헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἄθικτος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἄθικτος ἄθικτη ἄθικτον

형태분석: ἀ (접두사) + θικτ (어간) + ος (어미)

어원: qigga/nw

  1. 거룩한, 신성한, 성스러운, 가장 거룩한, 순수한
  1. untouched, untouched by, untouched by
  2. not to be touched, holy, sacred, holy things

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ά̓θικτος

(이)가

ἄθίκτη

(이)가

ά̓θικτον

(것)가

속격 ἀθίκτου

(이)의

ἄθίκτης

(이)의

ἀθίκτου

(것)의

여격 ἀθίκτῳ

(이)에게

ἄθίκτῃ

(이)에게

ἀθίκτῳ

(것)에게

대격 ά̓θικτον

(이)를

ἄθίκτην

(이)를

ά̓θικτον

(것)를

호격 ά̓θικτε

(이)야

ἄθίκτη

(이)야

ά̓θικτον

(것)야

쌍수주/대/호 ἀθίκτω

(이)들이

ἄθίκτᾱ

(이)들이

ἀθίκτω

(것)들이

속/여 ἀθίκτοιν

(이)들의

ἄθίκταιν

(이)들의

ἀθίκτοιν

(것)들의

복수주격 ά̓θικτοι

(이)들이

ά̓́θικται

(이)들이

ά̓θικτα

(것)들이

속격 ἀθίκτων

(이)들의

ἄθικτῶν

(이)들의

ἀθίκτων

(것)들의

여격 ἀθίκτοις

(이)들에게

ἄθίκταις

(이)들에게

ἀθίκτοις

(것)들에게

대격 ἀθίκτους

(이)들을

ἄθίκτᾱς

(이)들을

ά̓θικτα

(것)들을

호격 ά̓θικτοι

(이)들아

ά̓́θικται

(이)들아

ά̓θικτα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔργον δ’ ἀμεμφὲσ εἰσ ἀρετὴν οὐκ ἔστιν εὑρεῖν οὐδὲ πάθουσ ἀκέραιον ἦθοσ οὐδὲ ἄθικτον αἰσχροῦ βίον· (Plutarch, An virtus doceri possit, section 1 1:1)

    (플루타르코스, An virtus doceri possit, section 1 1:1)

  • ἀγαθοὶ δ’ ἄνδρεσ ὀνομάζονται καὶ λέγονται μόνον, ὡσ ἱπποκένταυροι καὶ γίγαντεσ καὶ κύκλωπεσ, ἔργον δ’ ἀμεμφὲσ εἰσ ἀρετὴν καὶ ἀκέραιον οὐκ ἔστιν εὑρεῖν οὐδὲ πάθουσ ἀκέραιον ἦθοσ καὶ ἄθικτον αἰσχροῦ βίον ἀλλ’ εἰ καί τι καλὸν ἡ φύσισ αὐτομάτωσ ἐκφέρει, τοῦτο πολλῷ τῷ ἀλλοτρίῳ, καθάπερ ὕλῃ καρπὸσ ἀγρίᾳ καὶ ἀκαθάρτῳ μιγνύμενοσ, ἐξαμαυροῦται. (Plutarch, An virtus doceri possit, section 1 2:1)

    (플루타르코스, An virtus doceri possit, section 1 2:1)

  • ἄθικτον εὐνὴν ἴσθι σοι σεσῳσμένην. (Euripides, Helen, episode, dialogue 3:4)

    (에우리피데스, Helen, episode, dialogue 3:4)

  • ἥν τοίνυν πλείστοισ ὁ Κάτων κεκόσμηκε καὶ καλλίστοισ ἐπαίνοισ ἀεὶ σωφροσύνην Ἀριστείδησ μὲν ἄθικτον ὡσ ἀληθῶσ καὶ καθαρὰν ἐτήρησεν, αὐτοῦ δὲ τοῦ Κάτωνοσ ὁ παρ’ ἀξίαν ἅμα καὶ παρ’ ὡρ́αν γάμοσ οὐ μικρὰν οὐδὲ φαύλην εἰσ τοῦτο διαβολὴν κατεσκέδασε. (Plutarch, Comparison of Aristides with Marcus Cato, chapter 6 1:1)

    (플루타르코스, Comparison of Aristides with Marcus Cato, chapter 6 1:1)

  • τῇ δὲ ἄλλῃ τῶν παρθένων ἀγωγῇ καὶ τὰ περὶ τὰσ ἐκδόσεισ ὁμολογεῖ, τοῦ μὲν Λυκούργου πεπείρουσ καὶ ὀργώσασ νυμφεύοντοσ, ὅπωσ ἥ τε ὁμιλία, δεομένησ ἤδη τῆσ φύσεωσ, χάριτοσ ᾖ καὶ φιλίασ ἀρχὴ μᾶλλον ἢ μίσουσ καὶ φόβου παρὰ φύσιν βιαζομένων καὶ τὰ σώματα ῥώμην ἔχῃ πρόσ τὸ τὰσ κυήσεισ ἀναφέρειν καὶ τὰσ ὠδῖνασ, ὡσ ἐπ’ οὐδέν ἄλλο γαμουμένων ἢ τὸ τῆσ τεκνώσεωσ ἔργον, τῶν δὲ Ῥωμαίων δωδεκαετεῖσ καὶ νεωτέρασ ἐκδιδόντων οὕτω γὰρ ἂν μάλιστα καὶ τὸ σῶμα καὶ τὸ ἦθοσ καθαρὸν καὶ ἄθικτον ἐπὶ τῷ γαμοῦντι γίνεσθαι. (Plutarch, Comparison of Lycurgus and Numa, chapter 4 1:1)

    (플루타르코스, Comparison of Lycurgus and Numa, chapter 4 1:1)

유의어

  1. untouched

  2. 거룩한

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION