φρούριον?
2군 변화 명사; 중성
자동번역
로마알파벳 전사: phrourion
고전 발음: [프루:리온]
신약 발음: [프루리온]
기본형:
φρούριον
φρούριου
형태분석:
φρουρι
(어간)
+
ον
(어미)
뜻
- 성채, 요새
- 수호자, 수비대, 호위
- a watch-post, garrisoned fort, citadel
- the guard, garrison
곡용 정보
2군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- αὐτὸς δὲ ὁ Τιμόθεος συνέφυγεν εἰς Γάζαρα λεγόμενον ὀχύρωμα, εὖ μάλα φρούριον, στρατηγοῦντος ἐκεῖ Χαιρέου. (Septuagint, Liber Maccabees II 10:32)
(70인역 성경, Liber Maccabees II 10:32)
- οἱ δὲ περὶ τὸν Μακκαβαῖον ἄσμενοι περιεκάθισαν τὸ φρούριον ἡμέρας τέσσαρας. (Septuagint, Liber Maccabees II 10:33)
(70인역 성경, Liber Maccabees II 10:33)
- καὶ ἐπὶ Βαιθσούρᾳ φρούριον ὀχυρὸν τῶν Ἰουδαίων προσῆγε καὶ ἐτροποῦτο, προσέκρουεν, ἠλαττονοῦτο. (Septuagint, Liber Maccabees II 13:19)
(70인역 성경, Liber Maccabees II 13:19)
- ἐνθένδε ἐς Φαδισάνην φρούριον πεντήκοντα καὶ ἑκατόν. (Arrian, Periplus Ponti Euxini, chapter 16 2:2)
(아리아노스, Periplus Ponti Euxini, chapter 16 2:2)
- εὐφημεῖν χρὴ κἀξίστασθαι τοῖς ἡμετέροισι χοροῖσιν, ὅστις ἄπειρος τοιῶνδε λόγων ἢ γνώμῃ μὴ καθαρεύει, ἢ γενναίων ὄργια Μουσῶν μήτ εἶδεν μήτ ἐχόρευσεν, μηδὲ Κρατίνου τοῦ ταυροφάγου γλώττης Βακχεῖ ἐτελέσθη, ἢ βωμολόχοις ἔπεσιν χαίρει μὴ ν καιρῷ τοῦτο ποιοῦσιν, ἢ στάσιν ἐχθρὰν μὴ καταλύει μηδ εὔκολός ἐστι πολίταις, ἀλλ ἀνεγείρει καὶ ῥιπίζει κερδῶν ἰδίων ἐπιθυμῶν, ἢ τῆς πόλεως χειμαζομένης ἄρχων καταδωροδοκεῖται, ἢ προδίδωσιν φρούριον ἢ ναῦς, ἢ τἀπόρρητ ἀποπέμπει ἐξ Αἰγίνης Θωρυκίων ὢν εἰκοστολόγος κακοδαίμων, ἀσκώματα καὶ λίνα καὶ πίτταν διαπέμπων εἰς Ἐπίδαυρον, ἢ χρήματα ταῖς τῶν ἀντιπάλων ναυσὶν παρέχειν τινὰ πείθει, ἢ κατατιλᾷ τῶν Ἑκαταίων κυκλίοισι χοροῖσιν ὑπᾴδων, ἢ τοὺς μισθοὺς τῶν ποιητῶν ῥήτωρ ὢν εἶτ ἀποτρώγει, κωμῳδηθεὶς ἐν ταῖς πατρίοις τελεταῖς ταῖς τοῦ Διονύσου: (Aristophanes, Frogs, Parodos, anapests1)
(아리스토파네스, Frogs, Parodos, anapests1)
- καὶ φρούριόν τι ἐστὶν ἠμελημένον. (Arrian, Periplus Ponti Euxini, chapter 4 2:2)
(아리아노스, Periplus Ponti Euxini, chapter 4 2:2)
유의어
-
성채
-
수호자
- φυλακή (수호자, 보초, 경비원)
- παραφυλακή (수호자, 경비원, 시계)
- φυλακτήριον (수비대, 호위, 기지)
- φρουρά (수호자, 경비원, 시계)
- φρούρημα (수호자, 보초)
- οὐρεύς (수호자, 보초)