헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐνθουσιασμός

명사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐνθουσιασμός

  1. 영감, 자극, 고무
  1. inspiration, enthusiasm

예문

  • "ὡσ γὰρ ἔμπνουν τὸ πνεύματοσ πληρωθὲν ἔμφρον δὲ τὸ φρονήσεωσ, οὕτωσ ὁ τοιοῦτοσ σάλοσ ψυχῆσ ἐνθουσιασμὸσ ὠνόμασται μετοχῇ καὶ κοινωνίᾳ θειοτέρασ δυνάμεωσ· (Plutarch, Amatorius, section 16 2:5)

    (플루타르코스, Amatorius, section 16 2:5)

  • "λέγω δὴ κεφάλαιον, ὡσ οὔτ’ ἀθείαστον ὁ τῶν ἐρώντων ἐνθουσιασμόσ ἐστιν οὔτ’ ἄλλον ἔχει θεὸν ἐπιστάτην καὶ ἡνίοχον ἢ τοῦτον, ᾧ νῦν ἑορτάζομεν καὶ θύομεν. (Plutarch, Amatorius, section 16 2:19)

    (플루타르코스, Amatorius, section 16 2:19)

  • εἰ θάρσοσ εἰ φρόνημα βέβαιον, εἰ πρὸσ ἀρετὴν καὶ τὸ καλὸν ἐνθουσιασμόσ. (Plutarch, De Recta Ratione Audiendi, chapter, section 8 7:1)

    (플루타르코스, De Recta Ratione Audiendi, chapter, section 8 7:1)

  • "ὁ γὰρ ἐνθουσιασμὸσ; (Plutarch, De Pythiae oraculis, section 76)

    (플루타르코스, De Pythiae oraculis, section 76)

  • ὡσ γὰρ οἱ δῖνοι τῶν ἅμα κύκλῳ καταφερομένων σωμάτων οὐκ ἐπικρατοῦσι βεβαίωσ, ἀλλὰ κύκλῳ μὲν ὑπ’ ἀνάγκησ φερομένων κάτω δὲ φύσει ῥεπόντων γίγνεταί τισ ἐξ ἀμφοῖν ταραχώδησ καὶ παράφοροσ ἑλιγμόσ, οὕτωσ ὁ καλούμενοσ ἐνθουσιασμὸσ ἐοίκε μῖξισ εἶναι κινήσεων δυοῖν, τὴν μὲν ὡσ πέπονθε τῆσ ψυχῆσ ἅμα τὴν δ’ ὡσ πέφυκε κινουμένησ. (Plutarch, De Pythiae oraculis, section 2110)

    (플루타르코스, De Pythiae oraculis, section 2110)

유의어

  1. 영감

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION