μάθησις
Third declension Noun; Feminine
자동번역
Transliteration:
Principal Part:
μάθησις
μαθήσεως
Structure:
μαθησι
(Stem)
+
ς
(Ending)
Sense
- the act of learning, getting of knowledge
- desire for learning
- education, instruction
Declension
Third declension
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
- οὐκ ἀμαθὴσ οὐδ’ ἀπαίδευτοσ, αὐτομαθὴσ δέ τισ μᾶλλον οὖσα καὶ ἀπροσδεήσ, οὐ δι’ ἀσθένειαν ἀλλὰ ῥώμῃ καὶ τελειότητι τῆσ κατὰ φύσιν ἀρετῆσ, χαίρειν ἐῶσα τὸν παρ’ ἑτέρων διὰ μαθήσεωσ τοῦ φρονεῖν συνερανισμόν. (Plutarch, Bruta animalia ratione uti, chapter, section 9 8:1)
- ἀντιλαμβανόμενοι γὰρ ἑκάστοτε κεναῖσ καὶ περιτταῖσ ἐρωτήσεσι τοῦ διδάσκοντοσ, ὥσπερ ἐν συνοδίᾳ, τὸ ἐνδελεχὲσ ἐμποδίζουσι τῆσ μαθήσεωσ, ἐπιστάσεισ καὶ διατριβὰσ λαμβανούσησ. (Plutarch, De Recta Ratione Audiendi, chapter, section 18 9:2)
- δυσθεωρήτου τῆσ μαθήσεωσ ἐσομένησ, αὐτὸ τὸ πρᾶγμα τὸν πολλαπλασιασμὸν ὑπηγόρευσεν, ὥσπερ ἐν ἁρμονικῇ μεταβολῇ τοῦ διαγράμματοσ ὅλου συνεπιτεινομένου τῷ πρώτῳ τῶν ἀριθμῶν. (Plutarch, De animae procreatione in Timaeo, section 16 12:1)
- εἰσὶ δ’ αἱ μὲν ἀρχαὶ τῆσ φύσεωσ, αἱ δὲ προκοπαὶ τῆσ μαθήσεωσ, αἱ δὲ χρήσεισ τῆσ μελέτησ, αἱ δ’ ἀκρότητεσ πάντων. (Plutarch, De liberis educandis, section 43)
- εἰ δέ τισ οἰέται τοὺσ οὐκ εὖ πεφυκότασ μαθήσεωσ καὶ μελέτησ τυχόντασ ὀρθῆσ πρὸσ ἀρετὴν οὐκ ἂν τὴν τῆσ φύσεωσ ἐλάττωσιν εἰσ τοὐνδεχόμενον ἀναδραμεῖν, ἴστω πολλοῦ, μᾶλλον δὲ τοῦ παντὸσ διαμαρτάνων. (Plutarch, De liberis educandis, section 4 6:1)
Synonyms
-
desire for learning
-
education