- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὄρθιος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: orthios 고전 발음: [티오] 신약 발음: [티오]

기본형: ὄρθιος ὄρθια ὄρθιον

형태분석: ὀρθι (어간) + ος (어미)

어원: ὀρθός

  1. 가파른, 급한, 험준한, 경사가 급한, 급경사의, 깎아지른 듯한
  2. 떳떳한, 올바른, 바른
  3. 시끄러운, 야한, 날카로운, 거슬리는, 거친
  4. 바른, 골은, 정확한
  1. straight up, going upwards, steep, uphill, up-hill, by a steep path, from the coast upwards
  2. upright, standing, rampant
  3. high-pitched, loud, shrill, aloud
  4. the orthian strain
  5. formed in column, a line of battle
  6. straight, straightforwardness

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ὄρθιος

가파른 (이)가

ὀρθία

가파른 (이)가

ὄρθιον

가파른 (것)가

속격 ὀρθίου

가파른 (이)의

ὀρθίας

가파른 (이)의

ὀρθίου

가파른 (것)의

여격 ὀρθίῳ

가파른 (이)에게

ὀρθίᾳ

가파른 (이)에게

ὀρθίῳ

가파른 (것)에게

대격 ὄρθιον

가파른 (이)를

ὀρθίαν

가파른 (이)를

ὄρθιον

가파른 (것)를

호격 ὄρθιε

가파른 (이)야

ὀρθία

가파른 (이)야

ὄρθιον

가파른 (것)야

쌍수주/대/호 ὀρθίω

가파른 (이)들이

ὀρθία

가파른 (이)들이

ὀρθίω

가파른 (것)들이

속/여 ὀρθίοιν

가파른 (이)들의

ὀρθίαιν

가파른 (이)들의

ὀρθίοιν

가파른 (것)들의

복수주격 ὄρθιοι

가파른 (이)들이

ὄρθιαι

가파른 (이)들이

ὄρθια

가파른 (것)들이

속격 ὀρθίων

가파른 (이)들의

ὀρθιῶν

가파른 (이)들의

ὀρθίων

가파른 (것)들의

여격 ὀρθίοις

가파른 (이)들에게

ὀρθίαις

가파른 (이)들에게

ὀρθίοις

가파른 (것)들에게

대격 ὀρθίους

가파른 (이)들을

ὀρθίας

가파른 (이)들을

ὄρθια

가파른 (것)들을

호격 ὄρθιοι

가파른 (이)들아

ὄρθιαι

가파른 (이)들아

ὄρθια

가파른 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 ὄρθιος

ὀρθίου

가파른 (이)의

ὀρθιώτερος

ὀρθιωτέρου

더 가파른 (이)의

ὀρθιώτατος

ὀρθιωτάτου

가장 가파른 (이)의

부사 ὀρθίως

ὀρθιώτερον

ὀρθιώτατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐπεὶ δὲ χαλεπώτερον ἐν ὀρθίῳ μὴ ἡττηθῆναι λαγῶ, ὅτι καὶ ὁ λαγὼς τὰ ὄρθια θεῖ ἄμεινον, ἐκεῖναι δοκοῦσιν γενναιότεραι αἱ κύνες, ὅσαι τὰ ὄπισθεν μείζω ἔχουσιν τῶν ἔμπροσθεν: (Arrian, Cynegeticus, chapter 5 11:2)

    (아리아노스, Cynegeticus, chapter 5 11:2)

  • κλύων δ ἐγὼ ταῦτ, ὀρθίῳ κηρύγματι Ταλθύβιον εἶπον πάντ ἀφιέναι στρατόν, ὡς οὔποτ ἂν τλὰς θυγατέρα κτανεῖν ἐμήν. (Euripides, Iphigenia in Aulis, episode 2:6)

    (에우리피데스, Iphigenia in Aulis, episode 2:6)

  • γέγηθα, κρατὶ δ ὀρθίους ἐθείρας ἀνεπτέρωκα καὶ δάκρυ σταλάσσω, περὶ δὲ γυῖα χέρας ἔβαλον, ἡδονάν, ὦ πόσις, ὡς λάβω. (Euripides, Helen, episode, lyric1)

    (에우리피데스, Helen, episode, lyric1)

  • περγάμων δ ἀπ ὀρθίων λεύκασπιν εἰσορῶμεν Ἀργείων στρατὸν Τευμησὸν ἐκλιπόντα, καὶ τάφρου πέλας δρόμῳ ξυνῆψαν ἄστυ Καδμείας χθονός. (Euripides, Phoenissae, episode24)

    (에우리피데스, Phoenissae, episode24)

  • Ἐτεοκλέης δ ὑπῆρξ ἀπ ὀρθίου σταθεὶς πύργου, κελεύσας σῖγα κηρῦξαι στρατῷ: (Euripides, Phoenissae, episode 13:19)

    (에우리피데스, Phoenissae, episode 13:19)

  • ὅτε ἐξεπορευόμην ὄρθιος ἐν πόλει, ἐν δὲ πλατείαις ἐτίθετό μου ὁ δίφρος. (Septuagint, Liber Iob 29:7)

    (70인역 성경, 욥기 29:7)

  • ἐπίπεδος, ἀλλὰ πάνυ προσάντης καὶ ὄρθιος, ὃν παραλαβὼν κατὰ θάτερα εἰς ὑπερβολὴν ταπεινόν, ἰσόπεδον θάτερον θατέρῳ ἀπέφηνεν, κρηπῖδα μὲν βεβαιοτάτην ἅπαντι τῷ ἔργῳ βαλόμενος καὶ θεμελίων θέσει τὴν τῶν ἐπιτιθεμένων ἀσφάλειαν ἐμπεδωσάμενος, ὕψεσι δὲ πάνυ ἀποτόμοις καὶ πρὸς ἀσφάλειαν συνεχομένοις τὸ ὅλον κρατυνάμενος: (Lucian, (no name) 4:5)

    (루키아노스, (no name) 4:5)

  • "καὶ ὄρθιος οἶμος ἐς αὐτάς: (Lucian, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 14:2)

    (루키아노스, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 14:2)

  • μακρὸς δὲ καὶ ὄρθιος οἶμος ἐς αὐτὴν καὶ τρηχὺς τὸ πρῶτον: (Hesiod, Works and Days, Book WD 35:5)

    (헤시오도스, 일과 날, Book WD 35:5)

  • ἡ δ᾿ Ἀρετὴ πάνυ πόρρω κατὰ τὸν Ἡσίοδον οἰκεῖ καὶ ἔστιν ὁ οἶμος ἐπ᾿ αὐτὴν μακρός τε καὶ ὄρθιος καὶ τρηχύς, ἱδρῶτα οὐκ ὀλίγον ἔχων τοῖς ὁδοιπόροις. (Lucian, 6:1)

    (루키아노스, 6:1)

유의어

  1. 바른

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION