헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

λύσις

3군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: λύσις λύσεως

형태분석: λυσι (어간) + ς (어미)

어원: lu/w

  1. loosing, releasing, ransoming
  2. deliverance from guilt by expiatory rites
  3. redemption of mortgage or pledge
  4. parting
  5. emptying, evacuation
  6. remission of fever

곡용 정보

3군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὰ μὲν δὴ πρῶτα τῆσ σωφροσύνησ τοῦ πατρὸσ λύσισ ἦν τῆσ ἀποκηρύξεωσ, καὶ σωτὴρ καὶ εὐεργέτησ καὶ πάντα ἦν ἐγώ. (Lucian, Abdicatus, (no name) 21:1)

    (루키아노스, Abdicatus, (no name) 21:1)

  • οὐδέ τισ ἦν ἔριδοσ χαλεπῆσ λύσισ οὐδὲ τελευτὴ οὐδετέροισ, ἶσον δὲ τέλοσ τέτατο πτολέμοιο. (Hesiod, Theogony, Book Th. 60:8)

    (헤시오도스, 신들의 계보, Book Th. 60:8)

  • ἀπόδειξισ δὲ πρώτη μὲν ἡ τῆσ λεγομένησ καὶ δοκούσησ αὐτοῦ πρὸσ ἑαυτὸν ἀσυμφωνίασ καὶ διαφορᾶσ λύσισ. (Plutarch, De animae procreatione in Timaeo, section 81)

    (플루타르코스, De animae procreatione in Timaeo, section 81)

  • "φοβούμενοσ οὖν καὶ ταραττόμενοσ τὸ μαντεῖον κατέφυγε, καὶ περὶ τῆσ ἁμαρτίασ ἠρώτα τὸν θεὸν εἴ τισ εἰή παραίτησισ ἢ λύσισ· (Plutarch, De Pythiae oraculis, section 203)

    (플루타르코스, De Pythiae oraculis, section 203)

  • ὅθεν ὁμοῦ γεγονότασ φησὶν ὁμοῦ καὶ λυθήσεσθαι πάλιν, ἄν τισ αὐτοὺσ καταλαμβάνῃ λύσισ· (Plutarch, Platonicae quaestiones, chapter 8, section 4 11:1)

    (플루타르코스, Platonicae quaestiones, chapter 8, section 4 11:1)

  • ἐπεὶ γὰρ ἐξέπεσον αἱ κατὰ πόλεισ ἑταιρεῖαι τῶν Πυθαγορικῶν στάσει κρατηθέντων, τοῖσ δ’ ἔτι συνεστῶσιν ἐν Μεταποντίῳ συνεδρεύουσιν ἐν οἰκίᾳ πῦρ οἱ Κυλώνειοι περιένησαν καὶ διέφθειραν ἐν ταὐτῷ πάντασ πλὴν Φιλολάου καὶ Λύσιδοσ, νέων ὄντων ἔτι ῥώμῃ καὶ κουφότητι διωσαμένων τὸ πῦρ, Φιλόλαοσ μὲν εἰσ Λευκανοὺσ φυγὼν ἐκεῖθεν ἀνεσώθη πρὸσ τοὺσ ἄλλουσ φίλουσ ἤδη πάλιν ἀθροιζομένουσ καὶ κρατοῦντασ τῶν Κυλωνείων Λῦσισ δ’ ὅπου γέγονεν ἠγνοεῖτο πολὺν χρόνον· (Plutarch, De genio Socratis, section 13 6:9)

    (플루타르코스, De genio Socratis, section 13 6:9)

유의어

  1. loosing

  2. redemption of mortgage or pledge

  3. parting

  4. emptying

  5. remission of fever

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION