- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μέλας?

1/3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: melas 고전 발음: [멜라] 신약 발음: [맬라]

기본형: μέλας μέλαινα μέλαν

형태분석: μελαν (어간) + ς (어미)

어원: cf. τάλας, the only word like it in form

  1. 어두운, 까만, 음침한
  2. 어두운, 까만, 음침한, 진한
  3. 어두운, 애매한, 불명료한
  4. 애매한, 불명료한
  1. dark, black
  2. (figuratively) evil, black, dark
  3. (figuratively) dark, obscure
  4. (of the voice) indistinct
  5. (medicine) causing black secretions

곡용 정보

1/3군 변화
남성 여성 중성
단수주격 μέλας

어두운 (이)가

μέλαινα

어두운 (이)가

μέλαν

어두운 (것)가

속격 μέλανος

어두운 (이)의

μελαίνης

어두운 (이)의

μέλανος

어두운 (것)의

여격 μέλανι

어두운 (이)에게

μελαίνῃ

어두운 (이)에게

μέλανι

어두운 (것)에게

대격 μέλανα

어두운 (이)를

μέλαιναν

어두운 (이)를

μέλαν

어두운 (것)를

호격 μέλαν

어두운 (이)야

μέλαινα

어두운 (이)야

μέλαν

어두운 (것)야

쌍수주/대/호 μέλανε

어두운 (이)들이

μελαίνα

어두운 (이)들이

μέλανε

어두운 (것)들이

속/여 μελάνοιν

어두운 (이)들의

μελαίναιν

어두운 (이)들의

μελάνοιν

어두운 (것)들의

복수주격 μέλανες

어두운 (이)들이

μελαίναι

어두운 (이)들이

μέλανα

어두운 (것)들이

속격 μελάνων

어두운 (이)들의

μελαινῶν

어두운 (이)들의

μελάνων

어두운 (것)들의

여격 μέλασι(ν)

어두운 (이)들에게

μελαίναις

어두운 (이)들에게

μέλασι(ν)

어두운 (것)들에게

대격 μέλανας

어두운 (이)들을

μελαίνας

어두운 (이)들을

μέλανα

어두운 (것)들을

호격 μέλανες

어두운 (이)들아

μελαίναι

어두운 (이)들아

μέλανα

어두운 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 μέλας

μέλανος

어두운 (이)의

μελάντερος

μελαντέρου

더 어두운 (이)의

μελάντατος

μελαντάτου

가장 어두운 (이)의

부사 μελάνως

μελάντερον

μελάντατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὗτοι δὲ ἡμῖν ὑπέρυθροι εἰς τὸ μελάντερον ὑπὸ τοῦ ἡλίου κεχρωσμένοι καὶ ἀρρενωποί, πολὺ τὸ ἔμψυχον καὶ θερμὸν καὶ ἀνδρῶδες ἐπιφαίνοντες, τοσαύτης εὐεξίας ἀπολάμποντες,^ οὔτε ῥικνοὶ καὶ κατεσκληκότες οὔτε περιπληθεῖς εἰς βάρος, ἀλλὰ εἰς τὸ σύμμετρον περιγεγραμμένοι, τὸ μὲν ἀχρεῖον τῶν σαρκῶν καὶ περιττὸν τοῖς ἱδρῶσιν ἐξαναλωκότες, ὃ δὲ ἰσχὺν καὶ τόνον παρεῖχεν ἀμιγὲς τοῦ φαύλου περιλελειμμένον ἐρρωμένως φυλάττοντες, ὅπερ γὰρ δὴ οἱ λικμῶντες τὸν πυρόν, τοῦτο ἡμῖν καὶ τὰ γυμνάσια ἐργάζεται ἐν τοῖς σώμασι, τὴν μὲν ἄχνην καὶ τοὺς ἀθέρας ἀποφυσῶντα, καθαρὸν δὲ τὸν καρπὸν διευκρινοῦντα καὶ προσωρεύοντα. (Lucian, Anacharsis, (no name) 25:3)

    (루키아노스, Anacharsis, (no name) 25:3)

  • φασι τοὺς ἐγχωρίους ὑποπίνειν προσιόντας, ἁλμώδεις δ ἅμα τῷ ὀξεῖ ἐν Σικανοῖς τῆς Σικελίας, ἐν τῇ Καρχηδονίων δὲ ἐπικρατείᾳ κρήνη ἐστὶν ᾗ τὸ ἐφιστάμενον ἐλαίῳ ἐστὶν ὅμοιον, μελάντερον δὲ τὴν χρόαν ὃ ἀποσφαιροῦντες χρῶνται πρὸς τὰ πρόβατα καὶ τὰ κτήνη, καὶ παρ ἄλλοις δ εἰσὶ λίπος ἔχουσαι τοιοῦτον, ὡς ἡ ἐν Ἀσίᾳ, ὑπὲρ ἧς Ἀλέξανδρος ἐπέστειλεν ὡς ἐλαίου κρήνην εὑρηκώς. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 17 1:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 17 1:1)

  • "διὸ καὶ ποικιλίαν τινὰ οἱ ῥόμβοι παρέχονται, τοῦ μὲν μέλανος ἔχοντες λευκότερον τὸ χρῶμα, τοῦ δὲ λευκοῦ πολὺ μελάντερον. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 71 1:6)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 71 1:6)

  • καὶ μὴν εὑρίσκεταί γε καὶ παχὺ καὶ λεπτὸν ἐν ταῖς φλεψὶν αἷμα καὶ τοῖς μὲν ἐρυθρότερον, τοῖς δὲ ξανθότερον, τοῖς δὲ μελάντερον, τοῖς δὲ φλεγματωδέστερον. (Galen, On the Natural Faculties., B, section 810)

    (갈레노스, On the Natural Faculties., B, section 810)

  • ὥσπερ οὖν τοῖς νεφροῖς ἐνεργείας οὔσης ἕλκειν τὰ οὖρα κακῶς ἕλκειν ὑπάρχει κακοπραγοῦσιν, οὕτω καὶ τῷ σπληνὶ ποιότητος μελαγχολικῆς ἑλκτικὴν ἐν ἑαυτῷ δύναμιν ἔχοντι σύμφυτον ἀρρωστήσαντί ποτε ταύτην ἀναγκαῖον ἕλκειν κακῶς κἀν τῷδε παχύτερον ἤδη καὶ μελάντερον γίγνεσθαι τὸ αἷμα. (Galen, On the Natural Faculties., B, section 954)

    (갈레노스, On the Natural Faculties., B, section 954)

유의어

  1. 어두운

  2. 어두운

  3. 어두운

  4. 애매한

관련어

명사

형용사

동사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION