ἔχιδνα?
1군 변화 명사; 여성
자동번역
로마알파벳 전사: echidna
고전 발음: [에키드나]
신약 발음: [애키드나]
기본형:
ἔχιδνα
ἐχίδνης
형태분석:
ἐχιδν
(어간)
+
α
(어미)
뜻
- 뱀, 용
- snake (traditionally held as a poisonous snake, viper, but perhaps also a constrictor)
- (figuratively) a treacherous person
곡용 정보
1군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- κἀνταῦθα ὁ μὲν Κοκκωνᾶς ἐν Χαλκηδόνι καταλείπεται, διττούς τινας καὶ ἀμφιβόλους καὶ λοξοὺς χρησμοὺς συγγράφων, καὶ μετ ὀλίγον ἐτελεύτησε τὸν βίον, ὑπὸ ἐχίδνης, οἶμαι, δηχθείς. (Lucian, Alexander, (no name) 10:4)
(루키아노스, Alexander, (no name) 10:4)
- πλήθουσαν ἀγορὰν ὑπὸ ἐχίδνης δηχθέντα κεῖσθαι ἤδη σεσηπότα τὸ σκέλος: (Lucian, Philopsuedes sive incredulus, (no name) 11:3)
(루키아노스, Philopsuedes sive incredulus, (no name) 11:3)
- θώρακ ἐχίδνης περιβόλοις ὡπλισμένον. (Euripides, Ion, episode, lyric 4:37)
(에우리피데스, Ion, episode, lyric 4:37)
- προκεχειρισμένων δὲ καὶ ταύτῃ τῶν δημιουργῶν Πινδαρικῆς ἐχίδνης εἶδος, ἐν ᾧ κυηθεῖσαν καὶ διαφαγοῦσαν τὴν μητέρα βιώσεσθαι, φῶς ἔφασκεν ἐξαίφνης διαλάμψαι μέγα, καὶ φωνὴν ἐκ τοῦ φωτὸς γενέσθαι προστάττουσαν εἰς ἄλλο γένος ἡμερώτερον μεταβαλεῖν, ᾠδικόν τι μηχανησαμένους περὶ ἕλη καὶ λίμνας ζῷον: (Plutarch, De sera numinis vindicta, section 22 71:4)
(플루타르코스, De sera numinis vindicta, section 22 71:4)
- δεύτερον δ, ὃ καὶ μᾶλλον ἄν τις θαυμάσειεν, ὡς οὐ μόνον ἄλλα μὲν τοὺς σκόλοπας, ἄλλα δὲ τοὺς ἰοὺς ἐξάγει φάρμακα, ἀλλὰ καὶ αὐτῶν τῶν τοὺς ἰοὺς ἑλκόντων τὰ μὲν τὸν τῆς ἐχίδνης, τὰ δὲ τὸν τῆς τρυγόνος, τὰ δ ἄλλου τινὸς ἐπισπᾶται καὶ σαφῶς ἔστιν ἰδεῖν τοῖς φαρμάκοις ἐπικειμένους αὐτούς. (Galen, On the Natural Faculties., , section 1470)
(갈레노스, On the Natural Faculties., , section 1470)
유의어
-
뱀
-
a treacherous person