- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀρχαῖος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: archaios 고전 발음: [] 신약 발음: [캐오]

기본형: ἀρχαῖος ἀρχαία ἀρχαῖον

형태분석: ἀρχαι (어간) + ος (어미)

어원: ἀρχή

  1. 오래된, 고대의, 늙은
  1. Pertaining to the beginning
  2. ancient, primeval

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἀρχαῖος

(이)가

ἀρχαία

(이)가

ἀρχαῖον

(것)가

속격 ἀρχαίου

(이)의

ἀρχαίας

(이)의

ἀρχαίου

(것)의

여격 ἀρχαίῳ

(이)에게

ἀρχαίᾳ

(이)에게

ἀρχαίῳ

(것)에게

대격 ἀρχαῖον

(이)를

ἀρχαίαν

(이)를

ἀρχαῖον

(것)를

호격 ἀρχαῖε

(이)야

ἀρχαία

(이)야

ἀρχαῖον

(것)야

쌍수주/대/호 ἀρχαίω

(이)들이

ἀρχαία

(이)들이

ἀρχαίω

(것)들이

속/여 ἀρχαίοιν

(이)들의

ἀρχαίαιν

(이)들의

ἀρχαίοιν

(것)들의

복수주격 ἀρχαῖοι

(이)들이

ἀρχαῖαι

(이)들이

ἀρχαῖα

(것)들이

속격 ἀρχαίων

(이)들의

ἀρχαιῶν

(이)들의

ἀρχαίων

(것)들의

여격 ἀρχαίοις

(이)들에게

ἀρχαίαις

(이)들에게

ἀρχαίοις

(것)들에게

대격 ἀρχαίους

(이)들을

ἀρχαίας

(이)들을

ἀρχαῖα

(것)들을

호격 ἀρχαῖοι

(이)들아

ἀρχαῖαι

(이)들아

ἀρχαῖα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ποῦ ἐστι τὰ ἐλέη σου τὰ ἀρχαῖα, Κύριε, ἃ ὤμοσας τῷ Δαυΐδ ἐν τῇ ἀληθείᾳ σου; (Septuagint, Liber Psalmorum 88:50)

    (70인역 성경, 시편 88:50)

  • ἰδού, Κύριε, σὺ ἔγνως πάντα, τὰ ἔσχατα καὶ τὰ ἀρχαῖα. σὺ ἔπλασάς με καὶ ἔθηκας ἐπ᾿ ἐμὲ τὴν χεῖρά σου. (Septuagint, Liber Psalmorum 138:5)

    (70인역 성경, 시편 138:5)

  • εἰ δὲ καὶ πολυπειρίαν ποθεῖ τις, οἶδε τὰ ἀρχαῖα καὶ τὰ μέλλοντα εἰκάζειν, ἐπίσταται στροφὰς λόγων καὶ λύσεις αἰνιγμάτων, σημεῖα καὶ τέρατα προγινώσκει καὶ ἐκβάσεις καιρῶν καὶ χρόνων. (Septuagint, Liber Sapientiae 8:8)

    (70인역 성경, 지혜서 8:8)

  • μὴ μνημονεύετε τὰ πρῶτα καὶ τὰ ἀρχαῖα μὴ συλλογίζεσθε. (Septuagint, Liber Isaiae 43:18)

    (70인역 성경, 이사야서 43:18)

  • ἀνέχεται γὰρ τὰ τῶν ὀρέξεων πάθη ὑπὸ τοῦ σώφρονος νοὸς ἀνακαμπτόμενα, καὶ φιμοῦται πάντα τὰ τοῦ σώματος κινήματα τοῦ λογισμοῦ. Τὸ βιβλίον «Μακκαβαίων Δ´», ὡς «ἀπόκρυφον» δὲν συγκατελέχθη ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας μεταξὺ τῶν κανονικῶν βιβλίων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ἐν τούτοις, λόγῳ τῆς σπουδαιότητος τοῦ περιεχομένου αὐτοῦ καὶ τῆς συμπεριλήψεώς του εἰς ἀρχαῖα χειρόγραφα τῆς Μεταφράσεως τῶν Ἑβδομήκοντα , ἐκδίδεται συνήθως μετὰ τῶν ἄλλων βιβλίων τῶν Μακκαβαίων . (Septuagint, Liber Maccabees IV 1:34)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 1:34)

  • καθὼς λέγεται ἡ παραβολὴ ἡ ἀρχαία. ἐξ ἀνόμων ἐξελεύσεται πλημμέλεια. καὶ ἡ χείρ μου οὐκ ἔσται ἐπὶ σέ. (Septuagint, Liber I Samuelis 24:14)

    (70인역 성경, 사무엘기 상권 24:14)

유의어

  1. Pertaining to the beginning

  2. 오래된

관련어

명사

형용사

동사

부사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION