헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μεταλαμβάνω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μεταλαμβάνω μεταλήψομαι

형태분석: μετα (접두사) + λαμβάν (어간) + ω (인칭어미)

  1. ~에 대한 권리를 주장하다, 장악하다, 가까이하다, 누리다, 즐기다
  2. 고소하다, 나누다, 공유하다, 기소하다, 함께하다
  3. 대신하다
  1. to have or get a share of, to partake of, to get possession of, lay claim to
  2. to share, society, to lay hold of, accuse
  3. to take after, to succeed to
  4. to take in exchange, substitute, to adopt new
  5. to interchange

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μεταλαμβάνω

(나는) ~에 대한 권리를 주장한다

μεταλαμβάνεις

(너는) ~에 대한 권리를 주장한다

μεταλαμβάνει

(그는) ~에 대한 권리를 주장한다

쌍수 μεταλαμβάνετον

(너희 둘은) ~에 대한 권리를 주장한다

μεταλαμβάνετον

(그 둘은) ~에 대한 권리를 주장한다

복수 μεταλαμβάνομεν

(우리는) ~에 대한 권리를 주장한다

μεταλαμβάνετε

(너희는) ~에 대한 권리를 주장한다

μεταλαμβάνουσιν*

(그들은) ~에 대한 권리를 주장한다

접속법단수 μεταλαμβάνω

(나는) ~에 대한 권리를 주장하자

μεταλαμβάνῃς

(너는) ~에 대한 권리를 주장하자

μεταλαμβάνῃ

(그는) ~에 대한 권리를 주장하자

쌍수 μεταλαμβάνητον

(너희 둘은) ~에 대한 권리를 주장하자

μεταλαμβάνητον

(그 둘은) ~에 대한 권리를 주장하자

복수 μεταλαμβάνωμεν

(우리는) ~에 대한 권리를 주장하자

μεταλαμβάνητε

(너희는) ~에 대한 권리를 주장하자

μεταλαμβάνωσιν*

(그들은) ~에 대한 권리를 주장하자

기원법단수 μεταλαμβάνοιμι

(나는) ~에 대한 권리를 주장하기를 (바라다)

μεταλαμβάνοις

(너는) ~에 대한 권리를 주장하기를 (바라다)

μεταλαμβάνοι

(그는) ~에 대한 권리를 주장하기를 (바라다)

쌍수 μεταλαμβάνοιτον

(너희 둘은) ~에 대한 권리를 주장하기를 (바라다)

μεταλαμβανοίτην

(그 둘은) ~에 대한 권리를 주장하기를 (바라다)

복수 μεταλαμβάνοιμεν

(우리는) ~에 대한 권리를 주장하기를 (바라다)

μεταλαμβάνοιτε

(너희는) ~에 대한 권리를 주장하기를 (바라다)

μεταλαμβάνοιεν

(그들은) ~에 대한 권리를 주장하기를 (바라다)

명령법단수 μεταλάμβανε

(너는) ~에 대한 권리를 주장해라

μεταλαμβανέτω

(그는) ~에 대한 권리를 주장해라

쌍수 μεταλαμβάνετον

(너희 둘은) ~에 대한 권리를 주장해라

μεταλαμβανέτων

(그 둘은) ~에 대한 권리를 주장해라

복수 μεταλαμβάνετε

(너희는) ~에 대한 권리를 주장해라

μεταλαμβανόντων, μεταλαμβανέτωσαν

(그들은) ~에 대한 권리를 주장해라

부정사 μεταλαμβάνειν

~에 대한 권리를 주장하는 것

분사 남성여성중성
μεταλαμβανων

μεταλαμβανοντος

μεταλαμβανουσα

μεταλαμβανουσης

μεταλαμβανον

μεταλαμβανοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μεταλαμβάνομαι

(나는) ~에 대한 권리를 주장된다

μεταλαμβάνει, μεταλαμβάνῃ

(너는) ~에 대한 권리를 주장된다

μεταλαμβάνεται

(그는) ~에 대한 권리를 주장된다

쌍수 μεταλαμβάνεσθον

(너희 둘은) ~에 대한 권리를 주장된다

μεταλαμβάνεσθον

(그 둘은) ~에 대한 권리를 주장된다

복수 μεταλαμβανόμεθα

(우리는) ~에 대한 권리를 주장된다

μεταλαμβάνεσθε

(너희는) ~에 대한 권리를 주장된다

μεταλαμβάνονται

(그들은) ~에 대한 권리를 주장된다

접속법단수 μεταλαμβάνωμαι

(나는) ~에 대한 권리를 주장되자

μεταλαμβάνῃ

(너는) ~에 대한 권리를 주장되자

μεταλαμβάνηται

(그는) ~에 대한 권리를 주장되자

쌍수 μεταλαμβάνησθον

(너희 둘은) ~에 대한 권리를 주장되자

μεταλαμβάνησθον

(그 둘은) ~에 대한 권리를 주장되자

복수 μεταλαμβανώμεθα

(우리는) ~에 대한 권리를 주장되자

μεταλαμβάνησθε

(너희는) ~에 대한 권리를 주장되자

μεταλαμβάνωνται

(그들은) ~에 대한 권리를 주장되자

기원법단수 μεταλαμβανοίμην

(나는) ~에 대한 권리를 주장되기를 (바라다)

μεταλαμβάνοιο

(너는) ~에 대한 권리를 주장되기를 (바라다)

μεταλαμβάνοιτο

(그는) ~에 대한 권리를 주장되기를 (바라다)

쌍수 μεταλαμβάνοισθον

(너희 둘은) ~에 대한 권리를 주장되기를 (바라다)

μεταλαμβανοίσθην

(그 둘은) ~에 대한 권리를 주장되기를 (바라다)

복수 μεταλαμβανοίμεθα

(우리는) ~에 대한 권리를 주장되기를 (바라다)

μεταλαμβάνοισθε

(너희는) ~에 대한 권리를 주장되기를 (바라다)

μεταλαμβάνοιντο

(그들은) ~에 대한 권리를 주장되기를 (바라다)

명령법단수 μεταλαμβάνου

(너는) ~에 대한 권리를 주장되어라

μεταλαμβανέσθω

(그는) ~에 대한 권리를 주장되어라

쌍수 μεταλαμβάνεσθον

(너희 둘은) ~에 대한 권리를 주장되어라

μεταλαμβανέσθων

(그 둘은) ~에 대한 권리를 주장되어라

복수 μεταλαμβάνεσθε

(너희는) ~에 대한 권리를 주장되어라

μεταλαμβανέσθων, μεταλαμβανέσθωσαν

(그들은) ~에 대한 권리를 주장되어라

부정사 μεταλαμβάνεσθαι

~에 대한 권리를 주장되는 것

분사 남성여성중성
μεταλαμβανομενος

μεταλαμβανομενου

μεταλαμβανομενη

μεταλαμβανομενης

μεταλαμβανομενον

μεταλαμβανομενου

미래 시제

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μεταλήψομαι

(나는) ~에 대한 권리를 주장하겠다

μεταλήψει, μεταλήψῃ

(너는) ~에 대한 권리를 주장하겠다

μεταλήψεται

(그는) ~에 대한 권리를 주장하겠다

쌍수 μεταλήψεσθον

(너희 둘은) ~에 대한 권리를 주장하겠다

μεταλήψεσθον

(그 둘은) ~에 대한 권리를 주장하겠다

복수 μεταληψόμεθα

(우리는) ~에 대한 권리를 주장하겠다

μεταλήψεσθε

(너희는) ~에 대한 권리를 주장하겠다

μεταλήψονται

(그들은) ~에 대한 권리를 주장하겠다

기원법단수 μεταληψοίμην

(나는) ~에 대한 권리를 주장하겠기를 (바라다)

μεταλήψοιο

(너는) ~에 대한 권리를 주장하겠기를 (바라다)

μεταλήψοιτο

(그는) ~에 대한 권리를 주장하겠기를 (바라다)

쌍수 μεταλήψοισθον

(너희 둘은) ~에 대한 권리를 주장하겠기를 (바라다)

μεταληψοίσθην

(그 둘은) ~에 대한 권리를 주장하겠기를 (바라다)

복수 μεταληψοίμεθα

(우리는) ~에 대한 권리를 주장하겠기를 (바라다)

μεταλήψοισθε

(너희는) ~에 대한 권리를 주장하겠기를 (바라다)

μεταλήψοιντο

(그들은) ~에 대한 권리를 주장하겠기를 (바라다)

부정사 μεταλήψεσθαι

~에 대한 권리를 주장할 것

분사 남성여성중성
μεταληψομενος

μεταληψομενου

μεταληψομενη

μεταληψομενης

μεταληψομενον

μεταληψομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μετελάμβανον

(나는) ~에 대한 권리를 주장하고 있었다

μετελάμβανες

(너는) ~에 대한 권리를 주장하고 있었다

μετελάμβανεν*

(그는) ~에 대한 권리를 주장하고 있었다

쌍수 μετελαμβάνετον

(너희 둘은) ~에 대한 권리를 주장하고 있었다

μετελαμβανέτην

(그 둘은) ~에 대한 권리를 주장하고 있었다

복수 μετελαμβάνομεν

(우리는) ~에 대한 권리를 주장하고 있었다

μετελαμβάνετε

(너희는) ~에 대한 권리를 주장하고 있었다

μετελάμβανον

(그들은) ~에 대한 권리를 주장하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μετελαμβανόμην

(나는) ~에 대한 권리를 주장되고 있었다

μετελαμβάνου

(너는) ~에 대한 권리를 주장되고 있었다

μετελαμβάνετο

(그는) ~에 대한 권리를 주장되고 있었다

쌍수 μετελαμβάνεσθον

(너희 둘은) ~에 대한 권리를 주장되고 있었다

μετελαμβανέσθην

(그 둘은) ~에 대한 권리를 주장되고 있었다

복수 μετελαμβανόμεθα

(우리는) ~에 대한 권리를 주장되고 있었다

μετελαμβάνεσθε

(너희는) ~에 대한 권리를 주장되고 있었다

μετελαμβάνοντο

(그들은) ~에 대한 권리를 주장되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὥστ’ εἰ μοιχεύσασ τύχοι, ἅμα τῷ ἀδικήματι καὶ τοὔνομα μεταλαμβάνει τοῦ ἀδικήματοσ. (Lucian, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 56:3)

    (루키아노스, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 56:3)

  • φάλαγγοσ τὸ πᾶν σύνταγμα, τῶν δ̓ ἐν μέρει ὁπλιτῶν ἕκαστον ἀνθ̓ οὗ πρότερον ἐπεῖχεν τόπου ἕτερον μεταλαμβάνειν, τὸν μὲν λοχαγὸν τὸν τοῦ οὐραγοῦ, τὸν δὲ οὐραγὸν τὸν τοῦ λοχαγοῦ, καὶ ἀντὶ τῆσ κατὰ πρόσωπον ἐπιφανείασ τὴν κατόπιν. (Arrian, chapter 23 6:1)

    (아리아노스, chapter 23 6:1)

  • καὶ μηδὲν ἑτέρῳ παριέναι βουλόμενοσ, ὥσπερ οἱ Στωικοὶ τὸν Δία λέγουσιν, εἰσ πάντα παρενείρων καὶ πᾶσι καταμιγνὺσ ἑαυτὸν ἀπληστίᾳ δόξησ ἢ φθόνῳ τῶν μεταλαμβανόντων ἁμωσγέπωσ τιμῆσ τινοσ ἐν τῇ πόλει καὶ δυνάμεωσ· (Plutarch, An seni respublica gerenda sit, chapter, section 18 8:1)

    (플루타르코스, An seni respublica gerenda sit, chapter, section 18 8:1)

  • ὁ γοῦν Μενέλαοσ παραγενομένων ἐκ τοῦ λουτρῶνοσ τῶν περὶ τὸν Τηλέμαχον καὶ τῶν περὶ τὴν ἐδωδὴν παρατεθέντων παρακαλεῖ μεταλαμβάνειν λέγων τάδε· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 142)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 142)

  • εἰ δὲ μή, μεταλαμβάνειν γε καὶ μεθαρμόττειν ἁμωσγέπωσ περιάγοντασ ἢ στρέφοντασ, οἱο͂ν εὐθὺσ ἡ πολυπραγμοσύνη φιλομάθειὰ τίσ ἐστιν ἀλλοτρίων κακῶν, οὔτε φθόνου δοκοῦσα καθαρεύειν νόσοσ οὔτε κακοηθείασ τί τἀλλότριον, ἄνθρωπε βασκανώτατε, κακὸν ὀξυδορκεῖσ τὸ δ’ ἴδιον παραβλέπεισ; (Plutarch, De curiositate, section 1 2:1)

    (플루타르코스, De curiositate, section 1 2:1)

유의어

  1. ~에 대한 권리를 주장하다

  2. to take after

  3. 대신하다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION