- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

οἰκονομία?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: oikonomiā 고전 발음: [꼬노미아:] 신약 발음: [위꼬노미아]

기본형: οἰκονομία οἰκονομίας

형태분석: οἰκονομι (어간) + α (어미)

어원: from οἰκονόμος

  1. 경작, 축산, 농업
  2. 관리, 경영, 주의
  3. 정리, 마련
  1. the management of a household or family, husbandry
  2. (of a state) administration, management
  3. (of a poem) arrangement

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 οἰκονομία

경작이

οἰκονομία

경작들이

οἰκονομίαι

경작들이

속격 οἰκονομίας

경작의

οἰκονομίαιν

경작들의

οἰκονομιῶν

경작들의

여격 οἰκονομίᾳ

경작에게

οἰκονομίαιν

경작들에게

οἰκονομίαις

경작들에게

대격 οἰκονομίαν

경작을

οἰκονομία

경작들을

οἰκονομίας

경작들을

호격 οἰκονομία

경작아

οἰκονομία

경작들아

οἰκονομίαι

경작들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τοῦ δ Ὑπερειδείου ταῖς τε οἰκονομίαις ἀκριβεστέρου καὶ ταῖς κατασκευαῖς γενναιοτέρου πως ὄντος τῶν Λυσιακῶν ἐν πλείοσι μὲν ἢ τριάκοντα Δεινάρχου λόγοις παραδείγματα εὑρεῖν ἔστιν, οὐχ ἥκιστα δὲ καὶ ἐν τῷ περὶ τῆς Ἀγάθωνος διαμαρτυρίας. (Dionysius of Halicarnassus, De Dinarcho, chapter 5 1:2)

    (디오니시오스, De Dinarcho, chapter 5 1:2)

  • ἀποδιδόμενοι γὰρ ὠνοῦνται, καὶ ἡ τοῦ ταμιείου θέσις οὐκ ἔστιν ἐν ταῖς μικροτέραις οἰκονομίαις. (Aristotle, Economics, Book 1 34:4)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 1 34:4)

  • καὶ τοῦτο ποιητέον ἐν μικραῖς οἰκονομίαις ὀλιγάκις, ἐν δ ἐπιτροπευομέναις πολλάκις. (Aristotle, Economics, Book 1 38:2)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 1 38:2)

  • δοκεῖ δὲ καὶ ἐν ταῖς μεγάλαις οἰκονομίαις χρήσιμος εἶναι θυρωρός, ὃς ἂν ᾖ ἄχρηστος τῶν ἄλλων ἔργων, πρὸς τὴν σωτηρίαν τῶν εἰσφερομένων καὶ ἐκφερομένων. (Aristotle, Economics, Book 1 43:2)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 1 43:2)

  • οἰκονομίαι δέ εἰσι τέσσαρες, ὡς ἐν τύπῳ διελέσθαι τὰς γὰρ ἄλλας εἰς τοῦτο ἐμπιπτούσας εὑρήσομεν, βασιλική σατραπική πολιτική ἰδιωτική. (Aristotle, Economics, Book 2 4:1)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 2 4:1)

  • οἰκονομία δ ἀνύει πλέον ἢ βία. (Demades, On the Twelve Years, 40:2)

    (데마데스, On the Twelve Years, 40:2)

  • ὁ δὲ τούτους τε καὶ τοὺς ἄλλους πάντας ὑπερβαλλόμενος Δημοσθένης, ἅπαντα μιμησάμενος καὶ πάντων τὰ κάλλιστα ἐκλεξάμενος, δῆλος μὲν καὶ τῇ φωνῇ μόνον, δῆλος δὲ καὶ τῷ καθ ἕνα ἕκαστον λόγον πρέποντι, οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ τῇ συνθέσει καὶ τῷ τῶν σχηματισμῶν ἀγκύλῳ καὶ τῇ οἰκονομίᾳ καὶ τῷ πάθει καὶ τὸ μέγιστον τῇ δεινότητι. (Dionysius of Halicarnassus, De Dinarcho, chapter 6 2:1)

    (디오니시오스, De Dinarcho, chapter 6 2:1)

  • καὶ ἡ Ἀττικὴ δὲ οἰκονομία χρήσιμος: (Aristotle, Economics, Book 1 34:3)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 1 34:3)

  • καί ἐστιν ἡ τοῦ λόγου οἰκονομία μίμημα τῆς τοῦ δείπνου πολυτελείας, καὶ ἡ τῆς βίβλου διασκευὴ τῆς ἐν τῷ δείπνῳ παρασκευῆς. (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1 2:3)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1 2:3)

  • ἀρκεῖ δ ἡ τοῦ γάλακτος ἐργασία καὶ οἰκονομία τὴν πρόνοιαν αὐτῆς ἐμφῆναι καὶ ἐπιμέλειαν. (Plutarch, De amore prolis, section 3 6:2)

    (플루타르코스, De amore prolis, section 3 6:2)

유의어

  1. 경작

  2. 관리

  3. 정리

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION