헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δίκαιος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: δίκαιος δικαίᾱ δίκαιον

형태분석: δικαι (어간) + ος (어미)

어원: di/kh

  1. 개화된, 단정한, 정연한
  2. 떳떳한, 공정한
  3. 동일한, 균형이 잡힌, 균형을 이룬
  4. 정확한, 적확한, 특정한
  5. 바른, 옳은, 정당한
  6. 어울리는, 적절한
  7. 순수한, 실제의
  1. observant of custom, orderly, civilized
  2. righteous
  3. equal, even, balanced
  4. exact, specific
  5. lawful, just, right
  6. fitting, normal
  7. real, genuine

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 δίκαιος

개화된 (이)가

δικαίᾱ

개화된 (이)가

δίκαιον

개화된 (것)가

속격 δικαίου

개화된 (이)의

δικαίᾱς

개화된 (이)의

δικαίου

개화된 (것)의

여격 δικαίῳ

개화된 (이)에게

δικαίᾱͅ

개화된 (이)에게

δικαίῳ

개화된 (것)에게

대격 δίκαιον

개화된 (이)를

δικαίᾱν

개화된 (이)를

δίκαιον

개화된 (것)를

호격 δίκαιε

개화된 (이)야

δικαίᾱ

개화된 (이)야

δίκαιον

개화된 (것)야

쌍수주/대/호 δικαίω

개화된 (이)들이

δικαίᾱ

개화된 (이)들이

δικαίω

개화된 (것)들이

속/여 δικαίοιν

개화된 (이)들의

δικαίαιν

개화된 (이)들의

δικαίοιν

개화된 (것)들의

복수주격 δίκαιοι

개화된 (이)들이

δικαῖαι

개화된 (이)들이

δίκαια

개화된 (것)들이

속격 δικαίων

개화된 (이)들의

δικαιῶν

개화된 (이)들의

δικαίων

개화된 (것)들의

여격 δικαίοις

개화된 (이)들에게

δικαίαις

개화된 (이)들에게

δικαίοις

개화된 (것)들에게

대격 δικαίους

개화된 (이)들을

δικαίᾱς

개화된 (이)들을

δίκαια

개화된 (것)들을

호격 δίκαιοι

개화된 (이)들아

δικαῖαι

개화된 (이)들아

δίκαια

개화된 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐπιδείκνυταί τε ὡσ οὐχ αἱ πολλαὶ τριήρεισ οὐδ’ οἱ μετὰ βίασ ἀρχόμενοι Ἕλληνεσ μεγάλην ποιοῦσι τὴν πόλιν, ἀλλ’ αἱ δίκαιαί τε προαιρέσεισ καὶ τὸ τοῖσ ἀδικουμένοισ βοηθεῖν. (Dionysius of Halicarnassus, De Isocrate, chapter 7 1:1)

    (디오니시오스, De Isocrate, chapter 7 1:1)

  • ὅπου δὲ οὐδὲ [περὶ] τῶν αὑτοῦ ἰδίων αἱ [μὴ δ]ίκαιαι διαθῆκαι κύριαί εἰσιν, πῶσ Ἀθηνογένει γε κα[τὰ τῶ]ν ἐμῶν συνθεμένῳ τοιαῦτα δεῖ [κύρι]α εἶναι; (Hyperides, Speeches, 17:3)

    (히페레이데스, Speeches, 17:3)

  • "ἄλλο τι οὖν," ἂν φαῖεν, "ἢ συνθήκασ τὰσ πρὸσ ἡμᾶσ αὐτοὺσ καὶ ὁμολογίασ παραβαίνεισ, οὐχ ὑπὸ ἀνάγκησ ὁμολογήσασ οὐδὲ ἀπατηθεὶσ οὐδὲ ἐν ὀλίγῳ χρόνῳ ἀναγκασθεὶσ βουλεύσασθαι, ἀλλ’ ἐν ἔτεσιν ἑβδομήκοντα, ἐν οἷσ ἐξῆν σοι ἀπιέναι, εἰ μὴ ἠρέσκομεν ἡμεῖσ μηδὲ δίκαιαι ἐφαίνοντό σοι αἱ ὁμολογίαι εἶναι. (Plato, Euthyphro, Apology, Crito, Phaedo, 59:5)

    (플라톤, Euthyphro, Apology, Crito, Phaedo, 59:5)

  • οἱο͂ν τὰ περὶ τὰσ δικαίασ πράξεισ, αἱ δίκαιαι τιμωρίαι καὶ κολάσεισ ἀπ’ ἀρετῆσ μέν εἰσιν, ἀναγκαῖαι δέ, καὶ τὸ καλῶσ ἀναγκαίωσ ἔχουσιν αἱρετώτερον μὲν γὰρ μηδενὸσ δεῖσθαι τῶν τοιούτων μήτε τὸν ἄνδρα μήτε τὴν πόλιν, αἱ δ’ ἐπὶ τὰσ τιμὰσ καὶ τὰσ εὐπορίασ ἁπλῶσ εἰσι κάλλισται πράξεισ. (Aristotle, Politics, Book 7 208:1)

    (아리스토텔레스, 정치학, Book 7 208:1)

  • "δίκαιαι καὶ ἀληθιναὶ αἱ ὁδοί σου, ὁ βασιλεὺσ τῶν αἰώνων· (APOKALUYIS IWANOU, chapter 12 68:2)

    (APOKALUYIS IWANOU, chapter 12 68:2)

유의어

  1. 떳떳한

  2. 동일한

  3. 정확한

  4. 순수한

관련어

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION