헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σύμπτωμα

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: σύμπτωμα συμπτώματος

형태분석: συμπτωματ (어간)

어원: sumpi/ptw

  1. 기회, 피해자, 찬스, 인연
  2. 사고, 역경, 불행
  1. anything that has befallen one, a chance, casualty
  2. often in a bad sense, mishap

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 σύμπτωμα

기회가

συμπτώματε

기회들이

συμπτώματα

기회들이

속격 συμπτώματος

기회의

συμπτωμάτοιν

기회들의

συμπτωμάτων

기회들의

여격 συμπτώματι

기회에게

συμπτωμάτοιν

기회들에게

συμπτώμασιν*

기회들에게

대격 σύμπτωμα

기회를

συμπτώματε

기회들을

συμπτώματα

기회들을

호격 σύμπτωμα

기회야

συμπτώματε

기회들아

συμπτώματα

기회들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ὄψεσθε, εἰ εἰσ ὁδὸν ὁρίων αὐτῆσ πορεύσεται κατὰ Βαιθσαμύσ, αὐτὸσ πεποίηκεν ἡμῖν τὴν κακίαν τὴν μεγάλην ταύτην, καὶ ἐὰν μή, καὶ γνωσόμεθα ὅτι οὐ χεὶρ αὐτοῦ ἧπται ἡμῶν, ἀλλὰ σύμπτωμα τοῦτο γέγονεν ἡμῖν. (Septuagint, Liber I Samuelis 6:9)

    (70인역 성경, 사무엘기 상권 6:9)

  • καὶ οὐκ ἐλάλησε Σαοὺλ ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ, ὅτι εἴρηκε. σύμπτωμα φαίνεται μὴ καθαρὸσ εἶναι, ὅτι οὐ κεκαθάρισται. (Septuagint, Liber I Samuelis 20:25)

    (70인역 성경, 사무엘기 상권 20:25)

  • ἀπὸ πράγματοσ ἐν σκότει διαπορευομένου, ἀπὸ συμπτώματοσ καὶ δαιμονίου μεσημβρινοῦ. (Septuagint, Liber Psalmorum 90:6)

    (70인역 성경, 시편 90:6)

  • μύροισ καὶ οἴνοισ καὶ θυμιάμασι τέρπεται καρδία, καταρρήγνυται δὲ ὑπὸ συμπτωμάτων ψυχή. (Septuagint, Liber Proverbiorum 27:9)

    (70인역 성경, 잠언 27:9)

  • τὴν τοίνυν τελευτὴν ἐπαινῶ μὲν οὐδετέρου τῶν ἀνδρῶν, ἀλλ’ ἀνιῶμαι καὶ ἀγανακτῶ τῷ παραλόγῳ τοῦ συμπτώματοσ· (Plutarch, Comparison of Pelopidas and Marcellus, chapter 3 1:1)

    (플루타르코스, Comparison of Pelopidas and Marcellus, chapter 3 1:1)

  • ἔστι δ’ ἑκατέρου ἑκατέρου σύμπτωμα, τὸ μὲν αὐτόματον τοῦ ἐνδεχομένου· (Plutarch, De fato, section 7 15:2)

    (플루타르코스, De fato, section 7 15:2)

  • ἔτι δὲ καὶ τὸ περὶ τὴν θυσίαν σύμπτωμα δαιμόνιον ἦν ἐν Ἀμφιπόλει θύοντοσ τοῦ Αἰμιλίου καὶ τῶν ἱερῶν ἐνηργμένων κεραυνὸσ ἐνσκήψασ εἰσ τὸν βωμὸν ἐπέφλεξε καὶ συγκαθήγισε τὴν ἱερουργίαν. (Plutarch, Aemilius Paulus, chapter 24 1:2)

    (플루타르코스, Aemilius Paulus, chapter 24 1:2)

  • καίτοι καὶ σπληνὸσ οἴδημα σύμπτωμα μέν ἐστι πυρετοῦ πραϋνόμενον δὲ κουφίζει τὸν πυρετόν, ὥσ φησιν Ιἑρώνυμοσ. (Plutarch, De cohibenda ira, section 12 2:1)

    (플루타르코스, De cohibenda ira, section 12 2:1)

유의어

  1. 기회

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION