων κάρτοσ Αἰτωλοῖσ ὄρεξεν, θάπτομεν οὓσ κατέπε‐ φνεν σῦσ ἐριβρύχασ ἐπαί̈σσων βίᾳ, Ἀγκαῖον ἐμῶν τ’ Ἀγέλαον φ[έρτ]ατον κεδνῶν ἀδελφεῶν, οὓσ τέ]κεν ἐν μεγάροισ πατρὸ]σ Ἀλθαία περικλειτοῖσιν Οἰνέοσ· (Bacchylides, , epinicians, ode 5 9:2)

    (바킬리데스, , epinicians, ode 5 9:2)

  • εἰ καί σε κεδνὰ τέκεν λέχει Διὸσ ὑπὸ κρόταφον Ἴδασ μιγεῖσα Φοίνικοσ ἐρα‐ τώνυμοσ κόρα βροτῶν φέρτατον, ἀλλὰ κἀμὲ Πιτθέοσ θυγάτηρ ἀφνεοῦ πλαθεῖσα ποντίῳ τέκεν Ποσειδᾶνι, χρύσεον τέ ϝοι δόσαν ἰόπλοκοι κάλυμμα Νηρηί̈δεσ. (Bacchylides, , dithyrambs, ode 17 2:3)

    (바킬리데스, , dithyrambs, ode 17 2:3)

  • ἀλλ’ οὐδὲν ἧσσον σοι φέρω κεδνοὺσ λόγουσ. (Euripides, Rhesus, episode7)

    (에우리피데스, Rhesus, episode7)

  • παρθενικὴν δὲ γαμεῖν, ἵνα ἤθεα κεδνὰ διδάξῃσ. (Aristotle, Economics, Book 1 21:3)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 1 21:3)

  • ἀλλ’ ἑκατὸν μὲν παῖσ ἔτεα παρὰ μητέρι κεδνῇ ἐτρέφετ’ ἀτάλλων, μέγα νήπιοσ, ᾧ ἐνὶ οἴκῳ. (Hesiod, Works and Days, Book WD 17:3)

    (헤시오도스, 일과 날, Book WD 17:3)

  • ἐστὶ δὲ κεδνὸσ κἀν πορθμῷ πρὸσ ἄκραισι Πελωριάδοσ προβολαῖσι. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 964)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 964)

  • σὺ δ’ ὥστε ναὸσ κεδνὸσ οἰακοστρόφοσ φράξαι πόλισμα, πρὶν καταιγίσαι πνοὰσ Ἄρεωσ· (Aeschylus, Seven Against Thebes, episode 4:10)

    (아이스킬로스, 테바이를 공격한 일곱 장수, episode 4:10)

  • Ὑπέρβιοσ δέ, κεδνὸσ Οἴνοποσ τόκοσ, ἀνὴρ κατ’ ἄνδρα τοῦτον ᾑρέθη, θέλων ἐξιστορῆσαι μοῖραν ἐν χρείᾳ τύχησ, οὔτ’ εἶδοσ οὔτε θυμὸν οὐδ’ ὅπλων σχέσιν μωμητόσ, Ἑρμῆσ δ’ εὐλόγωσ ξυνήγαγεν. (Aeschylus, Seven Against Thebes, choral, strophe 2 1:10)

    (아이스킬로스, 테바이를 공격한 일곱 장수, choral, strophe 2 1:10)

  • κεδνὸσ δὲ στρατόμαντισ ἰδὼν δύο λήμασι δισσοὺσ Ἀτρεί̈δασ μαχίμουσ ἐδάη λαγοδαίτασ πομπούσ τ’ ἀρχάσ· (Aeschylus, Agamemnon, choral, antistrophe 1 1:1)

    (아이스킬로스, 아가멤논, choral, antistrophe 1 1:1)

유의어

  1. 좋은

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION