- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

φλογμός?

2군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: phlogmos 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: φλογμός φλογμοῦ

형태분석: φλογμ (어간) + ος (어미)

어원: φλέγω

  1. 불꽃, 불, 화염, 잉걸, 작은 불
  1. flame, blaze, fiery heat, feverish heat

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 φλογμός

불꽃이

φλογμώ

불꽃들이

φλογμοί

불꽃들이

속격 φλογμοῦ

불꽃의

φλογμοῖν

불꽃들의

φλογμῶν

불꽃들의

여격 φλογμῷ

불꽃에게

φλογμοῖν

불꽃들에게

φλογμοῖς

불꽃들에게

대격 φλογμόν

불꽃을

φλογμώ

불꽃들을

φλογμούς

불꽃들을

호격 φλογμέ

불꽃아

φλογμώ

불꽃들아

φλογμοί

불꽃들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔφη οὖν καταλαβεῖν αὐτὸν χαμαὶ κυλιόμενον καὶ τὸν φλογμὸν οὐ φέροντα καὶ ψυχρὸν αἰτοῦντα πάνυ ἐρωτικῶς, ἑαυτὸν δὲ μὴ δοῦναι. (Lucian, De morte Peregrini, (no name) 23:5)

    (루키아노스, De morte Peregrini, (no name) 23:5)

  • σπλάγχνων δ᾿ ἐπ᾿ αὐτῶν διάπυρον τρέχει κακόν, δίναισι φλογμῶν σάρκα πυρπολούμενον, ὁποῖα κρητὴρ μεστὸς Αἰτναίου πυρὸς ἢ Σικελὸς αὐλὼν ἁλιπόρου διασφάγος, ὅπου δυσεξέλικτα κυματούμενος σήραγξι πετρῶν σκολιὸς εἱλεῖται κλύδων. (Lucian, 4)

    (루키아노스, 4)

  • ἡ δὲ ὡρ´α τοῦ ἔτους ὅ τι περ τὸ πυρωδέστατόν ἐστι, τοῦ ἀστέρος ὃν ὑμεῖς κύνα φατὲ πάντα καταφλέγοντος καὶ τὸν ἀέρα ξηρὸν καὶ διακαῆ τιθέντος, ὅ τε ἥλιος κατὰ μεσημβρίαν ἤδη ὑπὲρ κεφαλῆς ἐπικείμενος φλογμὸν τοῦτον οὐ φορητὸν ἐπάγει τοῖς σώμασιν. (Lucian, Anacharsis, (no name) 16:11)

    (루키아노스, Anacharsis, (no name) 16:11)

  • κατά με πέδον γᾶς ἕλοι, διὰ δὲ θύελλα σπάσαι, πυρός τε φλογμὸς ὁ Διὸς ἐν κάρᾳ πέσοι. (Euripides, Suppliants, choral, epode4)

    (에우리피데스, Suppliants, choral, epode4)

  • ἀλλὰ τᾶς εὐκλεΐας χάριν ἔνθεν ὁρ- μάσω τᾶσδ ἀπὸ πέτρας πη- δήσασα πυρὸς ἔσω, σῶμά τ αἴθοπι φλογμῷ πόσει συμμείξασα, φίλον χρῶτα χρωτὶ πέλας θεμένα, Φερσεφονείας ἥξω θαλάμους, σὲ τὸν θανόντ οὔποτ ἐμᾷ προδοῦσα ψυχᾷ κατὰ γᾶς. (Euripides, Suppliants, episode, antistrophe 13)

    (에우리피데스, Suppliants, episode, antistrophe 13)

  • νῦν δ οἳ μὲν Αἵδᾳ μέλονται κάτω, τείχεα δὲ φλογμὸς ὥστε Διός ἐπέσυτο φλόξ, ἐπὶ δὲ πάθεα πάθεσι φέρεις ἀθλίοις συμφοραῖς αἰλίνοις. (Euripides, Helen, choral, antistrophe 24)

    (에우리피데스, Helen, choral, antistrophe 24)

  • ὀδύναι δὲ καὶ καῦμα καὶ φλογμὸς ἔσχατος κατέχει μέχρι τινός, μέχρι ἂν τὰ Ῥεύματα πεφθῇ καὶ γένηται παχύτερα καὶ λήμη ἀπ αὐτῶν ᾖ. (Hippocrates, Hippocrates Collected Works I, , xix.2)

    (히포크라테스, Hippocrates Collected Works I, , xix.2)

  • φλογμός τ ὀμματοστερὴς φυτῶν, τὸ μὴ περᾶν ὁρ´ον τόπων, μηδ ἄκαρπος αἰανὴς ἐφερπέτω νόσος, μῆλά τ εὐθενοῦντα γᾶ ξὺν διπλοῖσιν ἐμβρύοις τρέφοι χρόνῳ τεταγμένῳ: (Aeschylus, Eumenides, choral, antistrophe 12)

    (아이스킬로스, 에우메니데스, choral, antistrophe 12)

유의어

  1. 불꽃

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION