헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἄνθρωπος

2군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἄνθρωπος ἀνθρώπου

형태분석: ἀνθρωπ (어간) + ος (어미)

어원: prob. from a)nh/r, w)/y, manfaced

  1. 남자
  2. 사람, 인간
  1. man
  2. human being

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἄνθρωπος

남자가

ἀνθρώπω

남자들이

ά̓νθρωποι

남자들이

속격 ἀνθρώπου

남자의

ἀνθρώποιν

남자들의

ἀνθρώπων

남자들의

여격 ἀνθρώπῳ

남자에게

ἀνθρώποιν

남자들에게

ἀνθρώποις

남자들에게

대격 ά̓νθρωπον

남자를

ἀνθρώπω

남자들을

ἀνθρώπους

남자들을

호격 ά̓νθρωπε

남자야

ἀνθρώπω

남자들아

ά̓νθρωποι

남자들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ΚΑΙ ἐγένετο ἡνίκα ἤρξαντο οἱ ἄνθρωποι πολλοὶ γίνεσθαι ἐπὶ τῆσ γῆσ, καὶ θυγατέρεσ ἐγεννήθησαν αὐτοῖσ. (Septuagint, Liber Genesis 6:1)

    (70인역 성경, 창세기 6:1)

  • οἱ δὲ γίγαντεσ ἦσαν ἐπὶ τῆσ γῆσ ἐν ταῖσ ἡμέραισ ἐκείναισ. καὶ μετ̓ ἐκεῖνο, ὡσ ἂν εἰσεπορεύοντο οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ πρὸσ τὰσ θυγατέρασ τῶν ἀνθρώπων, καὶ ἐγεννῶσαν ἑαυτοῖσ. ἐκεῖνοι ἦσαν οἱ γίγαντεσ οἱ ἀπ̓ αἰῶνοσ, οἱ ἄνθρωποι οἱ ὀνομαστοί. (Septuagint, Liber Genesis 6:4)

    (70인역 성경, 창세기 6:4)

  • εἶπε δὲ Ἅβραμ τῷ Λώτ. μὴ ἔστω μάχη ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ σοῦ καὶ ἀνὰ μέσον τῶν ποιμένων μου καὶ ἀνὰ μέσον τῶν ποιμένων σου, ὅτι ἄνθρωποι ἀδελφοί ἐσμεν ἡμεῖσ. (Septuagint, Liber Genesis 13:8)

    (70인역 성경, 창세기 13:8)

  • οἱ δὲ ἄνθρωποι οἱ ἐν Σοδόμοισ πονηροὶ καὶ ἁμαρτωλοὶ ἐναντίον τοῦ Θεοῦ σφόδρα. (Septuagint, Liber Genesis 13:13)

    (70인역 성경, 창세기 13:13)

  • καὶ ὤρθρισεν Ἀβιμέλεχ τῷ πρωί̈ καὶ ἐκάλεσε πάντασ τοὺσ παῖδασ αὐτοῦ καὶ ἐλάλησε πάντα τὰ ρήματα ταῦτα εἰσ τὰ ὦτα αὐτῶν, ἐφοβήθησαν δὲ πάντεσ οἱ ἄνθρωποι σφόδρα. (Septuagint, Liber Genesis 20:8)

    (70인역 성경, 창세기 20:8)

유의어

  1. 남자

  2. 사람

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION