헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

χαλεπός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: χαλεπός χαλεπή χαλεπόν

형태분석: χαλεπ (어간) + ος (어미)

  1. 어려운, 힘든
  2. 아픈, 괴로운, 고통스러운
  3. 사나운, 가혹한, 거친
  4. 잔인한, 야생의, 포악한
  1. difficult, hard
  2. hard to bear, painful, grievous
  3. cruel, harsh, stern
  4. savage, fierce

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 χαλεπός

어려운 (이)가

χαλεπή

어려운 (이)가

χαλεπόν

어려운 (것)가

속격 χαλεποῦ

어려운 (이)의

χαλεπῆς

어려운 (이)의

χαλεποῦ

어려운 (것)의

여격 χαλεπῷ

어려운 (이)에게

χαλεπῇ

어려운 (이)에게

χαλεπῷ

어려운 (것)에게

대격 χαλεπόν

어려운 (이)를

χαλεπήν

어려운 (이)를

χαλεπόν

어려운 (것)를

호격 χαλεπέ

어려운 (이)야

χαλεπή

어려운 (이)야

χαλεπόν

어려운 (것)야

쌍수주/대/호 χαλεπώ

어려운 (이)들이

χαλεπᾱ́

어려운 (이)들이

χαλεπώ

어려운 (것)들이

속/여 χαλεποῖν

어려운 (이)들의

χαλεπαῖν

어려운 (이)들의

χαλεποῖν

어려운 (것)들의

복수주격 χαλεποί

어려운 (이)들이

χαλεπαί

어려운 (이)들이

χαλεπά

어려운 (것)들이

속격 χαλεπῶν

어려운 (이)들의

χαλεπῶν

어려운 (이)들의

χαλεπῶν

어려운 (것)들의

여격 χαλεποῖς

어려운 (이)들에게

χαλεπαῖς

어려운 (이)들에게

χαλεποῖς

어려운 (것)들에게

대격 χαλεπούς

어려운 (이)들을

χαλεπᾱ́ς

어려운 (이)들을

χαλεπά

어려운 (것)들을

호격 χαλεποί

어려운 (이)들아

χαλεπαί

어려운 (이)들아

χαλεπά

어려운 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • μετὰ ταῦτα τοίνυν τῇ πόλει τρίτοσ ἐπήγετο κίνδυνοσ πάντων χαλεπώτατοσ, οὐκέτι πεμφθεὶσ ὑπὸ τῆσ τύχησ, ἀλλ’ ὑπὸ τῶν τότε ῥητόρων ἐπαχθείσ. (Demades, On the Twelve Years, 16:2)

    (데마데스, On the Twelve Years, 16:2)

  • μεὶσ γὰρ χαλεπώτατοσ οὗτοσ, χειμέριοσ, χαλεπὸσ προβάτοισ, χαλεπὸσ δ’ ἀνθρώποισ. (Hesiod, Works and Days, Book WD 61:11)

    (헤시오도스, 일과 날, Book WD 61:11)

  • ἐν δὲ τῇ παντελεῖ ἐπιστροφῇ ὁ πέτρινοσ δὴ ὀνομαζόμενοσ τῇ Κελτῶν φωνῇ, ὅσ ἐστι πάντων χαλεπώτατοσ. (Arrian, chapter 37 5:1)

    (아리아노스, chapter 37 5:1)

  • Ἆρ’ οὖν καὶ παρ’ ἡμῖν, οὐ λέγω τοσούτουσ, ἀλλὰ δύο ἢ τρεῖσ ἔγνω τισ προδότασ γενομένουσ τῶν νόμων ἢ θάνατον φοβηθέντασ, οὐχὶ τὸν ῥᾷστον ἐκεῖνον λέγω τὸν συμβαίνοντα τοῖσ μαχομένοισ, ἀλλὰ τὸν μετὰ λύμησ τῶν σωμάτων, ὁποῖοσ εἶναι δοκεῖ πάντων χαλεπώτατοσ; (Flavius Josephus, Contra Apionem, 199:1)

    (플라비우스 요세푸스, Contra Apionem, 199:1)

  • τῶνδε γὰρ ἀμφὶ τὰσ λαγόνασ εἷσ ἑνὶ τῶν ἀνὰ τὸ πᾶν ξυμβῇ γέ κοτε· χαλεπώτατοσ δὲ, ἢν ὁ τυμπανία σ τῷ ἀνὰ σάρκα μιχθῇ. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 14)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 14)

  • οὐ γάρ, ὡσ Αἴσωποσ ἔφασκε, χαλεπώτατόσ ἐστιν ὁ τῶν εὐτυχούντων θάνατοσ, ἀλλὰ μακαριώτατοσ, εἰσ ἀσφαλῆ χώραν τὰσ εὐπραξίασ κατατιθέμενοσ τῶν ἀγαθῶν καὶ τύχην μεταβάλλεσθαι μὴ ἀπολείπων. (Plutarch, Pelopidas, chapter 34 4:1)

    (플루타르코스, Pelopidas, chapter 34 4:1)

유의어

  1. 어려운

  2. 아픈

  3. 사나운

  4. 잔인한

관련어

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION