헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

χρόνος

2군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: χρόνος χρόνου

형태분석: χρον (어간) + ος (어미)

  1. 시간
  2. 기간, 시대
  3. 평생, 일생
  4. 지연, 짧은 시간
  5. 시제
  1. time (in the abstract sense)
  2. specific time, period, term
  3. lifetime
  4. delay
  5. (grammar) tense

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 χρόνος

시간이

χρόνω

시간들이

χρόνοι

시간들이

속격 χρόνου

시간의

χρόνοιν

시간들의

χρόνων

시간들의

여격 χρόνῳ

시간에게

χρόνοιν

시간들에게

χρόνοις

시간들에게

대격 χρόνον

시간을

χρόνω

시간들을

χρόνους

시간들을

호격 χρόνε

시간아

χρόνω

시간들아

χρόνοι

시간들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ πάντα τὰ φρέατα, ἃ ὤρυξαν οἱ παῖδεσ τοῦ πατρὸσ αὐτοῦ ἐν τῷ χρόνῳ τοῦ πατρὸσ αὐτοῦ, ἐνέφραξαν αὐτὰ οἱ Φυλιστιεὶμ καὶ ἔπλησαν αὐτὰ γῆσ. (Septuagint, Liber Genesis 26:15)

    (70인역 성경, 창세기 26:15)

  • εἶπε δὲ Μωυσῆσ πρὸσ τὸν λαόν. θαρσεῖτε, στῆτε καὶ ὁρᾶτε τὴν σωτηρίαν τὴν παρὰ τοῦ Κυρίου, ἣν ποιήσει ἡμῖν σήμερον. ὃν τρόπον γὰρ ἑωράκατε τοὺσ Αἰγυπτίουσ σήμερον, οὐ προσθήσεσθε ἔτι ἰδεῖν αὐτοὺσ εἰσ τὸν αἰῶνα χρόνον. (Septuagint, Liber Exodus 14:13)

    (70인역 성경, 탈출기 14:13)

  • πρόσεχε σεαυτῷ, μὴ ἐγκαταλίπῃσ τὸν Λευίτην πάντα τὸν χρόνον, ὅσον ἂν ζῇσ ἐπὶ τῆσ γῆσ. (Septuagint, Liber Deuteronomii 12:19)

    (70인역 성경, 신명기 12:19)

  • καὶ ζημιώσουσιν αὐτὸν ἑκατὸν σίκλουσ καὶ δώσουσι τῷ πατρὶ τῆσ νεάνιδοσ, ὅτι ἐξήνεγκεν ὄνομα πονηρὸν ἐπὶ παρθένον Ἰσραηλῖτιν. καὶ αὐτοῦ ἔσται γυνή, οὐ δυνήσεται ἐξαποστεῖλαι αὐτὴν τὸν ἅπαντα χρόνον. (Septuagint, Liber Deuteronomii 22:19)

    (70인역 성경, 신명기 22:19)

  • δώσει ὁ ἄνθρωποσ ὁ κοιμηθεὶσ μετ̓ αὐτῆσ τῷ πατρὶ τῆσ νεάνιδοσ πεντήκοντα δίδραχμα ἀργυρίου, καὶ αὐτοῦ ἔσται γυνή, ἀνθ̓ ὧν ἐταπείνωσεν αὐτήν. οὐ δυνήσεται ἐξαποστεῖλαι αὐτὴν τὸν ἅπαντα χρόνον. (Septuagint, Liber Deuteronomii 22:29)

    (70인역 성경, 신명기 22:29)

  • ὡσ δὲ ἐγένετο τοῦτο καὶ χρόνοσ διῆλθεν ὅ τε ἥλιοσ ἀνέλαμψε, πρότερον ἐπινεφὴσ ὤν, ἀνήφθη πυρὰ μεγάλη ὥστε θαυμάσαι πάντασ. (Septuagint, Liber Maccabees II 1:22)

    (70인역 성경, Liber Maccabees II 1:22)

  • τίσ γάρ μου ἡ ἰσχύσ, ὅτι ὑπομένω̣ ἢ τίσ μου ὁ χρόνοσ, ὅτι ἀνέχεταί μου ἡ ψυχή̣ (Septuagint, Liber Iob 6:11)

    (70인역 성경, 욥기 6:11)

  • ἦ οὐκ ὀλίγοσ ἐστὶν ὁ χρόνοσ τοῦ βίου μου̣ ἔασόν με ἀναπαύσασθαι μικρὸν (Septuagint, Liber Iob 10:20)

    (70인역 성경, 욥기 10:20)

  • εἶπα δὲ ὅτι οὐχ ὁ χρόνοσ ἐστὶν ὁ λαλῶν, ἐν πολλοῖσ δὲ ἔτεσι οἴδασι σοφίαν, (Septuagint, Liber Iob 32:7)

    (70인역 성경, 욥기 32:7)

  • ΤΟΙΣ πᾶσι χρόνοσ καὶ καιρὸσ τῷ παντὶ πράγματι ὑπὸ τὸν οὐρανόν. (Septuagint, Liber Ecclesiastes 3:1)

    (70인역 성경, 코헬렛 3:1)

유의어

  1. 시간

  2. 평생

  3. 지연

관련어

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION