Ancient Greek-English Dictionary Language

μικτός

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: μικτός μικτή μικτόν

Structure: μικτ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: mi/gnumi

Sense

  1. mixed, blended, compound

Examples

  • δυνάμεων τῆσ μὲν ἐπὶ τὰ δεξιὰ καὶ κατ’ εὐθεῖαν ὑφηγουμένησ, τῆσ δ’ ἔμπαλιν ἀναστρεφούσησ καὶ ἀνακλώσησ, ὅ τε βίοσ μικτὸσ ὅ τε κόσμοσ, εἰ καὶ μὴ πᾶσ, ἀλλ’ ὁ περίγειοσ οὗτοσ καὶ μετὰ σελήνην ἀνώμαλοσ καὶ ποικίλοσ γέγονε καὶ μεταβολὰσ πάσασ δεχόμενοσ; (Plutarch, De Iside et Osiride, section 45 8:1)
  • οὐ γὰρ ὁ δυοῖν τινοῖν ἐστι μικτὸσ ἐκεῖνοσ ἀλλὰ συμπάντων τῶν ἀπείρων ὑπὸ τοῦ πέρατοσ δεδεμένων, ὥστε ὀρθῶσ ὁ νικηφόροσ οὗτοσ βίοσ μέροσ ἐκείνου γίγνοιτ’ ἄν. (Plato, Parmenides, Philebus, Symposium, Phaedrus, 101:8)
  • ὡσ δὲ καὶ ἔργῳ συμβῆναι σαφῆ καὶ βέβαια, ὅδε σοὶ λόγοσ ἔσται μικτὸσ εὐχῆσ τε καὶ ὕμνου τὰ νῦν. (Aristides, Aelius, Orationes, 1:3)
  • ἑτέρων δ’ εἴρηται λόγοσ μικτόσ. (Aristides, Aelius, Orationes, 27:1)
  • ἐπὶ δὲ τῷ τεθυμένῳ τόδε μέλοσ, παρακοπά, παραφορὰ φρενοδαλήσ, ὕμνοσ ἐξ Ἐρινύων, δέσμιοσ φρενῶν, ἀφόρ‐ μικτοσ, αὐονὰ βροτοῖσ. (Aeschylus, Eumenides, choral, ephymn 11)
  • ἐπὶ δὲ τῷ τεθυμένῳ τόδε μέλοσ, παρακοπά, παραφορὰ φρενοδαλήσ, ὕμνοσ ἐξ Ἐρινύων, δέσμιοσ φρενῶν, ἀφόρ‐ μικτοσ, αὐονὰ βροτοῖσ. (Aeschylus, Eumenides, choral, ephymn 11)

Derived

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION