헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παράβολος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: παράβολος παράβολη παράβολον

형태분석: παραβολ (어간) + ος (어미)

어원: paraba/llw

  1. 간사한, 기만적인, 거짓의
  2. 맹목적, 무분별한, 무모한
  3. 위험한, 모험적인
  1. thrown in by the way, deceitful
  2. exposing oneself
  3. venturesome, reckless
  4. hazardous, perilous

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 παράβολος

간사한 (이)가

παράβόλη

간사한 (이)가

παράβολον

간사한 (것)가

속격 παραβόλου

간사한 (이)의

παράβόλης

간사한 (이)의

παραβόλου

간사한 (것)의

여격 παραβόλῳ

간사한 (이)에게

παράβόλῃ

간사한 (이)에게

παραβόλῳ

간사한 (것)에게

대격 παράβολον

간사한 (이)를

παράβόλην

간사한 (이)를

παράβολον

간사한 (것)를

호격 παράβολε

간사한 (이)야

παράβόλη

간사한 (이)야

παράβολον

간사한 (것)야

쌍수주/대/호 παραβόλω

간사한 (이)들이

παράβόλᾱ

간사한 (이)들이

παραβόλω

간사한 (것)들이

속/여 παραβόλοιν

간사한 (이)들의

παράβόλαιν

간사한 (이)들의

παραβόλοιν

간사한 (것)들의

복수주격 παράβολοι

간사한 (이)들이

παρά́βολαι

간사한 (이)들이

παράβολα

간사한 (것)들이

속격 παραβόλων

간사한 (이)들의

παράβολῶν

간사한 (이)들의

παραβόλων

간사한 (것)들의

여격 παραβόλοις

간사한 (이)들에게

παράβόλαις

간사한 (이)들에게

παραβόλοις

간사한 (것)들에게

대격 παραβόλους

간사한 (이)들을

παράβόλᾱς

간사한 (이)들을

παράβολα

간사한 (것)들을

호격 παράβολοι

간사한 (이)들아

παρά́βολαι

간사한 (이)들아

παράβολα

간사한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὅλωσ γὰρ ἐπινόησόν μοι καὶ τῷ λογισμῷ διατύπωσον ποικιλωτάτην τινὰ ψυχῆσ κρᾶσιν ἐκ ψεύδουσ καὶ δόλων καὶ ἐπιορκιῶν καὶ κακοτεχνιῶν συγκειμένην, ῥᾳδίαν, τολμηράν, παράβολον, φιλόπονον ἐξεργάσασθαι τὰ νοηθέντα, καὶ πιθανὴν καὶ ἀξιόπιστον καὶ ὑκοκριτικὴν τοῦ βελτίονοσ καὶ τῷ ἐναντιωτάτῳ τῆσ βουλήσεωσ ἐοικυῖαν. (Lucian, Alexander, (no name) 4:9)

    (루키아노스, Alexander, (no name) 4:9)

  • ἔνιοι μὲν οὖν φασιν παῖδασ ὄντασ αὐτοὺσ καὶ συντρεφομένουσ ἀπ’ ἀρχῆσ ἐν παντὶ καὶ σπουδῆσ ἐχομένῳ καὶ παιδιᾶσ πράγματι καὶ λόγῳ διαφέρεσθαι πρὸσ ἀλλήλουσ, καὶ τὰσ φύσεισ εὐθὺσ ὑπὸ τῆσ φιλονεικίασ ἐκείνησ ἀνακαλύπτεσθαι, τὴν μὲν εὐχερῆ καὶ παράβολον καὶ πανοῦργον οὖσαν καὶ μετ’ ὀξύτητοσ ἐπὶ πάντα ῥᾳδίωσ φερομένην, τὴν δ’ ἱδρυμένην ἐν ἤθει βεβαίῳ καὶ πρὸσ τὸ δίκαιον ἀτενῆ, ψεῦδοσ δὲ καὶ βωμολοχίαν καὶ ἀπάτην οὐδ’ ἐν παιδιᾶσ τινι τρόπῳ προσιεμένην. (Plutarch, , chapter 2 1:2)

    (플루타르코스, , chapter 2 1:2)

  • ἐμπιπλάμενοι γὰρ ὑπὸ τῶν ποιημάτων ἐνθουσιασμοῦ παρὰ τὰσ μάχασ ἠφείδουν ἑαυτῶν ὁ δὲ Στωϊκὸσ λόγοσ ἔχει τι πρὸσ τὰσ μεγάλασ φύσεισ καὶ ὀξείασ ἐπισφαλὲσ καὶ παράβολον, βαθεῖ δὲ καὶ πράῳ κεραννύμενοσ ἤθει μάλιστα εἰσ τὸ οἰκεῖον ἀγαθὸν ἐπιδίδωσιν. (Plutarch, Cleomenes, chapter 2 3:2)

    (플루타르코스, Cleomenes, chapter 2 3:2)

  • Κάτων ὁ πρεσβύτεροσ πρόσ τινασ ἐπαινοῦντασ ἄνθρωπον ἀλογίστωσ παράβολον καὶ τολμηρὸν ἐν τοῖσ πολεμικοῖσ διαφέρειν ἔφη τὸ πολλοῦ τινα τὴν ἀρετὴν ἀξίαν καὶ τὸ μὴ πολλοῦ ἄξιον τὸ ζῆν νομίζειν ὀρθῶσ ἀποφαινόμενοσ. (Plutarch, Pelopidas, chapter 1 1:1)

    (플루타르코스, Pelopidas, chapter 1 1:1)

  • γὰρ ἰατροῦ σάρκα τέμνοντοσ εὐρυθμίαν τινὰ δεῖ καὶ καθαριότητα τοῖσ ἔργοισ ἐπιτρέχειν, ὀρχηστικὴν δὲ καὶ παράβολον καὶ περιτρέχουσαν ὑγρότητα καὶ περιεργίαν ἀπεῖναι τῆσ χειρόσ, οὕτωσ ἡ παρρησία δέχεται τὸ ἐπιδέξιον καὶ τὸ ἀστεῖον, ἂν ἡ χάρισ τὴν σεμνότητα σῴζῃ, θρασύτησ δὲ καὶ βδελυρία καὶ ὕβρισ προσοῦσα πάνυ διαφθείρει καὶ ἀπόλλυσιν. (Plutarch, Quomodo adulator ab amico internoscatur, chapter, section 27 2:1)

    (플루타르코스, Quomodo adulator ab amico internoscatur, chapter, section 27 2:1)

유의어

  1. 간사한

  2. exposing oneself

  3. 맹목적

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION